Pindos Atletico

Από το 2021, όταν και άρχισε σιγά σιγά το αυτί μου να δέχεται κορεσμό από την ελληνική trap σκηνή, υποστήριζα πως το νέο wave αυτού του είδους που θα γιγαντωθεί, ωφείλει να έχει και παραδοσιακά στοιχεία. Πριν από το trap-μπέτικο και τον ΝΤΜ, οι Pindos ήδη είχαν κυκλοφορήσει κομμάτια, όπως το "Κέρνα μας", το "Απόψε στο χωριό μας" και το "Chocho", όλα με εμφανείς επιρροές από την παραδοσιακή μουσική, είτε στις παραγωγές, είτε στα ρεφρέν που τραγουδούσαν, με αυτό το παραδοσιακό στοιχείο να θεμελιώνεται στο ΔΕΝΤΡΙΜ, το δίσκο που κυκλοφόρησαν το 2023, και τελικά να κλιμακώνεται σήμερα με το URSA MAJOR.

Στην "Μεγαλή τους άρκτο" λοιπόν, οι Pindos από το intro κιόλας ορίζουν το vibe και το ηχόχρωμα του δίσκου. Οι στίχοι του Μπελαφόν «μα τον Άγιο Κωνσταντίνο, δεν σταμάτησα να πίνω» και «μα τον Άγιο Ιωάννη, το ποτό θα με τρελάνει» σε αψεγάδιαστο στυλ παραδοσιακού ηπειρωτικού μοιρολογιού, σε βάζουν στο σύμπαν του δίσκου, με το "Τα Λίγα Λόγια" που το διαδέχεται, να συνεχίζει αυτό το πάντρεμα παραδοσιακού και σύγχρονου στοιχείου. Βαριά 808s αγκαλιά με παραδοσιακό βιολί, ένα hook βγαλμένο από πανηγύρι, γλεντζέδικα verses και ένα σόλο στο τέλος, οι Pindos πετυχαίνουν διάνα σ’ αυτό το πάντρεμα, με την ίδια φόρμουλα ηχητικά να συνεχίζεται και στο "Πυρρίχιο". Ακόμα πιο ξεσηκωτικό ρεφρέν, σαν γηπεδικό σύνθημα, αναφορές τόσο στη παράδοση, όπως προδίδεται και στον τίτλο, όσο και στο χιπ-χοπ στοιχείο και «τα drums του RZA», και ένα on point, αν και λίγο αδιάφορο verse από τον Dani, συνεχίζουν αυτό το ιδιαίτερο ταξίδι που ακροβατεί ανάμεσα στον νεωτερισμό, στην "Αμερικανοποίηση" και στην παράδοση, πάντα με το στοιχείο της αλητείας.

Αυτό γίνεται ακόμα πιο εμφανές στο προσωπικό μου αγαπημένο, "Ιθάκη", με παραδοσιακό έγχορδο και 808s να σε γκρουβάρουν, τον Θελ να έχει το καλύτερο του, για μένα, verse και τον Μπελαφόν να ντύνεται λαϊκός τραγουδιστής και να μας χαρίζει ένα ρεφρέν-λαϊκό ύμνο, αλλά και στο ακραία εθιστικό banger «Έτσι με έμαθαν οι δρόμοι», με στίχους όπως «Tony soprano πριν αρχίσω με τα Prozac μου, τα χείλη μου στεγνά και διψασμένα για την Ρόζα μου» και «όλα είναι δρόμος, κοζαρω την θέα», πάντα υπό τον ήχο ενός groovy Detroit beat, παρέα με ένα απίστευτα ταιριαστό feat από τον Κάτοχο και , φυσικά, ένα ακόμα εθιστικό ρεφρέν από τον Μπελαφόν. Όπως έχει γίνει εμφανές, τα ρεφρέν, αν και πάντοτε ήταν το δυνατό σημείο των Pindos, στο URSA MAJOR είναι το μεγάλο highlight του δίσκου, κάνοντας κάθε κομμάτι αξιομνημόνευτο, ακόμα και όταν τα verses ή οι παραγωγές δεν είναι στο ίδιο επίπεδο, όπως στο "Μαντρουγάδα" (τρομερά verses από αμφότερους, αλλά σόρρυ, με έχουν κουράσει τα drill beats από το 2022) ή στο εξωτικό "Χαβανέζος", με μια απρόσμενη, αλλά απόλυτα ταιριαστή συνεργασία με τους θρυλικούς Fundracar.

Άξιο αναφοράς αποτελεί το "Ξημερώματα", σε ένα ιδιαίτερο πάντρεμα dancehall γκρούβας και ηπειρώτικου νταλκά, με μια, ω τι έκπληξη, εξαιρετική guest εμφάνιση του Μικρού Κλέφτη, καθώς και το "Τρομπέτες και Τσιγάρα", το πιο «σλαβομακεδόνικο» κομμάτι του δίσκου, λόγω των χάλκινων στο beat, όπου συνεχίζεται τόσο η θεματική περί «κακής» και σκυλίσιας ζωής, όσο και τα αξιομνημόνευτα ρεφρέν, γεμάτα νταλκά αλλά και χαρακτήρα ντόπιου πανηγυριού. Τα μόνα μελανά σημεία του δίσκου αποτελεί το "Καρμανιόλα", μιας και ούτε το ρεφρέν κατάφερε να το κάνει αξιομνημόνευτο, αλλά και κάποια verse του Θελ, ο οποίος αν και φοβερά βελτιωμένος στο ΔΕΝΤΡΙΜ, εδώ νιώθω δεν έκανε το ίδιο step up, χωρίς να σημαίνει αυτό ότι δεν έχει εξαιρετικά verses και lines, όπως προανέφερα.

Καταληκτικά, η θεματολογία των Pindos Atletico στο URSA MAJOR συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε στον προηγούμενο δίσκο, γεμάτη αλκοόλ, τσιγάρα, άστατη ζωή γεμάτη καλοπέραση και γλέντι, αλλά και σκοτάδια και νταλκά, με αναφορές που σε ταξιδεύουν από την Νέα Υόρκη μέχρι τα Ζαγοροχώρια. Η κύρια διαφορά και ίσως το step up σε σχέση με τις προηγούμενες κυκλοφορίες τους, ήταν η ακόμα πιο έντονη επιρροή από παραδοσιακή μουσική στις κατά τα άλλα, μοντέρνες παραγωγές γεμάτες 808s και hard hitting drums, καθώς και τα αμιγώς καλογραμμένα και άρτια εκτελεσμένα ρεφρέν, τα οποία ενίσχυσαν ακόμα περισσότερο το παραδοσιακό στοιχείο. Οι Pindos δείχνουν να καταλαβαίνουν και να σέβονται απόλυτα την παραδοσιακή μουσική και τον τόπο τους , καταφέρνοντας να τον μπλέξουν με τον νεωτερισμό και την εφηβική αλητεία που κουβαλάει το χιπ χοπ, δίχως να ακούγεται άβολο, πλην ελαχίστων στιγμών.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured