Η πολυαναμενόμενη επιστροφή της Polly Jean Harvey σηματοδοτείται από ένα άλμπουμ το οποίο φαινομενικά λίγη σχέση έχει με ό,τι την κατέστησε πασίγνωστη στο ευρύ alternative κοινό. Οι άλλοτε βαριές, άλλοτε post punk κιθάρες και τα εξοργισμένα, πονεμένα, στα όρια της παραφωνίας, φωνητικά αντικαθίστανται από ευγενείς, μινιμαλιστικές συνθέσεις στο πιάνο και μια λεπτή φωνή που μοιάζει να κεντάει τον καμβά αυτών των μελωδιών όσο πιο ανάλαφρα μπορεί.

Κλειστοφοβικά, πένθιμα κομμάτια με εξίσου σκοτεινούς τίτλους (“The Devil”, “Dear Darkness”, “When Under Ether”) αποτελούν βόμβες σε λανθάνουσα κατάσταση και σκάνε με τη σειρά δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα μυστηρίου και σκοταδιού, ικανή να σε τρομάξει και να σε κάνει να διπλοκλειδώσεις. Τραγούδια για νύχτες χωρίς φεγγάρι -όπως περιγράφονται και στο εναρκτήριο “The Devil”- όπου αντί να συναντήσουμε την αποφασισμένη πλανεύτρα του To Bring you My Love, την περιχαρή ερωμένη του Stories from the Streets ή ακόμα και το παράξενο κορίτσι του Dry, βρίσκουμε μια ημί-τρελη ηρωίδα μυθιστορήματος των αδερφών Μπροντέ που παίζει πιάνο σε ένα εγκαταλελειμμένο δωμάτιο. Ίσως να φταίει και το εξώφυλλο για το συνειρμό.

Παρόλα αυτά επανέρχομαι στη λέξη φαινομενικά. Μπορεί το άλμπουμ να είναι ακουστικό και το ερμηνευτικό στυλ της Harvey διαφορετικό απ’ ό,τι είχαμε συνηθίσει ως τώρα, εν τούτοις, η συνθετική και ερμηνευτική δύναμη της μικροκαμωμένης υπερταλαντούχας Αγγλίδας παραμένει αναλλοίωτη, μια δύναμη υπόγεια αυτή τη φορά. Μπορεί να μη νιώθει πια την ανάγκη να αντιμετωπίζει τους δαίμονες αυτού του κόσμου βάζοντας τις φωνές, να μην αφήνει σπαραχτικά ουρλιαχτά για το χαμό του έρωτά της και ούτε να τραγουδάει με ξέχειλη χαρά για την επαναφορά του, αλλά φαίνεται να ξέρει πως καμιά φορά, πετυχαίνεις το σκοπό σου χωρίς πολλά πυροτεχνήματα. Αρκεί να σκεφτείτε πως αν υπάρχει σε όλο τον κόσμο ένα θηλυκό alter ego του Nick Cave, είναι αυτό της Polly Jean Harvey, και ως τέτοιο, ξέρει να χειρίζεται εξίσου καλά τόσο τις μεγαλοπρεπείς συνθέσεις που σου κόβουν την ανάσα όσο και τα μικρά βραδυφλεγή αριστουργήματα, με τα οποία έχει γεμίσει τα 30 και κάτι λεπτά του White Chalk.

Πρόκειται για μια πολύ ώριμη δουλειά μιας καλλιτέχνιδας τόσο πολύπλευρης που δε θα με εξέπληττε αν ο επόμενος δίσκος της ήταν κιθαριστικός, γεμάτος γνώριμα ξεφωνητά. Ίσως κάτι τέτοιο να ήθελε να υπονοήσει και με το αριστουργηματικό “The Mountain” που ρίχνει εντυπωσιακά την αυλαία του δίσκου.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured