Με την ασφάλεια που παρέχει μια δεκαετία, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η britpop υπήρξε μια άκρως ενδιαφέρουσα περίπτωση, μια καταιγίδα η οποία σάρωσε τα πάντα και μετά ξέφτισε. Μερικοί ακόμα υποστηρίζουν ότι ήταν –όπως και όλα τα μεγάλα μουσικά κύματα από το punk και μετά– μια δισκογραφική φούσκα, ένα τερτίπι για να αντιμετωπιστεί η grunge εποποιία με αγγλικά όπλα. Οι θεωρίες πάντα παρουσιάζουν μια αίγλη, αλλά δεν αρκούν να ακυρώσουν δίσκους όπως το Definitely Maybe των Oasis ή τους Blur στο σύνολό τους.

Κάπου εκεί ανάμεσα υπήρχαν και οι Ocean Colour Scene, στους οποίους στηρίχθηκε η britpop αισιοδοξία για το μέλλον. Έφτιαξαν με την καθοδήγηση του Paul Weller δυο δίσκους αξιοπρεπέστατους –το Marching Already και το One From The Modern– και μετά ακολούθησαν κι εκείνοι την κατιούσα. Και το χειρότερο για αυτούς ήταν ότι δεν σταμάτησαν ποτέ να φτιάχνουν δίσκους. Μάλλον δεν είχαν το σθένος των Blur να σταματήσουν όταν έβλεπαν ότι το πράγμα οδεύει προς έναν πελώριο τοίχο. Εκ του αποτελέσματος βεβαίως ο Albarn και ο Coxon είχαν δίκιο, καθώς παρήγαγαν από το δικό τους μετερίζι ο καθένας παραπάνω από αξιόλογες δουλειές.

Και να λοιπόν που εν έτει 2010 οι Ocean Colour Scene κυκλοφορούν το Saturday, εντασσόμενοι στη «σκούπα των περασμένων μεγαλείων» ονόματι Cooking Vinyl και προσπαθώντας να αναστήσουν το όνομά τους με 14 τρίλεπτα τραγούδια. Κρίνοντας από τα charts, το κατάφεραν –αφού έφτασαν στο #3. Από ’κει και μετά, όμως, στον δίσκο καταγράφεται μια επιδερμική αντιμετώπιση της μουσικής. Μερικά κομμάτια, αν και θα σε κάνουν να χτυπήσεις ρυθμικά το πέλμα σου, δεν αφήνουν τίποτα πίσω τους. Οι μελωδίες και τα θέματά τους δεν έχουν ίχνος βάθους, ενώ γενικότερα η παραγωγή είναι διεκπεραιωτική, με προφανή έλλειψη όρεξης.

Δεν είναι τυχαίο πάντως ότι τα 45 λεπτά του Saturday περνούν βασανιστικά, καθώς μετά τη μέση του είσαι σίγουρος ότι αυτά τα τραγούδια τα έχεις ξανακούσει και μάλιστα στο ίδιο άλμπουμ. Γιατί οι Ocean Colour Scene χρησιμοποιούν τις λατρείες και τις επιρροές τους όχι με τη μέθοδο της όσμωσης, μα με τη στυγνή αντιγραφή της εκφραστικής φόρμας. Ακούστε για παράδειγμα το “What’s Mine Is Yours” που μοιάζει με επανεκτέλεση –ούτε καν διασκευή– κάποιου τραγουδιού από τα ξεχασμένα outtakes των Beatles. Ο Simon Fowler βρίσκεται προφανώς σε δημιουργικό τέλμα.

Πάντως με αφορμή αυτό τον δίσκο προκύπτει μια κατάφαση και μια αμφιβολία. Κατά πρώτον, τα παιδιά του πατριάρχη Paul Weller δεν πρόκειται να τον ξεπεράσουν ποτέ –θυμηθείτε το εξαιρετικό Wake Up The Nation. Κατά δεύτερον, θα υπάρξει ποτέ κάποιος Βρετανός πιτσιρικάς που θα ξεσηκωθεί από την britpop μετριότητα και θα φτιάξει έναν δίσκο αριστούργημα, έτσι όπως έγινε κατ’ αναλογία με τους Arctic Monkeys και τον post punk ορυμαγδό; Ο χρόνος θα δείξει, αλλά δεν το πιστεύω…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured