Η πρώτη δισκογραφική κίνηση του Νίκου Τσούκα διαθέτει τις καλύτερες των προϋποθέσεων. Τα πρόσωπα που τον στηρίζουν εξασφαλίζουν όλα τα καλλιτεχνικά εχέγγυα τα οποία θα ήθελε κάθε νέος καλλιτέχνης στο ξεκίνημα του. Έτσι, ο Θάνος Μικρούτσικος αναλαμβάνει την παραγωγή –έχοντας παράλληλα τη συνολική εποπτεία του άλμπουμ– ο Χρήστος Θηβαίος, ο Μιλτιάδης Πασχαλίδης και ο Γρηγόρης Κλιούμης σηκώνουν το κύριο βάρος των ερμηνειών, ενώ ο Θύμιος Παπαδόπουλος και τα Υπόγεια Ρεύματα αναλαμβάνουν την ενορχήστρωση. Παρ’ όλες όμως τις ακριβοθώρητες συνεργασίες, ο Τσούκας μοιάζει να αμπαρώνεται πίσω από τα στεγανά της δυναμικής αυτών και να εγκλωβίζει, τελικά, τη δημιουργικότητά του.

 

Δεν βρίσκω στίγμα. Δεν βρίσκω προσωπική σφραγίδα, που να δηλώνει ξεκάθαρα τη μουσική του στάση. Τα τραγούδια του καταπίνονται από τον ήχο των Υπόγειων Ρευμάτων, το ερμηνευτικό ταπεραμέντο του Θηβαίου και την αισθητική του Μικρούτσικου. Όλοι οι συμμετέχοντες σηκώνουν το όποιο βάρος απόδοσης τους ανατέθηκε, κόβοντας και ράβοντας το τραγούδι στα μέτρα τους και παρουσιάζοντάς το. Μοιάζει δηλαδή το Τα Τραγούδια Δεν Σώπασαν Ποτέ με ένα μάζεμα τραγουδιών του Νίκου Τσούκα από δίσκους άλλων, όπου είχε συμμετάσχει κάποτε με τις δημιουργίες του. Το “Θα Φύγω Από ’Δω” άνετα θα μπορούσε λ.χ. να εμπεριέχεται σε δίσκο του Πασχαλίδη, το “Όλα Μες Στο Μυαλό Μου Θολά” σε έναν προσωπικό δίσκο του Θηβαίου  και το ομώνυμο του δίσκου σε δουλειά των Υπογείων Ρευμάτων. Κατά τη γνώμη μου, δεν επιτυγχάνεται η αποζητούσα έννοια του συνόλου, αλλά μια κατακερματισμένη ενότητα, η οποία στηρίζεται στη νομοτέλεια του ταπεραμέντου των συμμετεχόντων.

 

Ουσιαστικά πιστεύω ότι ο Τσούκας σαν να φοβήθηκε  να πάρει το παιχνίδι στα χέρια του και άφησε έτσι τις αυθεντίες των συναδέλφων του να βγάλουν το φίδι από την τρύπα και να παίξουν μπάλα όπως ξέρουν. Το στενάχωρο είναι ότι, όποτε αποφάσισε να πάρει το παιχνίδι στα δικά του χέρια –σε επίπεδο ερμηνευτικό– ο Τσούκας αποδείχθηκε λίγος και αδύναμος. Και δεν με ενόχλησε τόσο η σχετικά μικρή έκταση της φωνής του, που ισοπέδωνε τις ερμηνείες (π.χ. “Άσπα”, “Ελντοράντο”), όσο η απουσία μιας ερμηνευτικής δυναμικότητας που, τουλάχιστον, θα μας χάριζε μία ψυχική κατάθεση με οντότητα και άποψη.

 

Στο ζουμί της υπόθεσης, τα τραγούδια στο σύνολο στραβοπατούν, κάθε φορά και σε ένα διαφορετικό σημείο. Τη μία αδυνατούν στον στίχο. Την άλλη υπολείπονται μουσικής έμπνευσης –ό,τι μπορεί να σημαίνει κάτι τέτοιο. Για παράδειγμα, στο “Μια Αξιοπρεπή Κηδεία Στα Φαντάσματα Σου”, η στιχουργική αξία περιορίζεται στον τίτλο, που αποτελεί και τη στιχουργική κατακλείδα. Ο Τσούκας επιλέγει μάλιστα μια χλιαρή μουσική επένδυση, η οποία καταβαραθρώνεται από την αδύναμη ερμηνεία του ίδιου.  Η “Παιδική Πλάνη”, πάλι, ενώ διαθέτη ολοκληρωμένη, με αρχή και τέλος, γραφή, θολώνει από την ξερή ερμηνεία του Θάνου Μικρούτσικου, αφήνοντας ξεκρέμαστη τη δυνατή ροκ ενορχήστρωση. Για να μην πέφτω όμως σε αφορισμούς, προφανώς υπάρχουν και συμπαθητικές στιγμές στο CD. Για παράδειγμα, ο Πασχαλίδης και ο Θηβαίος, με την ερμηνευτική τους ευχέρεια, χαρίζουν από μία καλή στιγμή ο καθένας –με τα “Όλα Μέσα Στο Μυαλό Μου Θολά” και “Θα Φύγω Από ’Δω” αντίστοιχα. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι η προσπάθεια του τραγουδοποιού να εντάξει στον δίσκο μελοποιημένα ποιήματα των Μπόρχες, Πόε και Μπωντλέρ είναι από μόνη της αξιοπρόσεκτη.

 

Τα Τραγούδια Δε Σώπασαν Ποτέ σου δημιουργούν προσδοκίες μόνο και μόνο από τις συμμετοχές. Καθ’ οδόν, όμως, οι προσδοκίες εξαφανίζονται. Ο Τσούκας δείλιασε να κάνει σαφή τη θέση του και κρύφτηκε πίσω από τις δυναμικές των συνεργατών του. Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο για πρωτοεμφανιζόμενο. Γι’ αυτό ακριβώς και από μεριάς μου αναμένεται το επόμενό του δισκογραφημένο βήμα.

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured