Μετα το breakthrough της τραχιάς industrial υπερβολής του Antichrist Superstar το 1996 αλλά και το πιο μελωδικό post-glam Mechanical Animals, το 1998, Ο Marilyn Manson έρχεται με το Holy Wood να κλείσει -όπως αναφέρει ο ίδιος- την τριλογία, σκοπεύοντας μάλιστα να κυκλοφορήσει και μυθιστόρημα κάποια στιγμή μέσα στον επόμενο χρόνο και ίσως ταινία αμέσως μετά έχοντας ως βάση το concept της. 

Ένα concept που πηγάζει από την αγάπη για τον τρόμο αλλά και το ρητό life sucks, άμεσα σχετιζόμενα μεταξύ τους για να προκαλούν τη μήνυ των ψευτοπουριτανών Αμερικανών, καθώς ο θάνατος που μας προτείνει εδώ έμμεσα ή άμεσα είναι μια φθηνή αλλά προσοδοφόρα πρόταση. Μια καταθλιπτική περσόνα μπορεί να εμπνεύσει στρατιές νέων που βρίσκονται κάτω από τον ίδιο ζυγό, μπορεί όμως πανεύκολα και να τους ξενερώσει, αν δεν αναζητούν το φτηνό και αδιέξοδο. 

Από την άλλη, ίσως η πιο παρεξηγημένη πλευρά του (όχι ότι του βγήκε και σε κακό με τόσες "απαγορεύσεις") έχει να κάνει με τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, πέρα από κάθε δικαίωμα που έχει να τις εκφράζει. Δεν επαναστατεί εναντίον του Θεού, όπως και να τον ονομάζει κανείς, αλλά εναντίον αυτού του Θεού στον οποίο πιστεύουν τα άτομα που μισεί (τι πιο όμορφη και ειλικρινής φράση από την ακόλουθη; "I never hated the one true God, but the God of the people I hated"). 

Αφήνουμε όμως τα περί αδιαφορίας για το μάταιο τούτο κόσμο, τις δηλώσεις, το Alice Cooper look (αλήθεια, δεν είναι δύσκολο αλλά και βαρετό να χρειάζεται να δείχνεις shockin' σε κάθε σου κίνηση;) και το ψεύτικο αίμα που στάζει, αν στίψει κανείς το cd, και πάμε στη μουσική που δημιουργεί το κουιντέτο. Δεκαεννιά κομμάτια σε παραγωγή του Manson και του Dave Sardy (Slayer, Helmet), τα οποία ηχητικά βρίσκονται κάπου ανάμεσα στα δύο προηγούμενα albums, με λιγότερο προφανείς glam καταβολές αλλά όχι και τόσο τραχύ όσο το Antichrist Superstar. 

Οι Marilyn Manson, πάντως, είναι μια μπάντα με σαφείς κλασικές rock καταβολές, ενώ η αγάπη τους για τους μεγάλους τους παρελθόντος είναι έκδηλη. Αγάπη για τους Beatles, και μάλιστα όχι και τόσο καλά κρυμμένη όπως θα περίμενε κανείς, που στο "Born Again" μάλιστα έχει μια περίεργη ομορφιά, καθώς μας φέρνει στο μυαλό το "Tomorrow Never Knows" των Beatles, αλλά από τη δική τους σκοπιά. 

Και το "In the Shadow of the Valley of Death" μοιάζει επηρεασμένο από το "Sister Morphine" των Stones, αλλά παραδείγματα τέτοια μπορεί να βρει κανείς πολλά αν το πολυξεψαχνίσει (ακόμα και στην ίδια του τη δισκογραφία, συγκρίνοντας για παράδειγμα το νέο "Disposable Teens" με το "The Beautiful People"), και σίγουρα δεν είναι αυτός ο στόχος μας, αν δεν θέλουμε να χαθούμε σε δαιδαλώδεις και ανούσιες ψευτοαναζητήσεις. Σίγουρα όμως, δεν μπορούμε παρά να διακρίνουμε και την συμπάθεια για τους Pink Floyd. Ακούγοντας προσεκτικά το album θα τη διακρίνει κανείς. 

Glam και industrial μαζί λοιπόν, dark ατμόσφαιρα, κιθάρες και ηλεκτρονικά βοηθήματα συνθέτουν τη μουσική του Holy Wood, αλλά στην πλειοψηφία τους δεν βοηθούνται από τις ισχνές και επαναλαμβανόμενες συνθέσεις. Εντούτοις, το Holy Wood, όπως και κάθε album των Manson περιλαμβάνει κάποιες πολύ καλές, απογειωτικές rock στιγμές, που σε ένα live θα έσπερναν κυριολεκτικά τον πανικό σε μια ολόκληρη αρένα. Κι αν αυτό ήταν το ζητούμενο, οι Marilyn Manson τα έχουν σίγουρα καταφέρει.

Δε συμφωνείς; Γράψε το δικό σου review!
Copyright (C) 1996-2000 - Avopolis. All Rights

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured