“I travel, I sing / I notice when people notice things / As I wander through the rooms of the world”

Ναι, μετά από 30 χρόνια δισκογραφίας, αρχικά ως Smog και από το 2007 και έπειτα ως Bill Callahan, ο αμερικανός τραγουδοποιός έγραψε τους στίχους που συνοψίζουν όλη την φιλοσοφία της τέχνης και της ζωής του. Και συνεχίζει να την τιμά με μεράκι και αφοσίωση ακόμη και σε αυτό το θεωρητικά κατασταλαγμένο στάδιο της πλούσιας καριέρας του. Συγκεκριμένα, οι λέξεις προέρχονται από το “As I Wander”, το τελευταίο τραγούδι από το νέο του δίσκο, Gold Record, ο οποίος κατέφθανε σε δόσεις -ένα τραγούδι κάθε Δευτέρα για τους τελευταίους 2,5 μήνες- δημιουργώντας μία γλυκιά ανυπομονησία για το ολοκληρωμένο άκουσμα. Ένα συναίσθημα που παραπέμπει σε πολύ διαφορετικές εποχές, όταν η αναμονή για κάτι αγαπημένο ήταν μία κινητήρια δύναμη από μόνη της.

Αυτή η «στρατηγική» της υπομονής είναι απολύτως ενδεικτική και ταιριαστή με την φύση του Gold Record: αφενός γιατί καθένα από τα δέκα κομμάτια μοιάζει με ένα ξεχωριστό, αυτόνομο κεφάλαιο από διαφορετικά βιβλία που με κάποιον συμβολικό τρόπο συνθέτουν ένα ενιαίο αφήγημα και αφετέρου, γιατί όπως κάθε δουλειά του Bill Callahan και ιδιαίτερα η συγκεκριμένη, προϋποθέτει ακροατές που θα εισέλθουν σε αυτήν, έχοντας ανεπτυγμένη την τέχνη της υπομονετικής και προσηλωμένης ακρόασης. Το άλμπουμ έρχεται ένα χρόνο μετά τη τελευταία του δουλειά, το Shepherd in A Sheepskin Vest και θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως αποτελεί φυσική αντίδραση στις βιβλικές αλληγορίες, τους απόκρυφους συμβολισμούς και τις υπαρξιακές αποκαλύψεις που επικαλέστηκε στον τελευταίο για να διαχειριστεί βαθιά προσωπικά θέματα όπως το γάμο του, τη γέννηση του γιου του και το θάνατο της μητέρας του. Εδώ, έχοντας τακτοποιήσει όλες αυτές τις αλλαγές στη ζωή του, απομακρύνεται από αυτήν, μεταμφιέζεται σε διαφορετικούς αφηγητές και προσφέρει βινιέτες από τις ιστορίες φανταστικών ή αληθινών ανθρώπων που αντανακλούν πάνω στις δικές του.

Ο δίσκος ξεκινάει με το “Pigeons", στο οποίο ο Callahan με την πιο μπάσα φωνή του ανακοινώνει “Hello, I am Johnny Cash”. Και είναι...ο οδηγός της λιμουζίνας ενός ζευγαριού νεονύμφων, με τους οποίους μοιράζεται λόγια αναπάντεχης σοφίας: “When you are dating, you only see each other/ And the rest of us can go to hell/ But when you are married, you are married to the whole wide world”. Αλλού, γίνεται ο τύπος που γκρινιάζει για τη νεολαία και τα ψεύτικα λόγια διαμαρτυρίας τους (“Protest Song”). Μεταμορφώνεται σε έναν νεαρό που ταλανίζεται με την απατηλή ιδέα του έρωτα (“35”), αλλά και κάποιον που δεν αντέχει τη γυναίκα του, μα δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτή (“Breakfast”). Εισχωρεί με μελωδική διαύγεια στα άδυτα μιας μέσης, αμερικάνικης οικογένειας (“The Mackenzies”) ή απλώς αφιερώνει ένα χαριτωμένο, παιδιάστικο τραγούδι στον Ry Cooder. Ακόμη και η επιστροφή στο θαυμάσιο τραγούδι του “Let’s Move To The Country” από το μακρινό 1999 ακούγεται πλέον εντελώς διαφορετική. Όλα τα “Let’s” δεν είναι πια σχέδια, αλλά χαμένα όνειρα, κενές υποσχέσεις ή και κρυφές ελπίδες. Όλα τα παραπάνω, ο Callahan τα αφηγείται πάνω σε οικείες, americana μελωδίες με την παρηγορητική και καταπραϋντική φωνή του, χωρίς να προσπαθεί ιδιαίτερα να ελέγξει αυτός τα ηνία των τραγουδιών του, παρά αφήνεται στη φυσικό ροή της μουσικής του. Όπως τραγουδάει και στο “Another Song”, ένα "meta" κομμάτι που μοιάζει με ανοιχτό μονόλογο/διάλογο ανάμεσα σε διαφορετικές εκδοχές του ίδιου του εαυτού του, το μόνο που αναζητά όταν πέφτει στο κρεβάτι, είναι ένα ακόμη τραγούδι, μία ακόμη σελίδα, μία ακόμη μέρα για να συνεχίσει να αναπνέει, να υπάρχει, να ζει. 

«Υπάρχουν πολλές φωνές αυτές τις μέρες...Ο ήσυχος αναστοχασμός μπορεί να είναι η πιο σαφής, η πιο ενημερωτική και καταπραϋντική φωνή που θα ακούσετε ποτέ...Ακούστε μουσική, διαβάστε βιβλία, μιλήστε με φίλους και συγγενείς. Μην ακούτε τις φωνές, ούτε καν τη δική μου!», σχολίασε πρόσφατα με αυτοσαρκαστικό πνεύμα ο Callahan. Πράγματι, οι φωνές σήμερα πληθαίνουν και έρχονται από παντού, ενώ ο χώρος για προσωπική περισσυλλογή και ενδοσκόπηση μοιάζει να παραμορφώνεται από το θόρυβο της σύγχρονης πραγματικότητας. Όμως, όσο ο αμερικανός μουσικός συνεχίζει να «περιπλανάται στα δωμάτια του κόσμου» και να προσφέρει δίσκους που εμπνέουν τον ήσυχο αναστοχασμό, τη δικιά του φωνή να την ακούτε. Γιατί το Gold Record είναι ακόμη ένα ταπεινό λιθαράκι σε αυτή την υποτιμημένη, ήσυχη τέχνη που υπηρετεί ο Bill Callahan.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured