Οι Razorlight αποτελούν χαρακτηριστική περίπτωση αγγλικού συγκροτήματος των zeros με έδρα την Αγγλία. Όπως και τόσοι άλλοι, ξεκίνησαν κι αυτοί επιβιβαζόμενοι στο τρένο της μεγάλης garage αναβίωσης –όπως την κήρυξαν στις αρχές της δεκαετίας οι Strokes με το Is This It?. Όπως και τόσοι άλλοι, επίσης, βρήκαν υποστήριξη από το διψασμένο για νέες τάσεις «κατεστημένο» για ό,τι ήθελαν να κάνουν, είτε με αυτό εννοούνται οι μεγάλες δισκογραφικές, είτε τα πολύ επιδραστικά μουσικά περιοδικά. Τα οποία, όσοι δεν έχουν πάει ποτέ τους στη Βρετανία (ή όσοι απλώς εθελοτυφλούν), κάνουν συχνά το λάθος να τα θεωρούν πιο ανεξάρτητα και πιο έγκυρα από ό,τι στην πραγματικότητα είναι. Το αποτέλεσμα, λοιπόν, αναμενόμενο: ένα τριπλά πλατινένιο ντεμπούτο κατέστησε τους Razorlight γνωστούς τόσο στην πατρίδα, όσο και σε άλλες χώρες όπου καταναλώνεται η αγγλοσαξονική μουσική. Και ήταν μια χαρά άλμπουμ το Up All Night (2004), για να πούμε και του στραβού το δίκιο.

Όμως, όπως και με άλλους Βρετανούς «ήρωες» των zeros, στο σημείο εκείνο ξεκίνησαν και τα προβλήματα. Το επίσης πολυπλατινένιο Razorlight του 2006 μπορεί να κέρδισε τα ραδιόφωνα με το “America”, αλλά ο υποτιθέμενα πιο ώριμος ήχος του δεν έπεισε ιδιαίτερα για τα σοβαρά καλλιτεχνικά του εχέγγυα. Και να 'μαστε τώρα στο τρίτο κατά σειρά άλμπουμ, όπου η παρέα του Johnny Borrell προσπαθεί να σταθεί στο ύψος τεράστιων προσδοκιών με μια σειρά από (κυρίως) pop/rock μπαλάντες. Όσοι λοιπόν τους γνώρισαν –και τους ήθελαν– ως indie μπάντα, φρίκαραν με την καλογυαλισμένη, στρογγυλοποιημένη παραγωγή του Mike Crossey. Και ίσως δικαιολογημένα, το δικό μου πάντως θεματάκι με το Slipway Fires δεν εστιάζεται σε indie απωθημένα και εμμονές. Εστιάζεται στο ότι μια μπάντα που ξεκίνησε με πιο δυνατές δόσεις ηλεκτρισμού, ξαφνικά, μέσα σε 4 μόλις χρόνια, διεκδικεί μερίδιο σε μια pop/rock τραγουδοποιΐα η οποία υπερβαίνει το δικό τους ορόσημο (τους Strokes) τόσο χρονικά, όσο και ποιοτικά, επιχειρώντας να κοιτάξει κατάματα τον ...Bob Dylan, τους Simon & Garfunkel και τους Fleetwood Mac, ακόμα δε και τις Bangles (στο “Tabloid Lover”)!

Οι Razorlight δεν είναι αυτόφωτη μα ούτε και ατάλαντη περίπτωση, ούτε και μπάντα ολότελα κατασκευασμένη από το hype. Έχουν αποδείξει ότι είναι σε θέση να γράψουν μαζικές μα όχι φτηνιάρικες μελωδίες και έχουν έναν frontman λίγο εκνευριστικό ίσως στις υψηλές συχνότητες, γενικώς όμως εκφραστικό. Αλλά έχουν μπερδέψει πολλά πράγματα μέσα τους και έξω τους: τις πλατινένιες πωλήσεις και τα εξώφυλλα στα μεγάλα περιοδικά με την indie αυθεντικότητα, τους Strokes με τους Snow Patrol και τη mainstream αποδοχή με την ευκολία.

Στο Slipway Fires δεν έχουν πια ιδέα για το ποιοι είναι και πού θέλουν να πάνε τον ήχο τους, δαγκώνοντας έτσι μια μπουκιά πολύ μεγαλύτερη από το στόμα τους: μπορεί να καταθέτουν 2-3 συμπαθητικά τραγουδάκια (με καλύτερο το “North London Trash”), το σύνολο όμως κρίνεται άνευρο, βαρετό και κοιτάει να μοιάσει σε πράγματα τα οποία, κανονικά, θα έπρεπε να τους προξενούν ίλιγγο και μόνο που αναλογίστηκαν να τα προσεγγίσουν –πάρτε για παράδειγμα το πώς ο Borrell αλλάζει το ερμηνευτικό του στιλ, προσπαθώντας να βάλει σε αυτό κάτι από Dylan. Αυτά, όμως, (καλώς) παθαίνουν όσοι περπατάνε ξυπόλυτοι στ’ αγκάθια...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured