Τρία χρόνια μετά το Suicaine Gratifaction, ίσως την πιο ειλικρινή μετά-Replacements συλλογή τραγουδιών του και για πρώτη φορά σε indie label (Vagrant Records) από το 1984 (σε διανομή βέβαια από μεγάλο label) ο Paul Westerberg επανέρχεται με δύο νέα albums, με τίτλους Stereo και Mono, παρουσιάζοντας στα καλύτερά τους τις δύο διαφορετικές πλευρές του.

Από τη μία, στο Stereo, έχουμε μπαλλάντες βουτηγμένες στο αλκοόλ, την unplugged δηλαδή πλευρά του σε ένα απολαυστικό downtempo album με σπιτικές ηχογραφήσεις ακουστικών ελεγειών. Η θεματολογία του είναι ανάλογη των μελωδιών και της ερμηνείας, δηλαδή ...διαζύγια, ναρκωτικά, αυτοκαταστροφή, κατάθλιψη, αλλά με ένα λυτρωτικό χιούμορ, παρών τον αυτοσαρκασμό, την ελπίδα, χωρίς καμία στείρα μαυρίλα.

Ηχογραφημένο "mostly live in the middle of the night" σύμφωνα με τις σημειώσεις που βρίσκουμε στο album, είναι γεμάτο με country μπαλλάντες, βαλσάκια, ακουστικές συνθέσεις που καταλήγουν σε ένα πανέμορφο hidden track, ένα lo-fi rocker που ανήκει στις κορυφαίες των στιγμών της καριέρας του.

Από την άλλη, οι 'Mats fans δεν θα μείνουν παραπονεμένοι, καθώς υπάρχει και η πιο σκληρή -ηχητικά- πλευρά του. Δυνατο post-punk κι απρόβλεπτο (κομμάτια σκάνε ξαφνικά σαν μπαλόνια), από το alter-ego του με τίτλο Grandpaboy, στο Mono, αλλά και Stones ρυθμοί, σχηματίζουν μια συμπαθητική, κλασική rocking συλλογή που είναι ότι πιο κοντινό στους The Replacements (και σε ποιότητα) έχει κυκλοφορήσει.

Στα 40 του και έχοντας εξελιχθεί ως σόλο καλλιτέχνης από το θόρυβο στο πεδίο της κλασικής τραγουδοποιίας του τροβαδούρου δεν τα καταφέρνει και άσχημα. Αντιθέτως, τα δύο αυτά album θα παιχτούν κατά κόρον από τους fans και του πρώιμου και του 90s ήχου, γιατί πάνω απ'όλα είναι γεμάτα με αξιόλογες συνθέσεις και ειλικρινείς καταθέσεις που γράφτηκαν και ηχογραφήθηκαν μέσα σε χαλαρό κλίμα (και έμπνευση), χωρίς άγχος, αλλά και μεγάλα ονομάτα στην παραγωγή και στο studio.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured