Έχει γίνει δύσκολο πεδίο η δισκογραφία, παρά τις ευκολίες που έφερε η τεχνολογική επανάσταση των καιρών μας. Γίνεται δε ακόμα πιο δύσκολο, αν θέλει να την ασκήσει (με αξιώσεις) ένα νέο αθηναϊκό γκρουπ, το οποίο μόνο του προσδιορίζεται ως «οπτικοακουστικό project». Κάτι που σημαίνει ότι εξαρτά τη δυναμική του από έναν συνδυασμό ήχου και εικόνας, ο οποίος μπορεί να υπάρξει μόνο σε επίπεδο ζωντανής εμφάνισης. Καθήμενος επομένως σπίτι σου να ακούσεις έναν δίσκο των ΗΧΟΤΟΠίΑ, ξεκινάς χάνοντας κάτι κρίσιμο.

Ωστόσο ο Παναγιώτης Τομαράς (Kymatropika) με τον Στέφανο Κωνσταντινίδη (Electroware), είναι άνθρωποι με γνώσεις και με αισθητική. Ακόμα λοιπόν και δίχως τις ασπρόμαυρες εικόνες από τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο στο φόντο της μουσικής τους –όπως συμβαίνει στα live– είναι σε θέση να σου δώσουν πράγματα. Σε προϊδεάζουν μάλιστα θετικά ήδη από το εξώφυλλο, το οποίο λίγο με αυτό το μπλε, λίγο με τους εικονιζόμενους κούρους, διαθέτει το πολυπόθητο «κάτι».

Το Χωρίς Ταχύτητα παρουσιάζει πιο ολοκληρωμένα όσα κατέγραψε λίγο ...εν τάχει το ΕΡ Καρδιά-Μηχανή (2018), αποκαλύπτοντας ένα δίδυμο με καταφανή αγάπη για την ηλεκτρονική πλευρά των 1970s/1980s και τα αναλογικά synths. Μερικές συνθέσεις μένουν οργανικές, άλλες επανδρώνονται με στίχους. Κάποιοι είναι δικοί τους, άλλοι αντλούνται από τον Παύλο Παυλίδη (το "Πριν Ανάψει Το Φανάρι" χτίζεται βασικά στο "Ένα Παράξενο Τραγούδι" των Ξύλινων Σπαθιών) ή το γνωστό σύγγραμμα του Γιώργου Γραμματικάκη Η Κόμη της Βερενίκης ("Σύμπαν"), ενώ υπάρχει και μια διασκευή στο "Direct Lines" των Electric Circus (1981), τιτλοφορούμενη "Ευθείες Γραμές".

Σε μια συνέντευξή τους στην Athens Voice, οι ΗΧΟΤΟΠίΑ δήλωσαν ότι εκείνο που τους γοητεύει στις ταινίες του παλιού ελληνικού σινεμά τις οποίες διαλέγουν για τις live εμφανίσεις τους, είναι «η απλότητα και το τραγικό». Τα ίδια πράγματα απηχεί και η μουσική τους, αποδεικνύονται μάλιστα ιδιαίτερα εύστοχοι στον παράγοντα «απλότητα»: αποφεύγοντας τις απλοϊκότητες, είναι ευθύβολοι ("Βόλτα"), με σωστή ισορροπία ανάμεσα στη ρυθμικότητα και στην εγκεφαλική εμπειρία ("Αύριο Θα Φύγω", "Χωρίς Ταχύτητα"), αλλά και ανάμεσα στο διεθνές των επιρροών τους και σε μια ντόπια ηλεκτρονική αισθητική με απολήξεις στους μεγάλους δίσκους που έφτιαξε η Λένα Πλάτωνος κατά τη δεκαετία του 1980 –ίσως και στο 1990s tribute Το Μίξερ Της Λένας Πλάτωνος (1997), σε απόπειρες λ.χ. σαν κι εκείνη του Coti K. στους "Εμιγκρέδες Της Ρουμανίας". Στην τελευταία εντύπωση προσθέτουν και τα «παγωμένα», αποστασιοποιημένα φωνητικά, όπως π.χ. αυτά στο "Μέσα".

Το ίδιο καθαρά με τις αρετές, πάντως, αποτυπώνεται και το ταβάνι του όλου εγχειρήματος. Ακόμα δηλαδή κι αν ζούμε πλέον σε εποχές οι οποίες έβγαλαν άκυρους όσους την προηγούμενη δεκαετία έκαναν σημαία τους τη γραμμή διαχωρισμού του «νέου» κόντρα στο «παλιό» (καθώς το «παλιό» ανακυκλώνεται πλέον ανερυθρίαστα ως «νέο», σε διάφορα μουσικά είδη), το Χωρίς Ταχύτητα καταγράφει περισσότερο την αγάπη των ΗΧΟΤΟΠίΑ για ένα συγκεκριμένο φάσμα ήχων, παρά κάποια πρόταση γι' αυτό.

Τα έχουμε ακούσει πολλές φορές τα όσα παρουσιάζουν εδώ, δηλαδή. Ουδείς βέβαια θα χαλαστεί να τα ακούσει ξανά (και ξανά), δοσμένα από τα χέρια τους. Επί της ουσίας, όμως, δεν συμβαίνει κάτι πέραν ενός συμπαθητικού φόρου τιμής, σε πράγματα που εξακολουθούν να είναι αγαπητά σε πολλούς παλιούς, κερδίζοντας παράλληλα και (κάποια) νεότερα αυτιά από την alternative δεξαμενή, χάρη στον διαθλασμένο, αναλογικό τους ρομαντισμό.

{youtube}Qj0gqqQ8yHY{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured