Με καταγωγή από τον Μποντλέρ, ο όρος flaneur σημαίνει τον περιπατητή της πόλης, αυτόν που γυρνάει στο άστυ αναζητώντας και αποκτώντας νέες εμπειρίες. Μια τέτοια λοιπόν εμπειρία του, σε μια από τις πιο ιστορικές και «περιπατητικές» πόλεις της Ευρώπης –τη Βαρκελώνη– ο Γιώργης Χριστοδούλου την έκανε τραγούδι και μας την προσφέρει για να συμμετάσχουμε κι εμείς, με το μυαλό και τις αισθήσεις μας, στις εμπειρίες ενός flaneur. Το καταφέρνει δε με ιδιαίτερη επιτυχία, ίσως επειδή έχει μπει πια για τα καλά στο πετσί ενός τέτοιου χαρακτήρα.

Στο Flaneur*, ήχοι από το παρελθόν και το παρόν μπλέκονται αρμονικά σε ένα γαϊτανάκι χρωμάτων και αρωμάτων, το οποίο ξεκινάει από την καρδιά της Αθήνας και φτάνει μέχρι το Παρίσι. Ξεσηκωτικά σουίνγκ, λυρικά βαλς, ρομαντικά chanson, διακριτικά τάνγκο, αισθαντικές μπαλάντες και καταλανικές μελωδίες συγκροτούν ιδανικό μουσικό φόντο για να ακούσουμε όμορφες και συγκινητικές ιστορίες για μεγάλους ή μικρούς έρωτες, παιδικές αναμνήσεις, μοναχικές βόλτες σε γραφικά σοκάκια, ατελείωτα σουλάτσα σε πλατείες, ολονύχτιες περιπλανήσεις σε καφέ και μπαρ, αλλά και δίπλα στη θάλασσα. Όλα δε τα στοιχεία αυτά ομογενοποιούνται διακριτικά από μια ποπ αισθητική. Αισθητική η οποία ανέκαθεν διέκρινε τις δουλειές του Χριστοδούλου, για πρώτη φορά όμως αποκαλύπτει τώρα ένα τόσο έντονο καλλιτεχνικό στίγμα, μία τόσο ουσιαστική πρόταση: έναν ethnic pop ήχο με άποψη.

Κι ακριβώς αυτή η άποψη κερδίζει τελικά τον ακροατή: στο Flaneur* του Γιώργη Χριστοδούλου δεν θα βρείτε μια επιφανειακή, επιπόλαιη, «τουριστική» –όπως τη χαρακτηρίζει και ο ίδιος στη συνέντευξη που μας παραχώρησε– προσέγγιση της πόλης, αλλά έναν αυθεντικό συγχρωτισμό με τους ανθρώπους και με την καθημερινότητά της. Αυτό περνάει τόσο στη μουσική, όσο και στις ιστορίες. Επίσης, η χρήση της ισπανικής και σε τρεις περιπτώσεις της γαλλικής γλώσσας δεν γίνεται ούτε για εντυπωσιασμό, ούτε για να προκαλέσει τεχνητό ενδιαφέρον. Γίνεται γιατί έτσι μπορούν να ειπωθούν οι συγκεκριμένες ιστορίες καλύτερα, σε σχέση με τη μουσική και το όλο περιβάλλον μέσα στο οποίο εξελίσσονται. Γι’ αυτό και το ταξίδι μοιάζει τόσο ζωντανό, ώστε θα μπορούσε να μεταφερθεί από τα στενά της Βαρκελώνης σε κάθε δρόμο της Αθήνας: όχι ως αστικό τοπίο, αλλά ως αίσθηση που αφήνει μια μεγαλούπολη, όπου το όμορφο εναλλάσσεται με το άσχημο, όπου μπορεί να βρεθείς ανάμεσα σε χιλιάδες κόσμου και την ίδια ώρα να είσαι απόλυτα μόνος, όπου μπορείς να διασκεδάζεις μέχρι το πρωί ή να κάθεσαι να διαβάζεις μπροστά στη θάλασσα για ώρες.

Έμελλε λοιπόν ο Γιώργης Χριστοδούλου να ξενιτευτεί στην Ιβηρική χερσόνησο για να γράψει και να τραγουδήσει, με την πάντα όμορφη ερμηνεία του, τα καλύτερα μέχρι σήμερα τραγούδια του; Ή απλά η μουσική του ενηλικίωση τον πέτυχε στις ατελείωτες βόλτες του στις λεωφόρους και στα στενά της Βαρκελώνης; Με όποιον τρόπο και να έγινε, σημασία έχει ότι το αποτέλεσμα παραμένει ακαταμάχητα γοητευτικό και ερωτεύσιμο.


 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured