Model/Actriz

Κάποιοι θα βαφτίσουν το άλμπουμ Pirouette των Model/Actriz την ποπ (επι)στροφή τους. Στην πραγματικότητα, όμως, το δεύτερο άλμπουμ του κουαρτέτου από το Μπρούκλιν μοιάζει να είναι, εντελώς συνειδητά, απολύτως αταξινόμητο.

Σε μια εποχή που πασχίζει να κατατάξει, να ταξινομήσει και να επιβεβαιώσει τα πάντα μέσα από ετικέτες, δηλώσεις ταυτότητας και ορατότητας, οι Model/Actriz επιλέγουν μια άλλη γλώσσα. Κάθε ήχος, κάθε φράση μοιάζει να δοκιμάζει τα ίδια τα όρια της, χωρίς να υπηρετεί κάποιο σταθερό αισθητικό ή ταυτοτικό πρόταγμα. Βέβαια, αυτή η προσέγγιση δεν είναι πρωτοφανής: το σπάσιμο του εαυτού, η αμφισημία και η υπερένταση στη σκηνή φέρνουν στον νου τις αντικομφορμιστικές performance του Alan Vega. Όμως σε αυτή την εκδοχή, δεν υπάρχει δόγμα, μόνο δόνηση.

Οι Model/Actriz αναδύθηκαν από τα hardcore ακούσματα του ντράμερRuben Radlauer και του κιθαρίστα Jack Wetmore, παιδικών φίλων και συμφοιτητών. Κατανοώντας τους περιορισμούς του συγκεκριμένου μουσικού ιδιώματος και αναζητώντας έναν τραγουδιστή που θα μπορούσε να τους οδηγήσει σε νέες κατευθύνσεις, βρήκαν στο πρόσωπο του Cole Haden το περίεργο, θεατρικό και προκλητικά ερωτικό πλάσμα που θα αναδείκνυε τη δημιουργική τους πρόθεση. Για την ιστορία, αυτή η πρώτη συνάντηση βρήκε τους Radlauer και Wetmore σε ένα υπόγειο, να παρακολουθούν ένα εικαστικό δρώμενο του Haden το οποίο περιλάμβανε τεχνητό αίμα και glitter.

Ήταν 2015 και η Νέα Υόρκη μόλις είχε αποκτήσει το νέο πολύτιμο μυστικό της, που θα κρατούσε καλά κρυμμένο ως το Φεβρουάριο του 2023, οπότε και κυκλοφόρησε το ντεμπούτο τους Dogsbody, με τον Aaron Shapiro να συμπληρώνει την τετράδα σε μπάσο και παραγωγή.

Το Dogsbody δεν είναι ένα εύκολο άκουσμα. Είναι σκληρό, θορυβώδες και τρομακτικό. Είναι σεξουαλικό, εσωστρεφές και ανακουφιστικά gay. Gay, κατά τα λόγια του ίδιου του Haden, που δεν έκρυψε ποτέ τον σεξουαλικό αυτοπροσδιορισμό του. Ανακουφιστικό, για εμένα, εξαιτίας της ζωηρής αντιπαράθεσης ανάμεσα στον θορυβώδη, σκληρό ήχο και τη ρευστή, queer στιχουργική και ερμηνεία.

Το Pirouette, που κυκλοφόρησε τη φετινή χρονιά από την True Panther Sounds στην Αμερική, κρατά τα αναγνωρίσιμα, πλέον, εκκωφαντικά και αυτοαναφορικά στοιχεία, μα φέρνει ακόμη περισσότερες πτυχές της μπάντας στο φως. Μάλιστα, εκείνες οι πιο "ποπ" ή "ήπιες" στιγμές του λειτουργούν ομοιοστατικά, ισορροπώντας το συνολικό ηχητικό τοπίο.

Το άλμπουμ διαδραματίζεται ως άλλη σειρά τελετουργικών φάσεων, πάνω και πίσω από τη σκηνή. Το ιδιωτικό και το δημόσιο διαπλέκονται σε αυτό-αποκαλυπτικούς στίχους, που συχνά διερωτώνται για τις πολλαπλές ταυτότητες του καλλιτέχνη. Ίσως είναι το βάρος αυτών των ομολογιών που επιβάλλει και την ηχητική πιρουέτα του συγκροτήματος, που στρέφεται σε ένα πολύ πιο ψυχρό και υπολογισμένο ρυθμικό πλαίσιο.

Το εναρκτήριο κομμάτι, "Vespers", λειτουργεί ως επίκληση στη μούσα, με την προσωπική εμπειρία να γίνεται η ίδια πηγή έμπνευσης. Η ερώτηση "Are you her?" που επαναλαμβάνεται γίνεται μάντρα για την ανάληψη ενός ρόλου που είναι τόσο επιτελεστικός όσο και βαθιά προσωπικός, δίνοντας παράλληλα τον παλμό – ο δίσκος αυτός δημιουργήθηκε ως μια προσωπική αναζήτηση, και για το λόγο αυτό δεν προσπαθεί να αποδείξει τίποτα.

Ο Haden βουτάει βαθιά στα παιδικά του χρόνια στο "Cinderella" που ακολουθεί αλλά και το "Headlights", αποκαλύπτοντας πρώιμες εμπειρίες (σεξουαλικής) καταπίεσης. Η αντιπαράθεση του πολυπρισματικού, λαμπερού εαυτού του με την ντροπή του παρελθόντος σκηνοθετείται ως παράσταση, μετατρέποντας το άλμπουμ σε ένα είδος καμπαρέ μνήμης και μεταμόρφωσης.

Βέβαια, ο αγώνας του Haden δεν είναι μόνο προσωπικός, αλλά και καλλιτεχνικός. Στο ανατριχιαστικό "Diva" εξιστορείται πώς χτίζονται και καταρρέουν οι δημόσιες περσόνες. Στίχοι όπως "You could call me a small business owner / Living in America, while trapped in the body of an operatic diva" ενσαρκώνουν αυτή την ένταση ανάμεσα στην έκφραση και την εμπορευματοποίηση.

Το "Acid Rain", που για τους εξοικειωμένους ακροατές θυμίζει κάτι από Xiu Xiu, εκπλήσσει με την ευαλωτότητά του και τον προσβάσιμο ήχο του, ενώ το "Departures" ακούγεται σαν εσωτερικός μονόλογος χωρίς τέλος με industrial επιρροές. Εδώ, η επιθυμία για ομορφιά γίνεται εγγύηση ασφάλειας απέναντι στην απόρριψη.

Το "Audience" ακολουθεί τη γνωστή Model/Actriz συνταγή, με αιχμηρούς στίχους να πέφτουν αινιγματικά πάνω σε πυκνά κρουστά, τα οποία προϊδεάζουν για το τραχύ "Ring Road" που έπεται. Ήχοι που σπάνε, ένα παραλληρηματικό beat και σκόρπιες λέξεις δημιουργούν ένα σύντομο, ασφυκτικό διάλειμμα στο δίσκο, λίγο πριν το Doves, ένα σχεδόν ποπ, με θρησκευτικές αναφορές, κομμάτι σε φλογερό ροζ.

Το "Baton", το οποίο κλείνει το δίσκο, θυμίζει επίσης τις μπαλάντες των Xiu Xiu που ραγίζουν καρδιές, με παλμικές δονήσεις οι οποίες όμως διαφοροποιούν τους Model/Actriz από τους αγαπημένους Καλιφορνέζους, οι οποίοι συνηθίζουν στα περισσότερο εξομολογητικά τους κομμάτια να κινούνται σε μάλλον γυμνές φόρμες.

Συνολικά, δεν είμαι ακόμη σίγουρη αν το Pirouette απευθύνεται σε έναν σημαντικό Άλλο, στο κοινό ή αποτελεί στιχουργικά μία ενδοσκοπική ανάκλαση του ίδιου του Haden. Υπάρχουν συναισθήματα, σκέψεις και μυστικά που το άλμπουμ αυτό δεν φοβάται να φωνάξει, αλλά και σιωπές που δεν φοβάται να ακουστούν.

Κι ίσως, τελικά, η αμφισημία που διατρέχει το Pirouette να μην συνιστά ένα αισθητικό ή εκφραστικό κενό, αλλά να λειτουργεί ως θεμελιώδες μορφολογικό και πολιτικό του χαρακτηριστικό, μια συνειδητή παραμονή σε περιδίνηση. Η μουσική, οι στίχοι και η ερμηνεία του Haden φαίνεται να αρνούνται οποιαδήποτε δυνατότητα σταθερής ερμηνείας ή ταυτοτικής κατοχύρωσης, όχι επειδή δεν έχουν τίποτα να δηλώσουν, αλλά επειδή επιχειρούν να μιλήσουν από εκείνη τη μεταιχμιακή ζώνη όπου το υποκείμενο δεν είναι, αλλά γίνεται ξανά και ξανά. Αν θεωρήσουμε, με βάση τον ακαδημαϊκό José Esteban Muñoz, ότι το queer συγκροτείται ως μια αναμονή για κάτι που «δεν έχει ακόμη έρθει», τότε η επιλογή του άλμπουμ να αποφύγει τόσο τη δραματική κορύφωση όσο και τη γραμμική αφήγηση, δεν είναι αδυναμία, αλλά επιτελεστική αναπαράσταση μιας ύπαρξης που επιβιώνει μέσα από τη διαρκή μετάβαση. Έτσι, η σιωπή που ενίοτε εγκαθίσταται ανάμεσα στις λέξεις ή ανάμεσα στις φράσεις της μουσικής, δεν λειτουργεί ως παύση ή αμηχανία, αλλά ως κομμάτι της ίδιας της κίνησης — σαν ένας περιστροφικός παλμός που δεν δηλώνει κατεύθυνση, αλλά επιμονή στην κίνηση.

Και σε ένα απολύτως προσωπικό επίπεδο: στην εποχή όπου κάθε live είναι «το καλύτερο της ζωής μας», κάθε νέο άλμπουμ «το καλύτερο που έχουμε ακούσει» και κάθε τραγούδι «ό,τι πιο συγκλονιστικό έχουμε νιώσει» - μέχρι το επόμενο δευτερόλεπτο, την επόμενη στιγμή, το επόμενο σαββατοκύριακο — σε αυτή την εποχή, δύσκολα ενθουσιάζομαι. Ίσως αυτό με κάνει να μοιάζω κάπως ξενέρωτη στα πάρτι, όμως αυτός ο δίσκος με έκανε πραγματικά να πατήσω το loop, να πω ειλικρινά: ναι, εδώ έχουμε κάτι αληθινά ανατρεπτικό και ενδιαφέρον. Κυρίως δε, να παραδεχτώ πως, στην εποχή της εύπεπτης αποδοχής, έχουμε επιτέλους, ένα μουσικό άλμπουμ που δεν χαρίζεται πουθενά.

Pirouette by Model/Actriz

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured