Ας το πιάσουμε απ’ τους υπερθετικούς και βλέπουμε. Όπως γράφτηκε και στο ίντι πατριαρχείο, το “Surf Solar” μπορεί να πήγε τους Fuck Buttons στους Ολυμπιακούς και να παίχτηκε στην τελετή έναρξης του Λονδίνου, ωστόσο το Slow Focus είναι το πιο Ολυμπιακό τους. Με δεδομένο πως οι κύριοι Andrew Hung & Benjamin John Power ανέλαβαν τη δημιουργική διαδικασία εξ ολοκλήρου (συν την παραγωγή), το Slow Focus πιθανώς να είναι και το πιο δικό τους. Υπό την έννοια πως όχι μόνο είχαν τον απόλυτο έλεγχο της θρυλικής πλέον γκατζοφαρέτρας τους, αλλά δεν υπήρξε και ενδιάμεσος νους στο πως αυτή προβλήθηκε στο πλέγμα του ήχου. Επιπροσθέτως, το Slow Focus είναι το πιο κλινικό και μισάνθρωπο του μπριστολέζικου ντουέτο, από καταβολής του. Μια πομπώδης, απρόσωπη μηχανή με τη στάμπα EBM στην ούγια και με το “B” του Electronic Body Music να βρίσκεται εκεί είτε από συνήθεια, είτε από ειρωνεία –πιθανότατα το δεύτερο.

Ίσως συμβολίζει και μια τελική ρήξη το Slow Focus. Μια ρήξη με τους stadium electronica προγόνους των Fuck Buttons, οι οποίοι όσο μακριά και να το τράβηξαν ποτέ δεν ξέχασαν το σώμα. Γιατί υπήρχαν σίγουρα ψήγματα ανθρώπινου ιστού στα Street Horrsing και Tarot Sport. Πρώτα απ’ όλα τα δάχτυλα των χειριστών που με κάποιον τρόπο έφταναν μέχρι το σπίτι σου. Αλλά και το υπόλοιπο σώμα, γιατί όσο και να μην τα έλεγες τυπικά χορευτικά άλμπουμ, τις χρηστικές συγγένειές τους τις διατηρούσαν και τις τιμούσαν –έστω με τον τρόπο τους. Εδώ χρηστικότητα πάπαλα, μας τελείωσε κι επισήμως, να 'ταν κι άλλη: δεν κουνιέσαι, μονάχα ακούς. Πάει να κουνηθεί το σώμα γιατί θυμάται και για κάποιον λόγο μένει αμήχανο και εν τέλει ανενεργό. Με διόλου τυχαία εξαίρεση το εξόδιο “Hidden XS”, το οποίο έρχεται να υπενθυμίσει πως εκείνο που μπορούσαν να κάνουν οι Fuck Buttons το μπορούν ακόμα• απλά επιλέγουν αλλιώς. 

Κι είναι καλό τούτο ή κακό, τελικά; Δεν έχω ιδέα... Πιθανώς δηλαδή και να είναι απλά άσχετο. Είναι στιγμές που αντιλαμβάνομαι τόσο καθαρά αυτή τη χειρουργική επίθεση στις αισθήσεις, ώστε παθαίνω. Τούτο το μεγαλομανές πράμα ρουφάει γοητεία ακριβώς απ’ το γεγονός πως δεν ενδιαφέρεται για κανέναν και για τίποτα. Λες και υπάρχει σε μια ερημωμένη παράλληλη διάσταση, χωρίς καν να διαθέτει τη γνώση πως το παρατηρούν γήινα όντα. Κι είναι στιγμές που όλο αυτό το αισθάνομαι κούφιο και πομπώδες, ως ένα τερατάκι επιδιδόμενο σε ασκήσεις καμποσισμού, ακριβώς επειδή ξέρει πως ουκ ολίγοι έχουν στήσει αυτί. Λες κι ακούω ψευδο-φουτουριστικά ρινγκτόουνς από κάποια ανύπαρκτη συσκευή του μέλλοντος, που ενσωματώνει φουλ ηχοσυστήματα σε συσκευασία τσέπης. Μία έτσι και μία αλλιώς. Αν και με το ηλεκτρονικό μαχαίρι στον λαιμό, κατά πάσα πιθανότητα θα κατέληγα στην εκδοχή με τα ρινγκτόουνς. Είναι η πιο πρωτόλεια.     

{youtube}Nm41yV1gOcA{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured