Η ειοσιεπτάχρονη βρετανή ράπερ (με καταγωγή από τη Νιγηρία) που ακούει στο καλλιτεχνικό όνομα Little Simz εμφανίστηκε στη δισκογραφία στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, άλλα άρχισε να στρέφει πολλά κεφάλια προς το μέρος της με το GREY Area του 2019. Ήταν ένας εντυπωσιακός δίσκος, που συμπεριλήφθηκε σε πολλές λίστες με τα καλύτερα άλμπουμ της χρονιάς του, μεταξύ αυτών και στη λίστα του Avopolis.

Ακόμα όμως και για τους υποψιασμένους, που είχαν αντιληφθεί από νωρίς τη δυναμική της μουσικού στη σύγχρονη hip hop σκηνή, τίποτα δεν θα μπορούσε να προϊδεάσει για την έλευση ενός δίσκου σαν τον φετινό της. Ας το θέσουμε ξεκάθαρα εξαρχής, μιας και πρόκειται να διαβάσετε ουκ ολίγους διθυράμβους στις παραγράφους που ακολουθούν: το Sometimes I Might Be Introvert  (το ακρωνύμιο του οποίου σχηματίζει το nickname της νεαρής ράπερ, ‘Simbi’) δεν είναι μόνο ένας δίσκος αλματώδους εξέλιξης, ούτε απλώς ο καλύτερος hip hop δίσκος της χρονιάς. Είναι ένας δίσκος σπάνιας ποιότητας, ένα πραγματικό διαμάντι που θα αποτελεί μελλοντικό σημείο αναφοράς για τη  σύγχρονη hip hop παρακαταθήκη, εντός αλλά και εκτός Βρετανίας.

Η στόχευσή του προς το μουσικό μεγαλείο γίνεται αυτοστιγμεί προφανής ήδη από το εναρκτήριο κομμάτι με τίτλο “Introvert”. Η εμβατηριακή εισαγωγή και οι πρώτες λέξεις που ακούγονται (“There’s a war”) δίνουν τον τόνο όχι μόνο του κομματιού, αλλά και του δίσκου ολόκληρου: η εσωστρέφεια δεν είναι απουσία περιεχομένου αλλά εσωτερικός πόλεμος, οι καρποί του οποίου διαμορφώνουν προσωπικότητες που ακτινοβολούν. Το δέος που προκαλoύν η αριστοτεχνική μουσικότητα και η άρτια παραγωγή –ξεκάθαρα επηρεασμένη από την πρώτη περίοδο της δισκογραφίας του Kanye West– είναι το τέλειο υπόβαθρο για τις κοφτερές ρίμες που αβίαστα και με ακαταμάχητο flow εκστομίζει η Little Simz, τη μια μετά την άλλη. Η ακρόαση σύντομα εξελίσσεται σε μια κλιμακούμενη αλληλουχία εικόνων και αλλεπάλληλων στιγμών ανατριχίλας, όπου κάθε επόμενη γραμμή έρχεται και σου τινάζει τα μυαλά στον αέρα, προτού προλάβεις καλά καλά να επεξεργαστείς το βάθος της προηγούμενης.

Και δεν πρόκειται επ’ ουδενί για το μοναδικό αψεγάδιαστο κομμάτι του δίσκου. Η tracklist ολόκληρη είναι ένα απολαυστικό ταξίδι στον χωροχρόνο της μαύρης μουσικής κουλτούρας, με πληθώρα ηχητικών αναφορών άψογα μεταβολισμένων, με ελάχιστο sampling και ηδονική οργανικότητα σχεδόν εν τω συνόλω, με εξονυχιστικά δουλεμένη παραγωγή και λεπτομέρειες που συνεχίζουν να αποκαλύπτονται σε κάθε νέα ακρόαση, αλλά και με συναρπαστική εκτέλεση από πλευράς της Little Simz. Κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού αντηχούν πότε οι πρωθιέρειες του γυναικείου rap που έδειξαν τον δρόμο στη δεκαετία του ’90, πότε η νωχελική εγκεφαλικότητα του Kendrick Lamar, πότε η soul παλαιάς κοπής, πότε η λοξή ματιά της MIA, η ηλεκτρική disco των ‘80s, το πιανιστικό R&B της Solange, το grime του Dizzee Rascal, η afro ρυθμολογία και ένα σωρό άλλες επιρροές, που συνθέτουν ένα μωσαϊκό ποικιλόμορφο και συνάμα συνεκτικό.

Πέρα όμως από μουσικό ταξίδι, το Sometimes I Might Be Introvert δίνει την αίσθηση ότι αποτελεί ταξίδι και στον εσωτερικό κόσμο της δημιουργού του. Η Little Simz τοποθετεί τον ακροατή ως παρατηρητή μιας ενδοσκοπικής διαδικασίας, μοιράζεται ενδόμυχους διαλόγους της με τις διάφορες πλευρές του εαυτού της, εκθέτει τις αμφισημίες της, εμφανίζεται διάτρητη. Στο The Garden, ένα από τα πέντε υπέροχα interludes του δίσκου (τα οποία βρίθουν από χορωδιακά και συμφωνικά μέρη που παραπέμπουν σε δίσκους της Janelle Monáe), θαρρείς πως ακούς την εσωτερική της φωνή να της θυμίζει πως “masking your emotions is a weakness”, ενώ ένας από τους πιο ουσιαστικούς στίχους του “Introvert” κινείται στην ίδια φιλοσοφία: “If you can’t feel pain then you can’t feel the opposite”.

Το “I Love You, I Hate You”, ένα από τα κατ’εξοχήν παραδείγματα συγκλονιστικής στιχουργικής μέσα στον δίσκο, καταπιάνεται με την πολυπλοκότητα των οικογενειακών σχέσεων, τα τραύματα που μπορούν αυτές να αφήσουν και τα αντιφατικά συναισθήματα του παιδιού προς έναν γονέα που υπήρξε ανεπαρκής, αλλά παραμένει γονέας. Η Little Simz με στιχουργική μαεστρία απλώνει τη βεντάλια των αντιφάσεων: οργή μαζί με παράπονο (“Is you a sperm donor or a dad to me?”), συναισθηματικό κενό μαζί με εγωισμό (“My ego won't fully allow me to say that I miss you”), συγχώρεση που όμως απορρέει από την ανάγκη για προσωπική γαλήνη (“What you choose to avoid will probably come in your dreams / I'm not forgivin' for you, man, I'm forgivin' for me”). Συναισθηματικές παλινδρομήσεις οι οποίες υπογραμμίζονται από το στιχουργικό εύρημα της επανάληψης του αντιφατικού διπόλου “I love you / I hate you” που επανέρχεται συνεχώς, σε σημεία αναμεμειγμένο με άλλους στίχους διαμορφώνοντας έξυπνα λεκτικά παιχνίδια.

Είναι τόσες πολλές οι σπουδαίες στιγμές μέσα στον δίσκο, που είναι δύσκολο να αντισταθεί κανείς στον πειρασμό να αναλύσει ένα προς ένα όλα τα κομμάτια. Δεν μπορεί κανείς να μη σταθεί, για παράδειγμα, σε αριστουργήματα σαν το “Woman”, έναν old school ύμνο μαύρης, γυναικείας ενδυνάμωσης. Μια σύνθεση μούρλια, με το εθιστικό, σιγοβράζον groove να συμπληρώνεται εδώ κι εκεί με soulful έγχορδα, πλήκτρα και κιθάρες στο background, ξαφνικές μετατροπίες και beat drops να προσθέτουν αλατοπίπερο, αλλά και τα φωνητικά της Cleo Sol να χαρίζουν στο κομμάτι ένα φανταστικό ρεφρέν. Όπως, αντίστοιχα, δεν μπορεί να μη γίνει ειδική αναφορά σε κομμάτια σαν το “Standing Ovation” με το φλεγόμενο drumming του και το δολοφονικό delivery της Simbi, το “Little Q, Pt. 2”, με ένα δεύτερο verse που ανοίγει στόματα και υγραίνει οφθαλμούς, το αργόσυρτο “Two Worlds Apart”, με το εξαιρετικό sample του Smokey Robinson που σε στέλνει σε καταστάσεις soul νιρβάνας ή το back-to-back δίδυμο “Point and Kill” και “Fear No Man”, που είναι οι δύο afro προσθήκες του δίσκου και ουσιαστικά ενώνονται με την καλύτερη μετάβαση που συναντάμε μέσα στην όλη ηχογράφηση.

Η Little Simz γνωρίζει ότι με το Sometimes I Might Be Introvert έχει παραδώσει ένα έργο μεγαλειώδες, ένα κλασικό άλμπουμ. Λίγο πριν την εκπνοή του δίσκου, στο “How Did You Get Here” (ένα ακόμη soul κομψοτέχνημα που έρχεται να προστεθεί στη μακροσκελή λίστα των highlights), κάνει μια αναδρομή στην πορεία της με έναν αέρα που μαρτυρά πλήρη συνειδητοποίηση του τι έχει καταφέρει. Και είναι ακριβώς η δύναμη ενός ταλαντούχου, introvert ατόμου που σκάβει μέσα του, που την έφερε μέχρι εδώ. Σε μια στιγμή στιχουργικής ευφυΐας μέσα στο κομμάτι, δηλώνει με σταθερή φωνή και ατσάλινη συγκρότηση: “I’m made up of the same stars that I wish upon”. Μια αναφορά στην αστρική ύλη από την οποία αποτελούνται όλα τα σώματα στο σύμπαν, συμπεριλαμβανομένων των έμψυχων όντων, που προφανώς αποτελεί σχόλιο πάνω στην μοναδική πραγματική δύναμη: την εσωτερική. Η ίδια τη βρήκε και από “misunderstood” έγινε “Miss Understood”, όπως μαρτυρά το έξυπνο λογοπαίγνιο του ομώνυμου κομματιού που κλείνει τον δίσκο.

I think she needs a standing ovation.


 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured