Πάντα μου άρεσε να μαθαίνω τις ιστορίες πίσω από τη δημιουργία των δίσκων. Εκτός του ενδιαφέροντος που ούτως ή άλλως βρίσκω στις καλοφτιαγμένες αφηγήσεις, η γνώση των στόχων των δημιουργών και των τρόπων με τους οποίους προσπάθησαν να τους επιτύχουν, νιώθω ότι κάνει πιο πλήρη την κατανόηση του εκάστοτε έργου.

Στην περίπτωση της νέας δουλειάς του Σπύρου Κουρκουνάκη, λοιπόν, βρήκα ιδιαίτερα όμορφο και ειλικρινές το σημείωμά του στο ένθετο, στο οποίο εξηγεί την πολύχρονη σχέση του με τον στιχουργό Μιχάλη Μπουρμπούλη και το πώς κατέληξαν μόλις τώρα να κυκλοφορήσουν για πρώτη φορά συνεργατικά τραγούδια. Εκεί εξηγείται και η «παραξενιά» που έχουν πολλά από τα 14 κομμάτια του Σσστ!... Μάς Κοιτάζει Η Κάμερα: αυτή αποτέλεσε έναν από τους όρους που έθεσε ο στιχουργός στον συνθέτη, ώστε να πει το ναι στη σύμπραξη.

Ας ειπωθεί, βέβαια, ότι δεν είναι το «αλλούτερο» εκείνο που μένει ως αίσθηση από το άλμπουμ (πέραν της πρώτης ακρόασης ίσως), αλλά μάλλον ο καλός συνδυασμός της μελωδικότητας με τον στίχο –παρότι κάθε τραγούδι διατηρεί τη δική του ατμόσφαιρα. Άλλωστε, αυτό που έχει φτιαχτεί εδώ μοιάζει να είναι το αντίστοιχο ενός σπονδυλωτού φιλμ: μια σειρά «σκηνών», δηλαδή, που συνέλαβε η κάμερα της μνήμης, η καθεμιά με τους δικούς της πρωταγωνιστές, τη δική της τοποθεσία και περιβάλλον. Οι οποίες συνδέονται τελικά μεταξύ τους, ως αποκυήματα της ίδιας ψυχοσύνθεσης και κοσμοθεωρίας.

Τα παραπάνω αντικατοπτρίζονται σε επιλογές που έχουν να κάνουν με τα διαφορετικά στυλ των τραγουδιών (μπαλάντες, λαϊκότροπα, μπλουζ κλπ.), με το πλήθος των συμμετεχόντων ερμηνευτών (7 τον αριθμό, παρακαλώ) και τα διάφορα όργανα τα οποία χρησιμοποιήθηκαν: ακουστική, κλασική, 12χορδη και ηλεκτρική κιθάρα, ακορντεόν, τζουράς, μαντολίνο, μπαγλαμάς, μπουζούκι, πιάνο, κρουστά, με το μπάσο του Θανάση Σοφρά να «κανονίζει» τα πράγματα.

Ενδεχομένως να μην δικαιώνονται απόλυτα όλες οι προαναφερθείσες επιλογές, μαρτυρούν πάντως μια προσπάθεια και μια αγωνία για κάτι αξιόλογο και συνάμα διαφορετικό. Σίγουρα οι κομματάκι αδέξιες στην προσπάθειά τους για θεατρικότητα ερμηνείες του Λευτέρη Τσακιράκη, για παράδειγμα, αφαιρούν κάποιους «τεχνικούς» πόντους, το ίδιο και μερικές ενορχηστρωτικές ή συνθετικές επιλογές. Το “Οι Άνεμοι Πενθούν”, ας πούμε, με τη στεντόρεια φωνή του Λάκη Χαλκιά, κάνει μπαμ ότι ήθελε μια πιο ταμάμ αντιμετώπιση στο στήσιμο, αλλά και πιο τονισμένη τη ρυθμική αγωγή του.

Αλλού, πάντως, η ευστοχία είναι πολύ μεγαλύτερη. Το “Οι Αγάπες Μες Στις Πόλεις” με τον Κώστα Μάντζιο, “Το Χαλασμένο Ψυγείο” με τον Αλέξανδρο Εμμανουηλίδη, το “Μια Ζωή Στη Ζωή” με τον ανεξήγητα αδικημένο στην ερμηνευτική μερίδα Βασίλη Αθανασόπουλο και το “Νανούρισμα” με τον Παντελή Θαλασσινό, είναι τραγούδια υγιέστατα, όμορφα, που μιλούν με ανθρωπιά και ειλικρινές βλέμμα. Και που βάζουν κάτω με άνεση εκείνα τα άοσμα κακέκτυπα τα οποία φτιάχνουν διάφοροι φερέλπιδες «έντεχνοι» τροβαδούροι.

Σε τούτη τη συλλογή, εν τέλει, αξίζει κανείς να πλησιάσει αν ψάχνει να βρει καλοφτιαγμένα τραγούδια, που έχουν κάτι ουσιαστικό να πουν –έστω κι αν αυτό το κάτι δεν έχει απαραίτητα καλή επαφή με το παρόν και συχνά μοιάζει να αποτελεί το απόσταγμα των σκέψεων ενός παρατηρητή που βλέπει με απορία τον κόσμο γύρω του να τον προσπερνά.

{youtube}zsKXb_XpeMc{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured