Χρειάστηκε να περάσουν 4 χρόνια για να δούμε τον διάδοχο του The King Is Dead, διάστημα ιδιαίτερα μεγάλο για μια μπάντα που προηγουμένως χρειαζόταν τον μισό από αυτόν τον χρόνο για να ετοιμάσει νέο δίσκο. Έπειτα όμως από 6 άλμπουμ και κάμποσα ακόμα EP, είναι λογικό να κοντοστέκονται οι Decemberists, αναλογιζόμενοι τι άλλο μπορεί να έχουν να πουν, ψάχνοντας να δουν πόσα ακόμα βέλη υπάρχουν στη φαρέτρα τους.
 
Αυτά που βγάζουν από εκεί μέσα τώρα, ως πρώτη εντύπωση, μοιάζουν πάνω-κάτω τα ίδια με εκείνα που ήδη ξέραμε: ο ίδιος ακουστικός (ως επί το πλείστον) ήχος, οι ίδιες indie-folk/pop φόρμες (πότε με αναφορές στην ιρλανδική παράδοση, πότε με bluegrass οργανολογία, άλλοτε με Nick Drake ντιρεκτίβες και πάει λέγοντας), η γνωστή σπουδή στη χρήση εξεζητημένων λέξεων. Πράγματι, σχεδόν κάθε ένα από τα νέα τραγούδια –ειδωμένο ως ατμόσφαιρα τουλάχιστον– θα έβρισκε εύκολα θέση σε κάποια από τις προηγούμενες δουλειές τους, χωρίς να ξενίσει.
 
Είναι δηλαδή ένας δίσκος φτιαγμένος στον αυτόματο πιλότο τούτος 'δω; Και ναι και όχι, θα έλεγα... Από τη μία, προφανώς ένα γκρουπ με 15ετή πορεία έχει κατασταλάξει σε κάποιες μεθόδους μέσα από τις οποίες δημιουργεί –κι αυτό είναι προφανές για τον Colin Meloy και τους συντρόφους του, από καιρό μάλιστα. Από την άλλη, μια προσεκτική ματιά στα φετινά τραγούδια αποκαλύπτει μια μετατόπιση στη θεματολογία των στίχων. Εκεί δηλαδή που συνήθως οι Decemberists κατέφευγαν σε αφηγήσεις και σε αναφορές σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα και εποχές, τώρα πάνε συχνά και προς την αντίθετη κατεύθυνση: προς πιο εξομολογητικές λογικές, προς μια απεύθυνση σε πρώτο πρόσωπο.
 
Θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο, λοιπόν, για μια ωρίμανση από την πλευρά των Αμερικανών. Έτσι είναι, μεγαλώνοντας θες να μιλήσεις περισσότερο για εκείνα που σε καίνε: γονεϊκότητα, γάμος και σχέσεις γενικότερα, στην περίπτωσή μας. Με αυτά καταπιάνεται το single “Make You Better”, για παράδειγμα, το οποίο είναι ίσως η σύνθεση με τη μεγαλύτερη δημοφιλική δυναμική εδώ, όπως και το “The Wrong Year”. Βέβαια, το συγκρότημα δεν εγκαταλείπει εντελώς την παλιά-του-τέχνη-κόσκινο, η οποία δίνει το παρών σε κομμάτια όπως τα “Cavalry Captain”, “Philomena” και “Carolina Low”. Τέλος, το συγκινητικό “12/17/12” έρχεται να παντρέψει τις δύο λογικές: εμπνέεται από την τραγική ειδησεογραφία, αλλά τη φέρνει μέσα στο σπίτι για να την αντιπαραβάλει με την εκεί εγκατεστημένη ευτυχία.
 
Είναι ιδιαίτερα καλοφτιαγμένος δίσκος το What A Terrible World, What A Beautiful World, όπως μας έχουν συνηθίσει άλλωστε οι Decemberists. Θα έλεγα μάλιστα ότι είναι συχνά «beautiful» και σχεδόν ποτέ «terrible». Όμως, αυτή η ομορφιά μοιάζει ξαναειδωμένη, οι κορυφώσεις του ξαναβιωμένες· η όλη αίσθησή του έχει ξαναεισπραχθεί. Κι έτσι, όταν φτάνει στο τέλος του, δύσκολα σκέφτεσαι να τον ξαναβάλεις να παίξει. Kι ας ξέρεις ότι, αν το κάνεις, δεν θα περάσεις καθόλου άσχημα.
 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured