Θα λέγαμε ότι ο Κωστής Δρυγιανάκης «επιστρέφει» με την Προσέγγιση, αν υπήρχε η απουσία που μπορεί να στοιχειοθετήσει μια επιστροφή. Ο Δρυγιανάκης, όμως, δηλώνει διαρκώς παρών τα τελευταία χρόνια· δραστήριος πάντοτε και πεισματικά ερασιτέχνης, δηλαδή εραστής της ιδιαίτερης τέχνης του. Ήδη μέσα στο 2019, στο τέλος του οποίου βγήκε η Προσέγγιση, έχει κάνει άλλες δύο βουτιές στο αρχείο του για να κυκλοφορήσει ή να επανακυκλοφορήσει παλαιότερες δουλειές (για τις οποίες μπορείτε να ανατρέξετε σε αντίστοιχα κείμενα του Χάρη Συμβουλίδη εδώ και εδώ).

Αυτή η ιδιαίτερη τέχνη του Δρυγιανάκη φαίνεται να προϋποθέτει την έννοια του αρχείου· φαίνεται επίσης ότι χρειάζεται να φανταστεί τον καλλιτέχνη σαν έναν ακούραστο αρχειοθέτη: έναν ευφάνταστο μοντέρ, ο οποίος συνάπτει, συνενώνει και διαπλέκει μεταξύ τους διάφορες ηχητικές πηγές.

Ωστόσο, η εμπλοκή του αρχείου (όπως βέβαια και η γενικότερη παρουσία του Δρυγιανάκη στα μουσικά πράγματα) δεν έχει τόσο ή μόνο να κάνει με την ανάσυρση στην επιφάνεια κάποιων ξεχασμένων σπαραγμάτων του παρελθόντος. Η ίδια η μεθοδολογία που χρησιμοποιεί ο Βολιώτης συνθέτης δίνει στο αρχείο μια πιο δημιουργική ερμηνεία. Κι αυτό γιατί μια μέθοδος που συνίσταται στη συμπαράθεση ή αντιπαράθεση διαφορετικών αρχειακών ηχητικών πηγών (πηγών δηλαδή που προϋπάρχουν της στιγμής της σύνθεσης), μπορεί να μετατρέψει αυτές τις πηγές σε ολόκληρη ορχήστρα· την οποία ο συνθέτης-αρχειοθέτης συστήνει και κατευθύνει, με σκοπό να αφηγηθεί μια ιστορία.

Στα πλαίσια μιας τέτοιας αφηγηματικής λειτουργίας της σύνθεσης, τα νοήματα των ηχητικών πηγών ενισχύονται ή αποδομούνται, ενώ συχνά δημιουργούνται (μέσω, αλλά και λόγω της συμπαράθεσης/αντιπαράθεσης) νέα νοήματα, σε κάποιον βαθμό ανεξάρτητα από τα αρχικά. Για να συμβεί αυτό, για να εξυπηρετηθεί δηλαδή η αφηγηματική ροϊκότητα της σύνθεσης και η πλαστικότητα των νοημάτων της, ο συνθέτης-αρχειοθέτης χρειάζεται επινοητικότητα και επιδεξιότητα στην επιλογή και συρραφή των ηχητικών πηγών. Στοιχεία στα οποία ο Δρυγιανάκης έχει επανειλημμένα αποδείξει την επάρκειά του.

Πιο συγκεκριμένα, στην Προσέγγιση γράφει κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως σπονδυλωτό ηχητικό μυθιστόρημα. Βασικοί άξονες στον δίσκο είναι τρεις λεκτικές αφηγήσεις: τα κείμενα Εισαγωγή στη Ζωολογικοκηπολογία (2001) και Κοινοτοπίες (2012) των Θανάση Χονδρού & Αλεξάνδρας Κατσιάνη (του Δημοσιοϋπαλληλικού Ρετιρέ), αποσπάσματα από το διήγημα Σημεία Τομής στο Παρίσι (2018) του Θάνου Κόη (των Lost Bodies) και κομμάτια από τα (ονειρολογικά) ημερολόγια του ίδιου του Δρυγιανάκη, από την περίοδο 2006-2012.

Οι αφηγήσεις αυτές εξελίσσονται σε συνέχειες, παρεμβάλλονται η μία στην άλλη, και στήνουν ένα πλέγμα το οποίο συμπληρώνει και συμπληρώνεται από τις ηχητικές επιτελέσεις, δηλαδή από ηχογραφήσεις πεδίου ή ηχογραφήσεις μιας παράξενης ορχήστρας, που αποτελείται από «τυπικά» όργανα (τσέλο, σαξόφωνο, κόρνο, κιθάρα, μπάσο, κρουστά κ.ο.κ.) και από λιγότερο τυπικά, όπως παιδικά όργανα, μπαλόνια ή γάντια. Ο αυτοσχεδιασμός, ή καλύτερα ένα αυτοσχεδιαστικό παιχνίδι, είναι μάλλον η βασική μέθοδος της εν λόγω ορχήστρας· κάτι που δίνει στο όλο πράγμα μια επιπλέον ζωηράδα και συντείνει στην τάση των συγκεκριμένων συνάψεων να αναζητούν ή έστω να μην αποκλείουν το αναπάντεχο.

Σε όλη τη διάρκεια των 68 λεπτών της Προσέγγισης, ο Δρυγιανάκης διατηρεί τη διερευνητική και ταυτόχρονα παιγνιώδη ματιά του, ενώ περιηγείται με αξιοθαύμαστη ευελιξία μεταξύ διαφορετικών προθέσεων, διαθέσεων, συνθέσεων και αντιθέσεων. Η αφήγηση που τελικά στήνει είναι πολυσυλλεκτική και πολυεπίπεδη, διαθέτει παλμό και φαντασία. Και, όπως συνήθως συμβαίνει με τις δουλειές του Δρυγιανάκη, ανταμείβει τον επίμονο ακροατή για την ακροαστική επιμονή του.

μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το άλμπουμ μέσω BandCamp, πατώντας εδώ

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured