Πιστεύουμε την ιστορία όπως γράφεται ή όπως θα θέλαμε να έχει γραφτεί; Θα σας εκμυστηρευτώ το εξής. Έχω ένα φίλο που πιστεύει πως ο Jeff Buckley δεν υπήρξε ποτέ γιος του Tim Buckley. Υποστηρίζει πως επρόκειτο για ένα φοβερό κατασκεύασμα της Columbia που ενορχήστρωσε μαεστρικά το λανσάρισμα του μεγαλωμένου ως "Scottie" Moorhead στο απίθανο προϊόν-βιολογικό τέκνο του πρόωρα χαμένου Tim. Ενώνει υπέροχα τα κομμάτια του παζλ κι είναι κρίμα που αυτή η απίθανη υπόθεσή του δεν έχει πάρει μυθολογικές διαστάσεις ανάλογες με του ξυπόλυτου δεύτερου McCartney που ως γνωστόν αντικατέστησε τον αρχικό.

Ακούγοντας το ντεμπούτο του Dove Ellis (Thomas O’Donoghue λέγεται πως είναι το αληθές) και τις ιαχές των Buckley-αδων εντός του, δεν είναι να απορείτε πως και σκέφτηκα την υπόθεση εργασίας του καλού μου φίλου. Διότι αν τα βάλεις στη σειρά, έχουμε μια περίπτωση ενός δίσκου που εμφανίζετα από το πουθενά, με ελάχιστα βιογραφικά  κατάστιχα για τον ταλαντούχο δημιουργού του, με sold outs στα μικρά βρετανικά του lives, αλλά κι άνοιγμα των συναυλιών των Geese (αν ακούσετε το Blizzard στο Spotify, πιθανότατα θα βρεθείτε κι εσείς στον Cameron Winter και την Prewn μετά το καταληκτικό “Away You Stride”). Το δίχως άλλο, όλα τα παραπάνω μεταφράζονται ως ιδανικά τυράκια για τους απανταχού μουσικογραφιάδες, που ήδη βάζουν τον 22χρονο Ιρλανδό με έδρα το Manchester κάτω από τις ομπρέλες των Yorke, Wainwright, Drake κ.ο.κ, χάρη σε αυτό το διακριτικό, χαμηλόφωνο pop folk σύνολο των δέκα κομματιών του Blizzard.

Ένα ταλέντο που ανατέλλει διαδίδουν για τη νουβέλα του Ellis, προβλέπουν πως θα γίνει μεγάλος, είναι βλέπεις το σπαραξικάρδιο αυτού του μαγνητικού τύπου των έμπλεων συναισθηματισμού δισκογραφημάτων, παρά το μη ανατρεπτικό τους, παραμένουν βούτυρο στο ψωμί της indie ντιρεκτίβας στους εκάστοτε ενθουσιασμούς της περί μεσσιανισμού. Μα δεν μπορείς να του το αρνηθείς. Ο υποσχόμενος Ellis έχει καλά τραγούδια, ευθύβολα, στρωτά, όμορφα βαριεστημένα. Με στίχους-τσιτάτα που δε λανθάνουν "(Love is not) Keeping it loose/(Love is not)What’s in your dreams/(Love is not) Mapped by quotations and it’s not/What it seems, babe”, και ρεφρέν-σιγουράκια “I open my cards, just hoping they’re fine/I cut off out heart, I'm hoping to spend it on you/You/You”. Ακόμη και το εκτός δίσκου “My Tower” που μπορεί να το βρείτε στο YouTube, μαρτυρά πως υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να βαβουριάρει μέχρι και προς ένα Car Seat Headrest δρόμο. Ξαναγυρνώ στο δίσκω και βάζω το “Heaven Has No Wings”, περιμένοντας υπομονετικά το σχολιαστή που θα εμφανιστεί να μου πει τα καθέκαστα για το “Street Fighting Man” των Stones…

Ακούγοντας το επόμενο, χριστουγεννιάτικο “It is a Blizzard” καταλήγω πως όλοι όσοι ακούμε το Blizzard με περισσότερη συμπάθεια από αυτή που του αναλογεί, είναι επειδή εφέτος μας έλειψαν τα άνετα και ήσυχα, τα γενναιόδωρα και τρυφερά δισκάκια της απλότητας. Αναλωθήκαμε πήζοντας στο κουβεντολόι για τα φερόμενα ως ρηξικέλευθα και επιδειξιομανή δήθεν. Τα καρτερήσαμε τα απαραίτητα ανθρώπινα, αυτά που δε βιάζονται για το statement, και εξ’ αυτού, λίγο πριν το 2025 σημάνει το φινάλε του, βρήκαμε ένα από δαύτα. Τι σημασία έχει ακόμη κι αν δώδεκα μήνες μετά, παρά την νεανική του εντιμότητα, μήτε που θα το θυμόμαστε; Για τώρα, για αυτό το χειμώνα, ήταν ακριβώς αυτό που έπρεπε και, στο φινάλε, δε νομίζω πως θα πέσουμε έξω, αν ποντάρουμε στο ότι το όνομα του δημιουργού του, ψευδώνυμο ή μη, θα το συναντήσουμε σύντομα.

Είτε αυτό έχει υποκύψει στα καλέσματα της δημοσιότητας και της υπογραφής στους «μεγάλους», είτε πορευόμενο σε μια νέα tascam portastudio σπιτίσια καταγραφή.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured