Υπάρχουν διαστήματα στη ζωή μας ως ακροατές, στα οποία ξεχνάμε τον βασικό λόγο αυτής της λειτουργίας της ακρόασης δίσκων –ήτοι, όχι τη φρενήρη επιστρωμάτωση πληροφοριών και ήχων, αλλά την απόλαυση. Όχι απλά την ευδαιμονία που μπορεί να προσφέρει μια ενορχήστρωση ή μελωδική γραμμή, μα τη συνολική αποτίμηση ενός έργου μέσα μας όπως αυτό χαράζει (ως άοκνο άροτρο) σκέψεις, προβληματισμούς και ιδέες. Διότι, όπως ακριβώς υπάρχουν έργα που (καλώς) σκοπεύουν στη στιγμιαία απόλαυση, έτσι ακριβώς κάποια άλλα καταφέρνουν και δημιουργούν νέες οπτικές με κάθε επανεπίσκεψη τους, διατηρώντας πάντα τη φρεσκάδα της πρώτης γνωριμίας με το υλικό.

Όταν είχα πρωτακούσει για τη συνεργασία Μανώλη Γαλιάτσου και Σωκράτη Άνθη ομολογώ ότι στάθηκα στα όρια του σκεπτικισμού. Όχι επειδή σε οποιαδήποτε περίπτωση έθετα ζήτημα επιπέδου στο τελικό αποτέλεσμα αλλά επειδή το ηχητικό σύμπαν που οικοδομεί ως συνθέτης ο Γαλιάτσος είναι χαλύβδινο, οπότε δεν μπορούσα να προσδιορίσω με ποιον τρόπο θα ενσωματωνόταν η λογική του Έλληνα τρομπετίστα σε αυτό. Με προετοίμασαν όμως κατάλληλα τόσο το επιτυχημένο εξώφυλλο, όσο και ο (γριφώδης, στην τρίτη ανάγνωσή του) τίτλος του άλμπουμ. Με όμορφο και έξυπνο τρόπο.

Θα πρέπει ωστόσο να σημειώσω ότι η μινιμαλιστικότητα της γραφιστικής δεν συνεχίστηκε ευθύγραμμα στο βιβλιαράκι του CD: η καρικατούρα των δύο συντελεστών θα ταίριαζε περισσότερο, πιστεύω, στην προ πολλών ετών δουλειά του Χάρρυ Κλυν, Ωδή Στον Γεώργιο Σουρή. Πόσο μάλλον όταν αντικρίζει ένα κείμενο του Μανώλη Γαλιάτσου, ο οποίος –με το γνώριμο γαλλοτραφές (αλλά με επιχάλκωση ελληνικής αστικής τάξης του ’78 και δώθε) ύφος του– αποπειράται να περιγράψει πώς κινήθηκε η δική του σκέψη κι εκείνη του Άνθη, ώστε να προκύψει το 2011: Εδώ, Έξω. Και το πετυχαίνει, αν είσαι συνηθισμένος στον λόγο του, αν και ίσως παραμείνει ένα στρυφνό κείμενο για τους νέους επισκέπτες της δουλειάς του.

Όμως, ο κάθε δίσκος του Μανώλη Γαλιάτσου –ακόμα και όταν δεν σε κερδίζει– είναι δίσκος μουσικής, σύνθεσης, σκέψης. Όμως, τελικά, κάτι τέτοιο δεν είναι η μουσική; Ο προβληματισμός σε σχέση με το κατά πόσο η συνισταμένη σκέψης του ακροατή (συνισταμένη που ορίζεται από πλείστα στοιχεία αλλά ποτέ τυχαία, όπως συναισθήματα περιοδικής φύσεως κλπ.) βαδίζει παράλληλα με εκείνη του συνθέτη; Ο πρώτος βρίσκει σύμμαχο και γόρδιο δεσμό θετικής σκέψης, ο δεύτερος βατήρα κατανόησης για περαιτέρω καταδύσεις σε νέα, απροσμέτρητα, ηχητικά άδυτα. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο πετυχαίνει το 2011: Εδώ, Έξω των Μανώλη Γαλιάτσου & Σωκράτη Άνθη: στο να δημιουργήσει σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ δημιουργού και ακροατή αλλά και στο να προβάλλει τη συνεργασία τους ως μια αισθητική πρόταση, η οποία διεκδικεί τον δικό της (ολότελα) χώρο στη σύγχρονη ελληνική δισκογραφία.

Εκεί έξω, έχουμε πλήθος δίσκων οι οποίοι προσβλέπουν σε μια υποτιθέμενη εγκεφαλική χαλαρότητα (βλέπε διάφορα κατάπτυστα lounge), ελάχιστους όμως που ν’ ασχολούνται με ό,τι πραγματικά αποτελεί την ηχητική ευδαιμονία –λες κι αυτή είναι στερημένη δυναμικών και εξάρσεων. Εδώ, Γαλιάτσος και Άνθης επιτυγχάνουν να κινηθούν σε δρόμους που δεν φοβούνται την πολυπλοκότητα της ανάπτυξης χάριν της ευηκοΐας. Και τα καταφέρνουν. Και χάρη στη δεινότητάς τους, αλλά κι επειδή δεν αφήνουν τον ακροατή στην τύχη. Αυτό γίνεται άλλωστε φανερό ακόμα και σε μικρές λεπτομέρειες, όπως π.χ. το εισαγωγικό σημείο της τρομπέτας –ενός τόσο δύσκολου οργάνου στη μίξη– στην εναρκτήρια σύνθεση του δίσκου, “Αναζητώντας Τα Βήματα”.

Οι Γαλιάτσος και Άνθης προσπαθούν –μέσω της σύνθεσης ο πρώτος και της εκτέλεσης ο δεύτερος– να βρουν μια νέα γαία, που να απομακρύνεται από όλες τις γνωστές ετικέτες κατάταξης ειδών (γι’ αυτό και το «άλλο» που βλέπετε στον ορισμό του είδους στην ταυτότητα του άλμπουμ). Η στιχομυθία των οργάνων διαθέτει μεν μια (σχεδόν) prog προσέγγιση, όχι όμως με την έννοια κάποιας αδιέξοδης fusion λογικής, αλλά ένεκα της σκέψης του Γαλιάτσου να προσεγγίσει τη φύση (η οποία τόσο τον απασχολεί ως θέατρο ενεργειών του ανθρώπου) με τη γνώση κάποιου που έχει βιώσει τη βιομηχανική επανάσταση.

Τα πλήκτρα είναι έτσι βόμβος που δεν μιμείται αλλά δημιουργεί την ηχοσφαίρα όπου κινείται η σύνθεση. Θαυμαστό επίσης το μπάσο (παιγμένο από τον ίδιο τον συνθέτη), το οποίο αποφασιστικά οδηγεί τη ρυθμολογία με μελωδικότητα χωρίς να ακουμπά την οποιαδήποτε ηχητική φόρμα εκτός αυτού καθαυτού του ήχου. Κι εδώ βρίσκεται η μεγαλύτερη ίσως επιτυχία του Γαλιάτσου στο 2011: Εδώ, Έξω: αντίθετα με τον Προμηθέα, σταματάει να είναι δεσμώτης της πομπώδους λιτανολαγνείας που, ενίοτε, τον κατακυρίευε σε παλαιότερες ενορχηστρώσεις του. Εδώ τον βρίσκουμε αντιθέτως πιο ευθυτενή, πιο ελπιδοφόρο και πιο ελαστικό απέναντι στο καινούργιο. Ακούστε, για του λόγου το αληθές, τον τρόπο με τον οποίον αφομοιώνει τη μερτενική παρακαταθήκη, τη γαλλική σχολή του art rock, αλλά και τον Στραβίνσκι (στον τρόπο που προβάλλει την παρτιτούρα το πνευστό), όπως και μια ελλοχεύουσα σύζευξη των οργάνων που σε σημεία φέρνει κατά νου τον Σταύρο Ξαρχάκο –μιλάω για τον τρόπο με τον οποίον ο αμίμητος συνθέτης ενοποιούσε ήχους από πιάνα, άρπες και πνευστά της ορχήστρας.
  
Ο Σωκράτης Άνθης, από την άλλη, αποδεικνύεται υπέροχος. Χειρίζεται θαυμάσια ένα όργανο που πολύ εύκολα μπορεί να κολλήσει σε εκνευριστικές συχνότητες ή σε έναν πολυφορεμένο ηρωισμό, οδηγώντας το σε μια κούρσα που δημιουργεί εικόνες με τη βαθύτητα των χαμηλών νότων, παρά χρησιμοποιώντας την ευκολία (σε επίπεδο εντυπώσεων) των υψηλών βαθμίδων.

Με αυτόν τον τρόπο προκύπτει ένας δίσκος στον οποίον η απουσία λόγου είναι τελικά μια υποκειμενική θέση –γιατί, το ορκίζεσαι, οι φωνές είναι εκεί! Όχι μόνο για να εκφράσουν τους χαρακτηριστικούς τίτλους των συνθέσεων, αλλά και για να φτιάξουν δικά τους μονοπάτια… Ακούς λοιπόν φωνές στο 2011: Εδώ, Έξω διότι η γλώσσα δεν είναι πάντα λαρυγγικής προέλευσης, μα πρωτίστως εγκεφαλικής. Οι δυο συντελεστές έφτιαξαν ένα άλμπουμ το οποίο ξαναγυρίζει στις πηγές της δισκογραφίας και τους λόγους αυτής, όπως γενικότερα και της αναγκαιότητας της καλλιτεχνικής κατάθεσης, επαναφέροντας το ζήτημα της εσωτερικής ευμάρειας που εξασφαλίζει η μεστότητα και η αμεσότητα μιας δημιουργίας.

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured