Ο Οκτώβριος δεν θα μπορούσε να μην φέρει μαζί του κι ένα κύμα νέου post-punk ρεαλισμού, άλμπουμ που κοιτούν το παρόν μέσα από θολές βιτρίνες και ηλεκτροφόρες γραμμές. Από τους Chameleons που επιστρέφουν με ωριμότητα και συγκίνηση, μέχρι τους Nation of Language που ξαναγράφουν τη νοσταλγία σε ψηφιακό ρυθμό, τους Snooper που ουρλιάζουν με χαρά και τις Automatic που μετατρέπουν το άγχος της εποχής σε απίστευτη γκρούβα, ο μήνας αυτός μοιάζει σαν να μας ψιθυρίζει: το σκοτάδι δεν είναι πίσω μας, είναι ο καθρέφτης όπου συνεχίζουμε να χορεύουμε.
Snooper – Worldwide (Third Man Records, 2025)
Αν το Super Snooper του 2023 ήταν ένα πυροτέχνημα (ένα γρήγορο, αυθόρμητο “μπαμ” στο post-punk σύμπαν) το Worldwide είναι η στιγμή που η λάμψη αποκτά μια πιο βέβαιη τροχιά, πριν εκτροχιαστεί το σύμπαν ολόκληρο. Οι Snooper επιστρέφουν με την ίδια παιδική φρενίτιδα, αλλά με καλύτερα εργαλεία, καθαρότερο βλέμμα και έναν παραγωγό (John Congleton) που ξέρει να κάνει τον ήχο να βράζει χωρίς να καίγεται. Το αποτέλεσμα είναι ένα άλμπουμ που ανατινάζει τις συμβάσεις του punk με αφετηρία την ίδια του την ευφυή βλακεία.
Οι Blair Tramel, Connor Cummins και η παρέα τους γράφουν τραγούδια σαν να πρόκειται για βιντεάκια 15 δευτερολέπτων, μόνο που τώρα κρατούν για 3 λεπτά, και αυτό είναι που εδώ κάνει όλη τη διαφορά. Η διάρκεια δίνει στον ήχο τους χώρο να αναπνεύσει, να ξεδιπλώσει hooks που κολλάνε στο κεφάλι και να αφήσει την ειρωνεία να μεταμορφωθεί σε σχόλιο. Το "Guard Dog" είναι το τέλειο παράδειγμα: μια χαρούμενη καταστροφή που θα μπορούσε να είναι παιδικό τραγούδι αν δεν έβραζε κάτω από μια στρώση άγχους και distortion. "Dogs only bark when I’m with you" τραγουδάει η Tramel, με το χαμόγελο ενός ανθρώπου που έχει ήδη συνειδητοποιήσει ότι το σύμπαν την παρακολουθεί.
Σε κομμάτια όπως το "Worldwide" και το "Company Car", οι κιθάρες γίνονται σφιχτές σαν λάστιχα δρόμου, ενώ η φωνή της Tramel αιωρείται πάνω από το χάος, ευδιάθετη και απελπισμένη μαζί. Το "Relay" θυμίζει τι θα γινόταν αν οι Devo έπαιζαν σε κάποιο υπόγειο του Νάσβιλ με ένα drum machine που τρελαίνεται σιγά σιγά, ενώ το "Come Together" των Beatles περνάει από έναν ψυχεδελικό καταστροφέα και βγαίνει αλλόκοτα… λογικό.
Το Worldwide έχει κάτι από το άγχος της ψηφιακής εποχής. Είναι το soundtrack της ζωής όταν όλα γίνονται ταυτόχρονα και εσύ πρέπει να διαλέξεις ποιο tab στον browser θα κλείσεις πρώτο. Ο Congleton γεμίζει το μιξ με μικρο-παράσιτα, feedback, ηλεκτρονικά ψήγματα, σαν να σε βομβαρδίζει το ίδιο το ίντερνετ με παλμούς. Οι Snooper κάνουν pop μέσα από το θόρυβο, με τη μαεστρία που μόνο όσοι δεν την παίρνουν πολύ στα σοβαρά μπορούν να πετύχουν. Το άλμπουμ κλείνει με το "Subdivisions", ένα τετράλεπτο απόκοσμο κομμάτι που λιώνει από post-punk υγρασία σε κιθαριστική έκρηξη. Είναι η πιο ώριμη στιγμή του δίσκου: εκεί όπου το παιχνίδι συναντά την παραίτηση και η παραίτηση μετατρέπεται σε δύναμη.
Οπότε, αν το Super Snooper ήταν το χαμόγελο πριν τη σύγκρουση, το Worldwide είναι το ατύχημα που βγαίνει «κούκλα» στη φωτογραφία. Ένα άλμπουμ που ζει μέσα στο χάος της εποχής του, το μεταβολίζει και το επιστρέφει ως ηλεκτρική χαρά.
Βαθμολογία: 7
Chameleons – Arctic Moon (Metropolis Records, 2025)
Ποιος είπε ότι ζεις μόνο δύο φορές; Οι Chameleons, αιώνια "παραλίγο" θρύλοι του post-punk, επιστρέφουν για τρίτη φορά και αυτή τη φορά δείχνουν να το εννοούν. Το απέδειξαν, άλλωστε, και στο φετινό Death Disco Open Air Festival. Το Arctic Moon μοιάζει σαν μια αναγέννηση: οι κιθάρες του Reg Smithies λάμπουν, το μπάσο του Mark Burgess ανασαίνει βαθιά, και οι νέες προσθήκες φέρνουν αέρα που δεν μυρίζει καθόλου νοσταλγία αλλά νέα ζωή.
Το άλμπουμ είναι μια περιπλάνηση ανάμεσα στο φως και τη φθορά. Στο "Where Are You?" ο Burgess τραγουδά για σχέσεις που καταρρέουν μέσα σε ομίχλη επιθυμίας· στο "Lady Strange" ο πόνος μετατρέπεται σε ένα (σχεδόν) ηρωικό ρεφρέν, ενώ το "Free Me" φλερτάρει με την (καλή) επική μελαγχολία των U2 των 80s, χωρίς να χάνει το στίγμα των Chameleons με όλο το μεγαλείο της απώλειας.
Η κορυφαία στιγμή, το "David Bowie Takes My Hand", είναι ένα μικρό δράμα για τη θνητότητα και τη λύτρωση, με χορωδίες, έγχορδα και μια από εκείνες τις αναβάσεις που θυμίζουν γιατί αυτή η μπάντα κάποτε έδωσε νόημα στη φράση "epic melancholy".
Το Arctic Moon δεν θέλει να έχει σχέση και δεν παριστάνει καθόλου το παρελθόν, αντίθετα το τιμά χωρίς να το φοβάται. Είναι ώριμο, στιβαρό, και συναισθηματικά εκτεθειμένο με τρόπο που μόνο όσοι έχουν δει τη δόξα και τη σιωπή της λήθης μπορούν να τολμήσουν. Και με αυτό οι Chameleons επιστρέφουν όχι σαν κάποιο φάντασμα του παρελθόντος, αλλά σαν μάθημα συνέπειας, και ίσως, ναι, ένα από τα πιο ζωντανά και ειλικρινή κεφάλαια της μακρόχρονης πορείας τους.
Βαθμολογία: 7
Nation of Language – Dance Called Memory (Sub Pop Records, 2025)
Οι Nation of Language δεν κοιτάζουν πια πίσω. Με το Dance Called Memory, το τρίτο τους άλμπουμ, απομακρύνονται από τη νοσταλγική αναβίωση της synth-pop των 80s και προχωρούν σε κάτι πιο τολμηρό: μια επανεφεύρεση του συναισθήματος μέσα από τη φόρμα της μηχανής. Τα synths τώρα, αντί να αναβοσβήνουν σαν φτηνές αναμνήσεις, μοιάζουν με σήματα που χάνονται στο διάστημα, κομματιασμένα ραδιοκύματα, αποσπάσματα νήμης που ξανασυνδέονται στο σήμερα.
Το άνοιγμα, με το "Can’t Face Another One", θέτει αμέσως τον τόνο: ένα ρυθμικό bassline σε σπρώχνει προς τα εμπρός σαν μια ανάσα που δεν σταματά, ενώ οι κιθάρες χαράζουν πάνω στα synths μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στη μελαγχολία και την κίνηση. Το "In Another Life" έρχεται σαν ηλεκτρική εξομολόγηση, ίσως το πιο άμεσο και συναισθηματικά ισορροπημένο κομμάτι τους μέχρι σήμερα. Στο "Now That You’re Gone", η απώλεια γίνεται ρυθμός. Κάθε στοιχείο της παραγωγής μεταφράζει τη θλίψη σε κίνηση, σε ένα λυρικό καρδιογράφημα όπου ο παλμός γίνεται beat και η μνήμη groove. Το "I’m Not Ready To Change" λειτουργεί σαν κάποιο μυστικό της νύχτας σε μια σκοτεινή πίστα, εκεί όπου το συναίσθημα συνεχίζει να πάλλεται.
Κορυφαία στιγμή, το "Inept Apollo": μια ηλεκτρονική έκρηξη που θυμίζει Bowie και Berlin School ταυτόχρονα, με τον Ian Devaney να τραγουδά με εκείνη τη χαρακτηριστική αποστασιοποιημένη ευθραυστότητα που κάνει τους στίχους του να πονάνε ακριβώς επειδή δεν παρακαλούν. Είναι η στιγμή που το συγκρότημα ξεπερνά τα όρια του είδους, κι αφήνει πίσω του μια όμορφη αίσθηση θαυμασμού, σαν να βλέπεις το παλιό και αγαπημένο σου μέλλον να ξαναζεί.
Το Dance Called Memory είναι κάτι παραπάνω από ένα νέο άλμπουμ, είναι ένας καινούργιος χάρτης συναισθηματικής ακριβείας για τη σύγχρονη μελαγχολική μουσική. Οι Nation of Language παίρνουν την ψυχρή αισθητική του post-punk και την ανατινάζουν εκ των έσω, μετατρέποντάς την σε κάτι ανθρώπινο, ανήσυχο, και σχεδόν σπαρακτικά ακριβές.
Κάθε synth, κάθε σιωπή, κάθε παύση θυμίζει πως η νοσταλγία δεν μπορεί να είναι άλλο παρελθόν, αλλά ένα παρόν που προσπαθεί να θυμηθεί τον εαυτό του.
Βαθμολογία: 8
Automatic – Is It Now? (Stones Throw, 2025)
Οι Αutomatic από το Λος Άντζελες επιστρέφουν με το Is It Now?, ένα άλμπουμ που μοιάζει να ηχεί μέσα από μια μελλοντική πόλη βυθισμένη στο νέον και την αποξένωση. Το τρίο (Izzy Glaudini, Lola Dompé, Halle Saxon-Gaines) πάντα έπαιζε με τη σύγκρουση ανάμεσα στο groove και τη ψυχρότητα, αλλά εδώ το κάνουν με σταθερή χειρουργική ακρίβεια. Ο ήχος τους παραμένει βαθιά ηλεκτρονικός, συνθετικός, χορευτικός, πανέμορφος, όμως κάτι έχει φαίνεται να έχει αλλάξει: η μπάντα μοιάζει να βρήκε την ανθρώπινη ρωγμή μέσα στη μηχανή.
Το άνοιγμα, με το "Black Box", είναι ένα φουτουριστικό κάλεσμα με bongos που στριφογυρνάνε γύρω από το groove των τυμπάνων, synths που αιωρούνται σαν ηλεκτρικά φαντάσματα από το στούντιο του Gary όταν ακόμα ήταν αφοσιωμένος στους Τubeway Army, φωνές αποστασιοποιημένες, σχεδόν ειρωνικές. Το "Mercury" πατά πάνω σε breakbeats και όργανα που μοιάζουν να στάζουν βενζίνη, μια αλλιώτικη cyber-funk εκδοχή της παρακμής του παρόντος με ένα πανέμορφο φλάουτο να σε κάνει βόλτες σε πιο εξωτικά φουτουριστικά σύμπαντα. Κι έπειτα, τα "mq9" και "Is It Now?", δύο κομμάτια όπου το άγχος γίνεται groove, τα synths λειτουργούν σαν κοφτά βλέμματα και τα κορίτσια δείχνουν ότι μπορούν να χορέψουν τον πανικό χωρίς να χάσουν τον έλεγχο.
Στο "Country Song" η πόλη ξεθωριάζει. Ένας αναλογικός ήλιος ανατέλλει πίσω από τα σύννεφα του νέφους, η φωνή ψιθυρίζει την ανάγκη για απόδραση, ή ίσως για κάτι λιγότερο τεχνητό. Ακολουθεί το "Don’t Wanna Dance", ένα dub-οειδές ιντερλούδιο που στάζει μελωδία και αργή αποσύνθεση, ναι, σαν το soundtrack ενός after party όπου όλοι έχουν ήδη φύγει.
Το "Smog Summer" είναι η ψευδαίσθηση της καλοκαιρινής ανεμελιάς μέσα στην κλιματική κατάρρευση, ένα new wave ραδιοφωνικό τραγούδι που χαμογελά τόσο χαρούμενα ενώ όλα καίγονται. Και όταν στο φινάλε ακούγεται το "Terminal", με τους στίχους στα αραβικά και τη φωνή να γίνεται κραυγή αντίστασης, η μπάντα αφήνει πίσω της κάθε ειρωνεία και αποκτά πολιτική πυκνότητα χωρίς να χρειάζεται καν να την εξηγήσει.
Το Is It Now? είναι η πιο ώριμη και φυσική στιγμή των Automatic: πιο ρυθμική, πιο μελωδική, μα και πιο επικίνδυνη. Μια δισκογραφική απόδειξη ότι το post-punk μπορεί να παραμείνει αιχμηρό χωρίς να εγκλωβιστεί στο παρελθόν κι ότι η ψυχρότητα μπορεί ακόμα να σε κάνει να ιδρώσεις.
Βαθμολογία: 7