The Black Keys

Η περσινή χρονιά αποδείχθηκε προβληματική για τους Black Keys, εξαιτίας μιας αλληλουχίας δυσμενών συμπτώσεων ή κακών επιλογών: οι βετεράνοι πια blues-rockers από το Άκρον του Οχάιο -ιδιαίτερη πατρίδα του Lebron James, παρεμπιπτόντως- ακύρωσαν μια ολόκληρη περιοδεία σε στάδια λόγω χαμηλής προπώλησης εισιτηρίων∙ εξάλλου η περσινή δουλειά τους με τον τίτλο Ohio Players εισέπραξε μάλλον χλιαρές κριτικές και ήταν το άλμπουμ της μπάντας με τις χειρότερες πωλήσεις από το 2006. Έπεσαν επίσης θύματα της ακατάσχετης συνωμοσιολογίας που κυριαρχεί στη δημόσια ζωή των ΗΠΑ: δέχτηκαν δριμεία κριτική για την εμφάνισή τους σε μια συναυλία με τίτλο "America Loves Crypto" στην πόλη τους, το Άκρον, η οποία φέρεται χρηματοδοτήθηκε από ύποπτους Ρεπουμπλικάνους πράκτορες που προσπαθούσαν να επηρεάσουν τις εκλογές για τη Γερουσία – κάτι που αποδείχθηκε αστήριχτο, όμως η βρώμικη δουλειά είχε γίνει.

Το ντουέτο των Dan Auerbach (κιθάρα, φωνή) και Patrick Carney (τύμπανα) αντιπαρατέθηκε στις παραπάνω αναποδιές, κατηγορώντας τον μάνατζερ Irving Azoff ότι «τους γάμησε». Αντί να κρυφτούν, επέλεξαν -όπως θα έλεγε και ένας έμπειρος πολιτικάντης- τη «φυγή προς τα μπρος»∙ το συγκρότημα ανακοίνωσε παναμερικανική περιοδεία και νέο άλμπουμ, αισίως το 13ο τους.

Το single "The Night Before" έδωσε ένα πρώτο νεύμα για το νέο άλμπουμ των Black Keys με τον γενικό τίτλο No Rain, No Flowers, που κυκλοφόρησε στις 8 Αυγούστου. Χαρωπό, ξεσηκωτικό στα όρια του καρναβαλικού, με σχεδόν ska-punk ρυθμό, το "The Night Before" θα μπορούσε να είναι ένα πολύ καλό εμπορικό κομμάτι των Cake, των Scissor Sisters ή των No Doubt. To ερώτημα όμως τίθεται αυτόματα, τουλάχιστον σε εμάς τους παλιούς αφοσιωμένους φανς: έχουμε στα αλήθεια ανάγκη αυτή τη «γιούπι-για-για» ποπ απ’ τους Black Keys; Είναι η ίδια μπάντα που έπαιζε το πιο δαιμονισμένο λευκό blues από την εποχή που μπήκαν στον τάφο ο Jeffrey Lee Pierce και ο Cpt.Beefheart;

Το ομώνυμο κομμάτι δίσκου ξεκαθαρίζει περισσότερο τις προθέσεις τους. Εδώ έχουμε να κάνουμε με καθαρό FM rock, όμορφο μεν υπερβολικά γυαλισμένο δε, σαν ρεφρέν της Lana Del Rey. Διόλου τυχαία στη σύνθεση και στην παραγωγή, όπως και σε άλλα κομμάτια του δίσκου, συμμετέχει ο Rick Nowels, ο τραγουδοποιός που κρύβεται πίσω από κάμποσες επιτυχίες της Lana, με τον οποίον ο Dan Auerbach είχε συνεργαστεί στο άλμπουμ Ultraviolence της τελευταίας. Ένας άλλος αναγνωρισμένος τραγουδοποιός-κατασκευαστής hits της «σχολής Νάσβιλ», ο Daniel Tashian δίνει επίσης το παρόν στο No Rain, No Flowers, όπως εξάλλου και ο πρώην πληκτράς των Roots και του Dr. Dre, Scott Storch, ικανότατος παραγωγός στο κύκλωμα του hip-hop.

H ακατέργαστη, λουδίτικη πλευρά των Black Keys διατηρείται σε κομμάτια όπως το εξαιρετικό "Man On A Mission", που εισάγεται με ένα υποχθόνιο garage riff (που θυμίζει κάπως το "She’s Wicked" των Fuzztones) για να εξελιχθεί σ’ ένα psyche-hard διαμάντι σε στυλ Hendrix. Από κοντά, στο ίδιο πάνω κάτω ύφος κινείται και το "Kiss It", που θυμίζει Steve Miller Band στο λίγο πιο τραχύ.

 Ώρα όμως να χορέψουμε! Μακριά όμως από την ρετρό 80ίλα του προαναφερθέντος single. Τα ανθεμικά "Baby Girl", "All My Life" και "Make You Mine" αποτελούν σπονδές στην γλυκιά και χορευτική soul της Φιλαδέλφεια του ’70, αλλά και στους Stones της εποχής του "Miss You". Τα ηχοχρώματα της soul του 70, με ένα άγγιγμα oriental-groove στην εισαγωγή με τη στροβιλιστική κιθάρα α λα Funkadelic, αγκαλιάζουν τον συνθετικό κορμό του "On Repeat", που συγκαταλέγεται και αυτό στα highlights του δίσκου. 

Στο άλμπουμ επίσης απαντούν εκλεκτικές jazz-rock αναφορές ("Down to Nothing", "A Little Too High"), που παραπέμπουν στους Black Keys της εποχής του Brothers – το οποίο παραμένει και η πιο ολοκληρωμένη δουλειά τους μέχρι σήμερα.

Γκραν φινάλε με το "Neon Moon", ένα μικρό έπος για το ατελείωτο τοπίο και τον έναστρο ουρανό του αμερικανικού Νότου. Αργόσυρτη, «μεθυσμένη» blues-rock εισαγωγή στο ύφος των Band, στα ρεφρέν οι φωνητικές αρμονίες θυμίζουν Crosby, Stills, Nash & Young, και όταν φτάνει η ώρα για το σόλο της κιθάρας, παίρνεις όρκο ότι αναστήθηκε ο Duanne Allman.  

Σε ποιο λοιπόν σημείο βρίσκονται σήμερα οι Black Keys; Αυτό είναι ίσως το πιο δύσκολο ερώτημα για να απαντηθεί. Θεωρώ ότι το συγκρότημα έφτασε στο δημιουργικό του ζενίθ και μοιραία πλέον έχει αρχίσει να επαναλαμβάνεται. Προς τα τέλη του ’90, οι Black Keys ξεκίνησαν ως garage-blues-rock αναβιωτές, αντίζηλοι θα’ λεγε κανείς των White Stripes, και στην πορεία μπόλιασαν με γόνιμο τρόπο στον ήχο τους ένα σωρό ετερόκλητα στοιχεία και στυλ, με κυρίαρχη τη soul της δεκαετίας του ’70. To 6o τους άλμπουμ, το Brothers του 2010, αποτέλεσε τη λυδία λίθο αυτής της αναζήτησης -φανταστείτε τον Isaac Hayes να ψάχνει για χρυσό στα blues λασπόνερα του Μισισιπή- και είναι μάλλον δύσκολο να ανακαλυφθεί εκ νέου. Το El Camino που ακολούθησε το 2011, ήταν το άνοιγμά τους στον ήχο του stadium rock, στα χνάρια ας πούμε των Kings of Leon, μέσα όμως σε θεμιτά όρια. Από κει και μετά οι Black Keys δεν έχουν προσθέσει κάτι καινούριο στη μανιέρα τους, μολονότι οι δουλειές τους παρέμειναν αξιόλογες.

Ανάμεσα σ’ όλα αυτά, μεσολάβησε το άλμπουμ Delta Kream του 2021: ένα άλμπουμ με παντοδύναμες διασκευές σε ηχογραφήσεις της Hill Country του Δέλτα του Μισισίπη, με βαριές υπογραφές μαστόρων του blues (John Lee Hooker, R. L. Burnside, Big Joe Williams, Junior Kimbrough). Εδώ οι Black Keys βρέθηκαν ξανά στο στοιχείο τους και σ’ αυτό το πεδίο δεν έχουν αντίπαλο.

Θα άνοιγε λοιπόν μια προοπτική για τους Black Keys αν επέστρεφαν σ’ αυτό τον ήχο; Η απάντηση από εμένα είναι αρνητική. Θεωρώ αφελώς ρομαντική και απροκάλυπτα  συντηρητική την προτροπή «επιστροφή στις ρίζες». «Δεν μπορείς να γυρίσεις στο σπίτι – το σπίτι, η πατρίδα έχει πάψει να υπάρχει∙ επιζεί μόνο στη ναφθαλίνη της μνήμης», σημειώνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας -σύγχρονος του Faulkner και του Hemingway- Thomas Wolfe. Ένας δημιουργός, ένας μουσικός ειδικότερα, δεν πρέπει ποτέ να μένει στατικός, αλλά διαρκώς να πειραματίζεται με νέα σχήματα και ιδέες, ακόμα και όταν δεν του βγαίνει στην πράξη. Μ’ αυτό το δεδομένο, καλά κάνουν οι Black Keys και δεν επαναπαύονται στις ένδοξές blues-rock δάφνες τους, κι ας γκρινιάζουμε οι παλιοί φανατικοί. Όπως εξάλλου μας δίδαξε έγκαιρα ο Dylan, The Times They Are A-Changin'.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured