Κατεστραμμένος λοιπόν δηλώνει ο φίλτατος Moby στον νέο του δίσκο. Από τι άραγε; Από τις καταχρήσεις; Από τα συνεχή ταξίδια που επιβάλλουν οι τουρνέ του; Από τις διαπροσωπικές σχέσεις που συνεχώς μαθαίνουμε ότι καταρρέουν; Από τις άδειες νυχτερινές μεγαλουπόλεις, οι οποίες στοιβάζουν ένα μοναχικό και αβάσταχτο βάρος στην ίδια την ψυχή; Από τις κακές κριτικές στους τελευταίους του δίσκους; Τι από όλα αυτά να κατατρέχει τον διάσημο «μικρό ηλίθιο»; Όλοι αυτοί οι παραπάνω δαίμονες (και κανένας) μαζί λειτουργούν μάλλον απελευθερωτικά στο μυαλό ενός μουσικού σαν και τον Moby. Του παρέχουν τροφή για σκέψη και έμπνευση για δημιουργία.

Έτσι, εν μέσω συνεχών περιοδειών σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου, ο πολυτάλαντος κύριος Richard Melville Hall ξεχώρισε δεκαπέντε συνθέσεις από τις 300+ που έγραψε και ηχογράφησε είτε στο κινητό του τηλέφωνο είτε σε οποιαδήποτε ηλεκτρονική συσκευή παρουσιαζόταν εύκαιρη σε καθέναν από τους διάφορους τόπους όπου βρέθηκε και σχημάτισε τον νέο αυτόν δίσκο – αφού βέβαια πρώτα αναδιαμόρφωσε και επανηχογράφησε το υλικό στον προσωπικό του χώρο/στούντιο στο Mεγάλο Μήλο. Το εβδομηντάλεπτο(!) Destroyed είναι πραγματικά ό,τι υποστηρίζει κι ο ίδιος ο καλλιτέχνης πως είναι: «ημιτελής, μελωδική ηλεκτρονική μουσική για άδειες μεγαλουπόλεις στις 2 π.μ.» –απλά όχι στο στυλ που dubstep κοινωνοί της ίδιας ιδέας, τύπου Burial, μας έχουν συνηθίσει.

Όχι, το Destroyed  του Moby διαθέτει αντιθέτως μια παλιομοδίτικη αύρα και μια πένθιμη περιρρέουσα ατμόσφαιρα, διαχωριζόμενο ευθύς αμέσως από τις dubstep εξελίξεις. Επαναλαμβανόμενα σε ασφυκτικό βαθμό vocoder loops, διπλές μπασογραμμές (όπου αυτές γίνονται αντιληπτές), εφέ στο εφέ, σύνθια και ambient αισθητική να προλογίζονται δια της οπτικής οδού –με την εικόνα του έρημου διαδρόμου του αεροδρομίου της Νέας Υόρκης LaGuardia στο εξώφυλλο να προσφέρει μια νύξη αποστειρωμένης εγκατάλειψης. Τείνοντας πάντοτε στην υπερβολή, ο Moby δοκιμάζει, προς τιμήν του, εκ διαμέτρου αντίθετες μεταξύ τους δημιουργικές αφετηρίες, στη συνέχεια ωστόσο κάνει το ίδιο λάθος ξανά και ξανά, ακολουθώντας την ίδια κι απαράλλακτη συνθετική οδό. Μια νοοτροπία που δίνει μεν στο τελικό αποτέλεσμα μια αίσθηση συνοχής, συνάμα όμως αφαιρεί από αυτό κάθε ευεγερτική για τα αυτιά διαφοροποίηση.

Μπορεί λοιπόν το όμορφο και παιχνιδιάρικο “Broken Places” να δίνει ένα στίγμα, έτσι όπως τοποθετείται στην έναρξη του δίσκου, αλλά η συνέχεια –είτε περιέχοντας τα (πάντοτε επεξεργασμένα και στεγνά) φωνητικά του ίδιου του Moby, είτε soul πινελιές από τις Emily Zuzic και Inyang Bassey, είτε παραμένοντας instrumental– καταλήγει να ακούγεται απροσδόκητα κουραστική. Τα ίδια drum machines, οι ίδιες λούπες, το ίδιο mood, το ίδιο και το αυτό. Θεματολογικά μπορεί ο Moby να αποτίνει φόρο τιμής σε αγαπημένους του συγγραφείς όπως η Sylvia Plath (“Victoria Lucas”) και ο William Styrom (“Lie Down In Darkness”), αλλά εν τέλει δεν είναι οι προθέσεις που μένουν. Κάτι που γίνεται παραπάνω από προφανές στις ατέρμονες γρηγοριανές ψαλμωδίες του “Stella Maris” ή στην ψευδοεπική διάσταση του “The Violent Bear It Away”, η οποία καταντά εκνευριστική πολύ συντομότερα από ότι τα επτά λεπτά της διάρκειας του θα προμήνυαν...

Σε αυτό το επαναλαμβανόμενο γαϊτανάκι ηλεκτρονικής μεταμεσονύκτιας αποφόρτισης, ο Moby το παρατραβάει το θέμα. Και παρότι ο ίδιος το υποψιάζεται κατά τα ίδια τα λεγόμενά του πως το υλικό του Destroyed περιέχει μια «ναι μεν αλλά» μενταλιτέ, ουδέποτε σταματά τον εαυτό του από το να υποκύπτει στον πειρασμό να αρμέξει μια βασική μελωδία σε βαθμό εξάντλησης. Επί δεκαπέντε φορές συναπτά το κάνει μάλιστα, για παραπάνω από μία ώρα… Αθεράπευτα ρομαντικός δημιουργός μα κατακλυσμένος από τις προσωπικές του εμμονές σε βαθμό ασφυκτικό, ο Moby μας δίνει εδώ μια ιδέα των μοναχικών του νυχτερινών ωρών. Δυστυχώς, παρ’ όλες τις προθέσεις του, αστοχεί στο να προσφέρει ένα φιλόξενο ηχοχρωματικό περιβάλλον για τους ακροατές του. Ίσως βέβαια και επίτηδες...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured