Οι «Κατσιμιχαίοι» έπαψαν να υπάρχουν εδώ και καιρό σαν σχήμα αλλά μαζί στιγμάτισαν μια εποχή και κατά κάποιο τρόπο άνοιξαν μια νέα μουσική σκηνή τραγουδοποιών. Τώρα, μονάχα ο ένας απο τους 2, ο Πάνος επιμένει να γράφει τους γνώριμους και αγαπημένους του σκοπούς συνεχίζοντας να αφήνει το στίγμα του ήχου τους... Η αλήθεια είναι οτι με έβαλε σε πολλά διλήμματα αυτή η νέα του δουλειά. Άκουσα πολλές φορές το CD και δε μπόρεσα να καταλήξω επιτυχώς προς μια πλευρά απο την αρχή. «Οι Μπαλάντες των πολυκατοικιών είναι ένας εντελώς προσωπικός δίσκος που δείχνει όμως έντονα την ανάγκη του Πάνου να εκφράζεται μέσα απο τα μουσικά του ταξίδια, με τον αφηγηματικό τρόπο που 20 τουλάχιστον χρόνια τραγουδά τις ιστορίες του. Το ύφος του βέβαια είναι πολύ πιο εσωτερικό και με αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία, κάτι που καθιστά την ταύτιση με τα τραγούδια του ελαφρώς πιο χρονοβόρα και πιο έμμεση. Ακούγοντας το ξανά όμως, τόσο ο αγαπημένος και ξεχωριστός ήχος του αλλά και η προσεχτική ακρόαση των στίχων με έφεραν πιο κοντά σε αυτό το album, βρήκα το λόγο που πάντοτε άκουγα το συγκεκριμένο δίδυμο και κατ’επέκταση τώρα, τον Πάνο μόνο του. Πρόκειται λοιπόν για μια αξιοπρεπή δουλειά που πάνω απο όλα μπορεί και γίνεται σα σύνολο, πραγματικά, η μπαλάντα της πόλης. Ο Πάνος Κατσιμίχας, παρότι μόνος στον μουσικό δρόμο του πλέον, διατηρεί τον γνώριμο ήχο του, χωρίς όμως να γίνεται κουραστικός και επαναλαμβανόμενος. Δείχνει έντονα τις επιρροές του (μουσικές και όχι μόνο) απο folk & Jazz τραγουδιστές απο τα εξωτερικά μέσα απο τις κιθαριστικές του μελωδίες, κάποιες απόψεις αλλά και μέσα από τον στίχο του, ιδιαίτερα στο «No Passaran» (κιθαριστική μπαλάντα που γίνεται κατά κάποιο τρόπο φόρος τιμής στο Neil Young, τον Don MacLeen, τους Pink Floyd, τη Miss American Pie αλλά και σε μηνύματα κατά της παγκοσμιοποίησης) , αλλά και στο «Ήταν Ωραία Μέσα στα Σκουπίδια» (ένα εξαίρετο δείγμα αλκοολικών blues με αναφορά στον Dr John και με ανάλογη φωτό δίπλα στους στίχους που αναγράφονται στο booklet). Θέτει δυναμικά τις κοινωνικές του απόψεις και καταδικάζει μέσα απο πιο επιθετικές μελωδίες με το «Θα ζήσουνε πάντα κοντά μας» και το «Ένας ήσυχος δολοφόνος», ενώ απο την άλλη δείχνει την εντελώς χαβαλεδιάρική διάθεσή του «ανακατασκευάζοντας» (όπως αναφέρει στο δελτίο τύπου) το «We are Family» με πιο funky ρυθμούς και στίχους. Καταθέτει τις καθημερινές του εικόνες, τα συναισθήματα της στιγμής και άλλα που μείνανε μέσα του εδώ και χρόνια και τραγουδάει τα συμπεράσματα της ζωής μέσα απο τα υπόλοιπα κομμάτια που βρίσκονται σε πλήρη αρμονία με τις μελωδίες του, αυτές τις απλές του συνθέσεις, που παρότι δεν είναι «δύσκολες» πάντοτε γίνονται έντονες μέσα απο το χαρακτήρα τους. Δύο κομμάτια που μου τράβηξαν την προσοχή από την πρώτη κιόλας ακρόαση τους, είναι το «Κι ακόμα είσαι εδώ», που είναι μια σύνθεση των Austin Cunningham & Trina Harmon, και το «Ν’αντέχουμε μόνο μας μένει», που είναι ένα παλιό κομμάτι του Sergio Endrigo και μάλλον αποτελεί ένα απο τα ωραιότερα κομμάτια του CD, κυρίως λόγω του στίχου του. Τελικά που καταλήγω...Ο Κατσιμίχας συνεχίζει αυτό που έκανε πάντα, να καταθέτει δηλαδή, με τον ιδιαίτερό του απλοικό τρόπο τις εκφράσεις του και τις απόψεις του μέσα απο το στίχο και τον άκρως ιδανικά συνδυαζόμενο ήχο, δημιουργώντας τραγούδια με χαρακτήρα χωρίς να γίνεται γραφικός. Και παρόλο που έχουν περάσει τόσα χρόνια τα τραγούδια του πάντοτε κατά έναν περίεργο τρόπο βρίσκουν εφαρμογή και υπόσταση οποτεδήποτε και οπουδήποτε. Μόνο και μόνο γι’αυτό νομίζω πως θα μπορούσα να πω πως η άποψή μου γι αυτή τη δουλειά είναι θετική, πέρα απο τους ενθουσιασμούς που με κατέλαβαν με κάποια συγκεκριμένα κομμάτια, λόγω προσωπικών μου ταυτίσεων. Έ και για τον επίλογο... Όλα γίνονται όταν είναι για να γίνουν Όλα γίνονται όταν θέλουν αυτά... (Οι Μπαλάντες των Πολυκατοικιών)

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured