Είναι απολύτως φυσιολογικό με το πέρασμα των χρόνων κάποια άλμπουμ που υπήρξαν στην εποχή τους πρωτοποριακά και καινοτόμα, να «ξεθωριάζουν», να χάνουν την λάμψη τους και το χρώμα τους και γενικότερα να μην έχουν την ίδια μαγεία όταν το ακούς μετά από χρόνια. Για παράδειγμα, ο Rakim και ο Eric B με το Paid In Full ή ο Kanye με το Graduation. Έφερα αυτά τα δύο ως παράδειγμα, καθώς αποτελούν δύο διαφορετικά παραδείγματα του γιατί μια δουλειά μπορεί να χάσει αυτήν την φρεσκάδα της το 2024. Από την μία το Paid In Full ακολουθεί μια πολύ απλοική φόρμουλα με ένα sample σε μια λούπα, ένα drum break και ένα bassline, η οποία παρ’ όλο που ακούγεται άρτια και σήμερα, δεν σε ενθουσιάζει γιατί πολύ απλά αυτή η φόρμουλα που χρησιμοποίησαν έχει επαναχρησιμοποιηθεί άπειρες φορές και πλέον δεν ακούγεται τόσο «φρέσκια» όσο ακουγόταν το 1987. Το Graduation, από την άλλη, δεν έχασε την λάμψη του λόγω αυτού, αλλά αντίθετα, χρησιμοποιεί ήχους και ιδέες ή οποίες ακούγονται εντελώς ξεπερασμένες. Από την χρήση του autotune, μέχρι τα synths και τα leads που χρησιμοποιεί, όλη η δουλειά ακούγεται σίγουρα σαν κάτι που δεν ανήκει στο 2025, χωρίς να σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι δεν είναι καλή.
Λίγες είναι οι περιπτώσεις που ένα άλμπουμ καταφέρνει με τον χρόνο όχι μόνο να κρατιέται στο ύψος του και να μην το επισκιάζουν νεότερες και πιο καινοτόμες κυκλοφορίες, αλλά να ακούγεται καλύτερο χρόνο με τον χρόνο και να ωριμάζει στα αυτιά των ακροατών σαν το καλό κρασί. Όπως έχετε καταλάβει, μία από αυτές τις περιπτώσεις είναι το Rodeo του Travis Scott. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι το 2015, όταν και βγήκε, καμία άλλη κυκλοφορία δεν φαινόταν να είχε τέτοια εμμονή στην λεπτομέρεια, από το sound selection και τα vocals μέχρι την δομή των κομματιών, αλλά ακόμα και 9 χρόνια μετά, οι Trap δίσκοι που κατάφεραν αν όχι να την ξεπεράσουν, τουλάχιστον να την φτάσουν είναι απειροελάχιστοι, έως και ανύπαρκτοι. Ο κορεσμός του μουσικού αυτού είδους, που οφείλεται στον κατακλυσμό των charts από αυτές τις ηχητικές παλέτες, χωρίς καμία νότα πρωτοτυπίας, με μια φόρμουλα στην πιο απλή και φτηνή της μορφή, έχει κάνει στα αυτιά μας το Rodeo να φαντάζει ως η μοναδική όαση δροσιάς, σε αυτήν την απέραντη έρημο των type beats και των απίστευτα μονότονων κυκλοφοριών.
Μπορεί να με θεωρείτε υπερβολικό, αλλά από το πρώτο κιόλας κομμάτι καταλαβαίνεις ότι το Rodeo δεν πρόκειται για ακόμα ένα κόκκο άμμου στην έρημο. Αφήγηση από τον Τ.Ι., τον τότε ιδιοκτήτη του label στο οποίο άνηκε ο Travis, να μας παρουσιάζει τον Travis ως αυτόν τον νέο επαναστάτη που θα φέρει τα πάνω κάτω στη μουσική βιομηχανία και θα φύγει από το μητρικό safe place του και θα ηγηθεί ενός ταξιδιού, το οποίο δεν ξέρει που θα καταλήξει αλλά σίγουρα θα έχει ενδιαφέρον. Καταλαβαίνει κανείς πόσο προφητική είναι αυτή η εισαγωγή, όχι μόνο για τον δίσκο, αλλά και για την καριέρα του γενικότερα. Από πίσω ήδη ακούγεται ένα σκοτεινό sample και synths τα οποίο σε προετοιμάζουν για το ύφος του τραγουδιού, ένα ταξίδι γεμάτο μουσικές παλέτες που εναλλάσσονται όλη την ώρα, καθιστώντας την εμπειρία από την αρχή αρκετά ελκυστική. Εναλλαγή μεταξύ drum patterns, synths που πάνε και έρχονται, σκοτεινά vocals από τον Travis και, φυσικά, ένα από τα πολλά beat switches στον δίσκο το οποίο χτίζει με ανατριχιαστικό τρόπο η αφήγηση του T.I. με ένα πιάνο να παίζει στο background.

Γενικότερα ο δίσκος παίζει ανάμεσα στο δίπολο ενός πιο αργού, πιο σκοτεινού και πιο ψυχεδελικού ήχου, σαν να βουλιάζεις στον ωκεανό, και σε απίστευτα trap bangers και hype songs, τα οποία σε ξεσηκώνουν. Αύτη η αντίθεση πολλές φορές παρατηρείται ακόμα και στο ίδιο κομμάτι. Για παράδειγμα το μαγευτικό "Oh My Dis Side", το οποίο ξεκινάει, μα τι έκπληξη, με ένα pitched down sample, «βρώμικα» drums και 808, synth sounds και fx να πάνε και να έρχονται και εννοείται πολλά autotuned vocals, τα οποία αποτυπώνουν απόλυτα αυτό το σκοτεινό vibe του πρώτου μισού. Ώσπου έρχεται το δεύτερο μισό, το οποίο στο χτίζει σιγά σιγά, αφαιρώντας παλιούς ήχους και προσθέτοντας νέους, μετατρέποντας το σκότος σε ένα πιο φωτεινό τοπίο, σαν μία λάμψη, δημιουργώντας μια απολύτως νέα μουσική εμπειρία, η οποία ήρθε σε απόλυτη ερμηνεία με την προηγούμενη. Και γενικότερα, το πόσο smooth είναι τα transitions, τόσο ανάμεσα στα κομμάτια, όσο και στα επιμέρους τμήματα των κομματιών, είναι κάτι που θα έπρεπε να διδάσκεται σε όλους τους μουσικούς παραγωγούς του κόσμου. Στο "90210" ακούς τα distorted vocals του Travis, την υπέροχη φωνή της Kacy Hill, το βρώμικο synth bass και ένα crescendo με ηλεκτρική κιθάρα, να μεταμορφώνεται σε μια υπέροχη νοσταλγική μελωδία πιάνου, συνοδευόμενη από drums, βγαλμένα από το καλύτερο όνειρο του Kanye. Στο "Maria I’m Drunk", ακούς ήχους της φύσης, synths και τον Travis να παρακαλεί μια κοπέλα να τον εμπιστευτεί, σαν μια κραυγή απόγνωσης, να αποσυντίθεται και να μετατρέπεται στον απόλυτο ύμνο του μεθυσμένου στις 4 το πρωί, με τον Young Thug να επαναλαμβάνει «Call Your Friends, Let’s Get Drunk» και τον Bieber να πιάνει απόλυτα το vibe του κομματιού και να το καβαλάει σαν βετεράνος rapper.
Ακόμα και τα κομμάτια που αποτελούν απλά bangers, είναι κομματάρες. Στο "Nightcrawler" ακούς πάνω στο απόλυτο club banger, τον βασιλιά των ear candy hooks, Swae Lee, να προσφέρει ένα πιασάρικο verse, τον Travis να αλλάζει από τενόρος με autotune, σε Atlanta Rapper και φυσικά τον Chief Keef να κάνει τον…Chief Keef. Το "3500", ένα κομμάτι εμπνευσμένο από τον πατροπαράδοτο trap ήχο των UGK και των Three 6 Mafia, βλέπει τους Future, 2 Chainz και Travis να αλλάζουν verses, για να καταλήξουν σε ένα ρεφρέν που θα μπορούσε να αποτελεί ύμνο ολόκληρης πολιτείας. Και φυσικά και εδώ δεν λείπουν οι πινελιές του νέου ήχου, με synths, ηλεκτρικές κιθάρες και πιάνα να μπαινοβγαίνουν και ένα outro ενάμισι λεπτό να δένει αυτή την μουσική εμπειρία, λεπτομέρειες οι οποίες, όπως προανέφερα, καθιστούν το Rodeo τον απόλυτο και μέχρι σήμερα αξεπέραστο, βασιλιά της trap.

Άξιο αναφοράς, είναι και το μεγαλύτερο single του δίσκου "Antidote", το οποίο αποτελεί άλλο ένα τρανταχτό παράδειγμα του τι πέτυχε ο Travis με αυτόν τον δίσκο. Καθώς, εκθειάζω εδώ και τόσες σειρές τα transitions και τις μουσικές επιλογές, οι οποίες καθιστούν τον δίσκο μουσικά άρτιο, αλλά ένα από τα highlights, το οποίο κατ’ εμέ λείπει εδώ και χρόνια, είναι το ίδιο το performance του Travis. Δεν θυμάμαι ξανά καλλιτέχνη να κάνει τόσο καλή χρήση του autotune. Η φωνή του Travis, κυριολεκτικά, αλλάζει από κομμάτι σε κομμάτι, από μουσική ιδέα σε μουσική ιδέα, χωρίς να ακούγεται ούτε φθηνό ούτε εκτός τόπου και χρόνου. Στο "Antidote" τον ακούς στην αρχή να μετατρέπεται στον Frank Sinatra της trap, τραγουδώντας και ανεβοκατεβαίνοντας τονικότητες σχεδόν ασταμάτητα για 3 λεπτά, προσφέροντας στιγμές ατέλειωτου εθιστικού περιεχομένου για το αυτί, ώσπου μετά από ακόμα ένα απόλυτα smooth transition, ραπάρει με την κανονική του, αρκετά πιο βαριά, φωνή σαν να μεταφέρθηκες στα στενά της Atlanta.
Και αυτή η εναλλαγή στην φωνή του παρατηρείται καθ’ όλη την διάρκεια του δίσκου, και είναι κάτι το οποίο, ελάχιστοι καταφέρνουν να φέρουν εις πέρας ή ακόμα και να τολμήσουν σήμερα στο χωράφι της trap. Ένα άλλο παράδειγμα αυτή της εναλλαγής και συνύπαρξης του πιο σκοτεινού και μουντού ήχου με πιο επιθετικές και "in your face" στιγμές είναι το, ίσως αγαπημένο μου στο δίσκο, "I Can Tell", στο οποίο ο Travis από την μία προσφέρει ένα από τα πιο εθιστικά και σαγηνευτικά ρεφρέν, ξεχειλίζοντας από συναίσθημα, ενώ στα verses ακούς το ίδιο συναίσθημα να μετατρέπεται σε οργή και επιθετικότητα, μπερδεύοντας ακόμα και τον ακροατή για το αν πρέπει να σπαράξει σε λυγμούς ή να κάνει headbanging. Το "Instrumental" στην ίδια λογική με τα υπόλοιπα έχει εναλλαγές στα drums, από πιο laid back σε πιο aggressive, synths να μπαινοβγαίνουν, μια μελωδία στο πιάνο να παίζει επαναλαμβανόμενα και φυσικά ένα solo κιθάρας από (ποιον άλλον) τον Mike Dean.
Τόσες πολλές εναλλαγές και άλματα, κι όμως όλα δένουν και προχωράνε τόσο ομαλά. Ακόμα και στο, κατά πολλούς, πιο αταίριαστο και περίεργο άκουσμα στον δίσκο, το "Flying High", παρότι είναι ένα απρόσμενα χαρούμενο και πιο λαμπερό άκουσμα (ειδικά όταν διαδέχεται το "Maria I’m Drunk"), λίγο το γρέζι στη φωνή του Travis, λίγο η γέφυρα του Toro y Moi υπό τον ήχο νοσταλγικών μελωδιών στο πιάνο, λίγο η δεξιοτεχνία και η πινελιές του Mike Dean, το αποτέλεσμα κάθε άλλο παρά εκτός τόπου και χρόνου φαντάζει. Όλα τα κομμάτια αποτελούν ένα ξεχωριστό, μα αναπόσπαστο, κομμάτι του ίδιου ταξιδιού, το οποίο καταλήγει στο "Apple Pie", το τελικό στάδιο σε αυτή την απομάκρυνση, μεταφορική και κυριολεκτική, από το safe zone του σπιτιού και της μητέρας του, δείχνει απόλυτα σίγουρος και γεμάτος αυτοπεποίθηση πως είναι έτοιμος να πετύχει στην μουσική βιομηχανία, και όλα αυτά με το πιάνο να χτίζει την τέλεια ένταση, η οποία στο τέλος απελευθερώνεται στα synths του μαέστρου Dean και στον επίλογο του T.I., ο οποίος κλείνει με μια αλληλουχία ρητορικών ερωτήσεων για τον Travis «Will he make it? Was it worth it? Did he win? Will he survive the Rodeo?».
Περιττό πως όλες, 9 χρόνια μετά, έχουν απαντηθεί με τον πιο εμφατικό τρόπο.
Καταληκτικά, όταν ακούς τέτοια πληθώρα μουσικών ιδεών και πειραματισμών να δένουν τόσο αβίαστα καταλαβαίνεις πως εκείνη την στιγμή έρχεσαι αντιμέτωπος με την ιστορία και βιώνεις κάτι το οποίο μάλλον δύσκολα θα επαναληφθεί στο εγγύς μέλλον. Ο Travis το 2015, αποφάσισε να πάει ένα βήμα παραπέρα το όραμα που είχε στο DAYS BEFORE RODEO, έχοντας πλέον στο πλευρό του περισσότερους παραγωγούς, engineers, μουσικούς και γενικότερα ανθρώπους, που θα μπορούσαν να συμβάλλουν σε αυτή την ώθηση, και μέχρι σήμερα η ιστορία όχι μόνο τον δικαιώνει, αλλά τον έχει ανάγκη και τον φωνάζει, ίσως δυνατότερα από ποτέ, να το επαναλάβει.









