Fucked Up – Year of The Goat

Ξεκινάω να γράφω, ανοίγω ένα παλιό τετράδιο όπου οι γραμμές είναι ήδη γεμάτες μουντζούρες και ζωγραφιές, σκόρπιους στίχους, σχεδιασμένα λογότυπα από παλιές punk μπάντες, απωθημένα. Γιατί αν θέλεις να μιλήσεις για το νέο άλμπουμ των Fucked Up, πρέπει πρώτα να περάσεις από εκείνη την λεπτή χαραμάδα που άφησαν οι Damned τον Οκτώβριο 1980 με το Black Albumμια στιγμή όπου το punk, κουρασμένο από την ίδια του την οργή, άπλωσε τα χέρια του προς μια άλλη τεχνοτροπία πιο σκοτεινή, πιο αφηγηματική, πιο πρόθυμη να παραδεχτεί ότι η βία δεν μπορεί να είναι πάντα κραυγή αλλά και ένα βιολί που παίζει μέσα σε ένα μακρύ "πειραματικό" ιντερλούδιο στη μέση ενός τραγουδιού. Μέσα στο Black Album υπάρχει ένα κομμάτι που αν μη τι άλλο, μπορώ να πω με σιγουριά ότι ήταν το πρώτο που έθεσε τα θεμέλια του progressive punk. Kαι το "Curtain Call" ήταν πάντα μια παράξενη μεγάλη τρύπα μέσα στο Black Album των Damned. Μια στιγμή όπου το punk, αυτό το θορυβώδες, ανυπόμονο είδος, ξαφνικά αποφασίζει να σταθεί ακίνητο για 17 ολόκληρα λεπτά και να κοιτάξει τον εαυτό του στον καθρέφτη. Σαν να λέμε δηλαδή το σημείο όπου η μπάντα παραλίγο να γίνουν oι Pink Floyd του punk, και όμως, κάπως, με εκείνη τη θεατρική τους αναίδεια, το φέρνουν εις πέρας.

Ιστορικά, αυτό το κομμάτι είναι η αρχή μιας μεγάλης παρεκτροπής στην ιστορία του punk. Ο τρόπος που ξεκινάει με αυτή τη gothic ατμόσφαιρα, σχεδόν σαν την είσοδο σε μια κατακόμβη που μυρίζει υγρασία και φθορά. Μετά η ανάπτυξη, η επιμονή του ρυθμού, το χαμένο τραγούδι που κρύβεται πίσω από τη σκιά, ώσπου σκάει εκείνη η «poppy punk» έκρηξη, ένα χαμόγελο μέσα στο σκοτάδι, ένα «θυμήσου από πού ξεκινήσαμε». Και τότε, ξανά η περιπλάνηση. Μια μακρά περίοδος πειραματικών ήχων που μοιάζουν περισσότερο με διαδρομές παρά με μουσικά μέρη. Και όταν η ταχύτητα ξανανεβαίνει στο τέλος, το "Curtain Call" κλείνει με εκείνη την περίεργη, σχεδόν ειρωνική, χαρά: η αυλαία πέφτει, αλλά κανείς δεν είναι σίγουρος αν η παράσταση τελείωσε ή αν μόλις ξεκίνησε.

Από εδώ ξεκινάμε, λοιπόν, αν θέλουμε να μιλήσουμε μετά για το νέο άλμπουμ των Fucked Up, το οποίο περιλαμβάνει 2 κομμάτια, 28 και 27 λεπτών αντίστοιχα. Γιατί αν το "Curtain Call" υπήρξε ένα από τα πρώτα μεγάλα μαθήματα του progressive punk το οποίο μας έμαθε πως το χάος μπορεί να έχει διάρκεια, βάθος, και τελετουργία, τότε το μάθημα κάποιοι το άκουσαν πιο προσεκτικά από άλλους και οι Καναδοί αγαπημένοι το φέρνουν στο σήμερα με ένα κυριολεκτικά κονσεπτικό progressive hardcore άλμπουμ που απαιτεί από εσένα πολλές ακράσεις.

“Wake my child, and turn your ear!

Can you hear me calling wild?

Sounds that hold your memories;

Songs that sing our histories”

Το Year Of The Goat σε βάζει κατευθείαν στα βαθιά, σε ένα τοπίο όπου το hardcore δεν είναι μόνο κιθάρες και κραυγές, άλλά ένα υλικό οικοδόμησης, πέτρα, χώμα, φωτιά, νερό, σάρκα. Η παρατεταμένη διάρκεια του άλμπουμ δίνει στους Fucked Up την άδεια να ξεφύγουν από τον εαυτό τους, να φτύσουν τα σύνορα του punk και να μπουν σε περιοχές όπου το prog, το post-rock και η folk δεν είναι είδη αλλά τρόποι να ξαναβρείς την αντοχή σου.

Και μέσα σ’ αυτό το λατομείο ήχων, ο θίασος της μπάντας μεγαλώνει. Η Jennifer Castle με εκείνη τη φωνή που μοιάζει να βγαίνει από ξέφτια παλιών εποχών. Η Tamara Linderman, σαν να περνάει μια ομίχλη πάνω από το χάος. Ο Dwid Hellion, προφήτης του metalcore και frontman των Integrity, που δεν «συμμετέχει» απλώς, αλλά σχίζει τον καμβά για να περάσει μέσα του. Είναι σαν οι Fucked Up να έστησαν ένα ολονύκτιο τελετουργικό και κάλεσαν φωνές-φαντάσματα για να το κρατήσουν ζωντανό. Και το καταφέρνουν. Γιατί εδώ το χάος είναι υφαντό, μεταβαλλόμενο, ένα patchwork πάπλωμα που σου δείχνει τις ραφές του για να μη σε αφήσει ποτέ να νιώσεις ασφαλής, αλλά πάντα θα κρατάει έξω το κρύο.

Τεχνικά, λες ότι ακούς δύο tracks: "Long Ago Gardens" και "Rivers And Lakes". Στην πραγματικότητα όμως, το Year Of The Goat είναι απλώς οι πρώτες δύο κινήσεις από το τελικό μέρος της Zodiac σειράς, το Grass Can Move Stones. Και εδώ συμβαίνει το πραγματικό κόλπο: δεν μπορείς να το κρίνεις απομονωμένα, όπως δεν μπορείς να κρίνεις ένα τυχαίο επεισόδιο του Twin Peaks. Μπαίνεις σε μια ιστορία που έχει ήδη ξεκινήσει πριν από σένα, και ίσως τελειώσει χωρίς εσένα. Για τον αμύητο, το άλμπουμ μοιάζει σαν να πρέπει να διαβάσεις είκοσι χρόνια υποσημειώσεων του post-hardcore για να βγάλεις άκρη. Η πλοκή, αν υπάρχει πλοκή, είναι μια μάζα από σύμβολα, μυθολογίες, φωνές που μπαίνουν και βγαίνουν. Και όμως, οι Fucked Up δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται ούτε στιγμή για το αν θα τους φτάσει ο «επισκέπτης». Δημιουργούν για τους ίδιους, σαν να λένε: «Αν θες να μπεις, βρες τον δρόμο μόνος σου». Kαι γι' αυτό σου έχουν αφήσει όλα τα ίχνη (και τους στίχους) σε pdf στη σελίδα τους στο Bandcamp.

Αυτή η αδιαφορία για το κοινό τους, ή καλύτερα, αυτή η πίστη ότι όποιος αντέξει είναι ήδη δικός τους, μπορεί να δημιουργεί έναν τεράστιο τοίχο. Γιατί δεν είναι ένας δίσκος για να τον συστήσεις. Είναι δίσκος για να χαθείς μέσα του και όπως είπα πιο πριν, απαιτεί πολλές ακροάσεις, μαζί με τους στίχους (θυμάσαι πώς γίνεται;).

Κι όμως, μέσα σε αυτό το άγριο, σχεδόν αφιλόξενο σύμπαν, οι Fucked Up παραδίδουν μερικές από τις πιο εφευρετικές στιγμές της καριέρας τους. Πασπαλίζουν το hardcore τους σαν αλάτι πάνω σε ένα σώμα από drone, folk και prog, χτίζοντας μια εμπειρία που σε τραβάει με την αναπόφευκτη έλξη του μύθου τους. Το Year Of The Goat είναι ένα όχημα, και όχι μόνο για τους πέντε Καναδούς. Ένα μέσο μεταφοράς μέσα στην ίδια την ιστορία του punk, που εδώ δεν λειτουργεί ως μια μοδάτη ή μονολιθική χειρονομία, αλλά ως μια όμορφη αφήγηση με έναν θόρυβο που (όντως) κουβαλάει μπόλικες αναμνήσεις.

Και κάπως έτσι -ωμά, ανοιχτά, χωρίς οίκτο- οι Fucked Up ξαναγράφουν τι σημαίνει εξέλιξη μέσα σε ένα είδος που υποτίθεται πως αρνείται την εξέλιξη. Εδώ η ανυπακοή γίνεται τέχνη. Εδώ η τέχνη επιστρέφει στη βρωμιά. Εδώ η βρωμιά μετατρέπεται ξανά σε ερώτημα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured