Jeff Tweedy

Παρατήρηση πρώτη: H μπάντα του Jeff Tweedy, οι Wilco, στην Ελλάδα δεν χαίρουν της αναγνώρισης που τους αξίζει. Στην Αμερική τους τιμούν όσο και τους Radiohead. Ειδικά το τέταρτό τους άλμπουμ, το πολυδιάστατο post-americana Yankee Hotel Foxtrot (2002), αντιπαραβάλλεται με το OK Computer

Παρατήρηση δεύτερη: O Jeff Tweedy είναι πολυγραφότατος δημιουργός. Μέσα σε είκοσι χρόνια, οι Wilco μετράνε δεκατρία άλμπουμ και ο ίδιος πέντε προσωπικούς δίσκους. Ωστόσο οι σόλο ηχογραφήσεις του σε καμιά περίπτωση δεν συνιστούν εφήμερα side-project η διαλείμματα∙ πρόκειται πάντα για ξεχωριστά, ολοκληρωμένα έργα.

Ο Tweedy ήταν πάντα ένας εμπνευσμένος και παραγωγικός καλλιτέχνης αυτού που γνωρίζουμε και αγαπάμε ως americana. Ήδη από τα χρόνια που γαλουχήθηκε στη μουσική με τους Uncle Tupelo, των οποίων το ντεμπούτο άλμπουμ No Depression, που κυκλοφόρησε το 1990, όταν ο Tweedy ήταν 22 ετών, έγινε το συνώνυμο της americana. Έκτοτε, ωστόσο, ως δημιουργός ο Tweedy υπερέβη κατά πολύ το είδος.

Παρατήρηση τρίτη: Tα τριπλά LP είναι ριψοκίνδυνη δουλειά ακόμα και για τους πιο εκλεκτούς. Τα ιστορικά παραδείγματα αφθονούν, από το All Things Must Pass του George Harrison (1970) έως το Emancipation του Prince (1996) και από το Sandinista! των Clash (1980) έως το The Fragile των Nine Inch Nails (1999) – ηχηρές εξαιρέσεις στον κανόνα των άνισων τριπλών δίσκων αποτελούν το The Last Waltz των Band (1978) και το Metal Box των Public Image Ltd.(1979).

Το Twilight Override εδράζεται στον πυρήνα της διαλεκτικής ανάμεσα στις τρεις παραπάνω παρατηρήσεις, δηλαδή στο σημείο όπου συγκλίνουν οι αντιφάσεις τους. Ο ίδιος ο Tweedy δήλωσε ότι ένιωσε την έμπνευση να δημιουργήσει το δικό του τριπλό άλμπουμ ύστερα από μια κοινή ακρόαση του Sandinista! με τους γιους τους Spencer και Sammy.

Είναι αλήθεια ότι το άλμπουμ χρειάζεται χρόνο και προσήλωση για να αποκαλύψει τα χαρίσματά του. Στην αρχή, 30 κομμάτια μπορεί να φαίνονται συντριπτικά πολλά, μια επίθεση από ακατέργαστα διαμαντάκια μεσαίας διάρκειας - βγαλμένα από την ίδια μήτρα που γέννησε άλμπουμ όπως το -υποτίθεται- στριφνό και δύσκολο White Album των Beatles: ένα White Album όμως όπως θα το ξανάπαιζαν ο Lou Reed και ο John Cale, με ισχυρές δόσεις americana.

Η πρώτη ακρόαση είναι δύσκολη, κυρίως λόγω της αντιληπτής ομοιότητας στην ενορχήστρωση, τον τόνο, τη φωνή του Tweedy και τον ρυθμό των κομματιών. Χρειάζονται αρκετές ακροάσεις για να αναδειχθούν τα highlights μιας εξαιρετικής ορχηστρικής και φωνητικής υποστήριξης, να αναλυθούν οι συχνά κρυπτικοί στίχοι του Tweedy και να εντοπιστούν μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες αλλαγές ρυθμού.

Ο πρώτος δίσκος φτιάχνει την ατμόσφαιρα τέλεια. Το "One Tiny Flower" αποτελείται από ακουστική κιθάρα, μπάσο, φωνητικά, ντραμς, ηλεκτρική κιθάρα και μερικές κομψές γραμμές συνθεσάιζερ και πιάνου. Είναι λιτό και χαλαρό, σαν λουλούδι που φυσάει στον άνεμο. Τα "Caught Up in the Past", "Forever Never Ends", "Secret Door" και "Betrayed" ακολουθούν μια παρόμοια σύνθεση. Υπάρχει πολλή ακουστική-ηλεκτρική δυαδικότητα στο πρώτο μέρος και λειτουργεί καλά για να στήσει το σκηνικό για αυτό που πρόκειται να ακολουθήσει. Ο δεύτερος δίσκος στηρίζεται λίγο περισσότερο στην μελαγχολία. Ο τρίτος δίσκος είναι cosmic American music, σύμπραξη country, blues, soul, gospel και rock σε κάτι επικό και μεγαλειώδες, όπως ταιριάζει στο τέλος αυτού του επικού μουσικού ταξιδιού.

Tο "Stray Cats in Spain" είναι σε μεγάλο βαθμό ροκαμπίλι παιγμένο με ακουστική κιθάρα και το "Enough" ένα χαλαρό ροκάδικο κομμάτι με ωραίο κιθαριστικό riff και ατμόσφαιρα της δεκαετίας του '60.  Το "Feel Free" είναι ίσως το κεντρικό κομμάτι του άλμπουμ, ένα αργό, ψυχεδελίζων επτάλεπτο κομμάτι-εξερεύνησης τρόπων για να απελευθερώσει κανείς το νου του. Το θρασύτατο "Lou Reed Was My Babysitter" είναι σαφώς το πιο θορυβώδες κομμάτι, μια σπονδή στοον λευκό θόρυβο του White Light/White Heat των Velvet Underground. Αντίστοιχα, το ντελικάτο power-pop "Too Real" αναζητά έμπνευση στο φάντασμα του Alex Chilton.

Το "Love is for Love" είναι ένα αινιγματικό τραγούδι με απαράμιλλη σπανιόλικη ακουστική κιθάρα, στα χνάρια του Forever Changes, ενώ στο country-swing "Sign of Life" πρωταγωνιστεί η gospel χορωδία και τον ήχο χρωματίζει ένα μάλλον σκυθρωπό βιολί.

Όπως και στις κορυφαίες στιγμές των Wilco, σε άλμπουμ όπως το Summerteeth ή το προαναφερθέν Yankee Hotel Foxtrot, δεν λείπουν οι αναφορές στην pop της δεκαετίας του '60/'70: το riff στο "Better Song" παραπέμπει στο "Norwegian Wood" των Beatles , το "Blank Baby" έχει μερικές μαγικές αρμονίες που θυμίζουν Beach Boys, οι γυναικείες αρμονίες είναι εντυπωσιακά σπεκτορικές σε όλη την έκτασή τους στο "No One's Movin On".

Το σετ ολοκληρώνεται με το πιο πιασάρικο τραγούδι του άλμπουμ, το "Enough", με ένα υπέροχο riff, όμοιο με το "Waterloo Sunset" των Kinks.  

Το άλμπουμ με το οποίο ίσως παρουσιάζει εκλεκτικές συγγένειες το Twilight Override είναι το Self Portrait, το διπλό LP του Bob Dylan του 1970. Το εν λόγω άλμπουμ, με 24 τραγούδια που μοιράζονταν ανάμεσα σε παράξενες νέες συνθέσεις και άγνωστες διασκευές, είχε χλευαστεί ευρέως στην εποχή του, αλλά ήταν βαθιά μελαγχολικό και εν τέλει ικανοποιητικό. Το Twilight Override αποτελείται μόνο από παράξενα, όμορφα και πρωτότυπα τραγούδια, αλλά η γενική αίσθηση που αφήνει είναι παρόμοια με αυτή του άλμπουμ του Dylan – χωρίς όμως «τις μαλακίες», για να ανατρέξουμε στη μνημειώδη κριτική του Greil Marcus στο Self Portrait.  

Παρά την ποικιλία των ειδών και των επιρροών που εξερευνά εδώ ο Tweedy, ενότητα ύφους χαρακτηρίζει το Twilight Override. Υπάρχουν πολλά για να απολαύσει κανείς σ’ αυτά τα τριάντα τραγούδια που διαρκούν σχεδόν δύο ώρες. Οι επαναλαμβανόμενες ακροάσεις αναμφίβολα θα ανταμείψουν πλουσιοπάροχα τους υπομονετικούς.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured