Αυτό που έχω στο μυαλό μου για τους Gomez λέγεται “Η ευχάριστη έκπληξη”, και η μόνη πιθανή συνέχεια γι’αυτούς είναι η ανέλιξη. Ήταν ξαφνικά πέρυσι το χειμώνα όταν ένα από τα μεγαλύτερα μουσικά έντυπα περιοδικά της Αγγλίας τους έβαλε εξώφυλλο, προκαλώντας την βαρετή επανάληψη αυτής της μικρής λεξούλας : “Ποιοί?”. Ήταν τότε που είχε κυκλοφορήσει η πρώτη δισκογραφική δουλειά του Βρεττανικού συγκροτήματος με τίτλο “Bring it on”, και όλοι στην Γηραια Αλβιώνα είχαν ξετρελλαθεί.

Προσωπικά, το πρώτο τους album το απέκτησα στα μέσα του Αυγούστου, και λίγο καιρό μετά έμαθα ότι κυκλοφόρησε η δεύτερη δουλειά τους με τίτλο “Liquid Skin”, για το οποίο θα διαβάσετε σήμερα. Πέρασε αρκετός καιρός από την κυκλοφορία του δεύτερου δίσκου μέχρι να πέσει στα χέρια μου, μιας και τα αποτελέσματα του πρώτου ήταν ακόμα νωπά. Φυσικά στην προκειμένη περίπτωση έπεσε και τεράστιο air-play από μεγάλο ραδιοφωνικό σταθμό και ήξερα από την αρχή ότι δεν επρόκειτο να απογοητευτώ.

Είναι σχεδόν απίθανο να μην έχετε ακούσει Gomez. Μην ξεχνάμε ότι και ο πρώτος τους δίσκος έγινε πλατινένιος στην Αγγλία, πράγμα που δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο. Το αστείο είναι ότι μέχρι και το MTV Europe , το οποίο βλέπουμε εμείς εδώ, έχει κατά καιρούς παίξει δύο κλιπάκια τους, και αυτό εκτός της γνωστής alternative εκπομπής. Οι κριτικές φυσικά από παντού είναι εξαιρετικές και έτσι δεν θέλει πολύ.

Το στυλ τους είναι , πως να το πούμε με μία λέξη, διαφορετικό. Τριφωνίες, πολλά όργανα μαζί, αρμονικό αλλά όχι πάντα μελωδικό στυλ, και το κερασάκι στην τούρτα η απίστευτη φωνή του Ben Ottewell. Άγρια και ωμή, η φωνή του τελευταίου δίνει μία νότα πρωτότυπη αλλά και χαριτωμένη συνάμα. Δεν είναι μόνο όμως ο Ben ο τραγουδιστής του group, αλλά δύο ακόμα μέλη συμβάλλουν στα φωνητικά, ο Ian Ball και ο Tom Gray. Oι τελευταίοι διαθέτουν πιο γήϊνες, ανθρώπινες φωνές και έτσι εξομαλύνουν όσο γίνεται την κατάσταση. Σίγουρα όμως το highlight παραμένει ο λάρυγγας του Ottewell.

Ο ήχος από την άλλη – κυρίως στον πρώτο δίσκο – ήταν αρκετά πειραματικός, με μία δόση “Beta Band”, αλλά και με αρκετά μελωδικά ξεσπάσματα. Ο δεύτερος είναι σαφέστατα πιο εμπορικός. Πριν την κυκλοφορία του δίσκου , οι Gomez έβγαλαν το πρώτο single του δίσκου , το Bring it on!. Σόκαρε αρκετούς με την ωμότητα του ήχου του, αλλά όσες περισσότερες φορές το ακούγαμε τόσο πιο πολύ το απολαμβάναμε. Κυρίως τα τελευταία 20 δευτερόλεπτα, η μπάντα προσπαθεί να κάνει πλάκα και δίνει disco ρυθμό στο κομμάτι. Αν προσθέσετε σε όλα αυτά και ένα καταπληκτικό video-clip, έχετε ένα από τα καλύτερα singles της χρονιάς.

Η κατάσταση βέβαια στην συνέχεια σοβάρεψε. Το δεύτερο single από το “Liquid Skin” με τίτλο “Rhythm & Blues Alibi” μας ισοπέδωσε. Φοβερο ρεφραίν με την υπογραφή της φωνής του Ottewell που δεν αφήνει περιθώρια για άσχημη κριτική. Αυτό ήταν και το αγαπημένο κομμάτι των ραδιοφώνων, ίσως για το ότι είναι πιο προσιτό από οτιδήποτε άλλο, αλλά και για τον απλό τετριμμένο λόγο ότι είναι απλά υπέροχο κομμάτι.

Τον προηγούμενο μήνα κυκλοφόρησε και τρίτο single με τίτλο “We haven’t turned around”. Εδώ οι Gomez ρίχνουν τους τόνους όπως είχαν κάνει στον πρώτο δίσκο με το “Tijuana Lady”. Φανταστικό κομμάτι , ακούγεται όλες τις ώρες και έχει ένα καταθλιπτικό αποτέλεσμα που είχαμε καιρό να συναντήσουμε σε σύγχρονο κομμάτι (σκεφτομενοι φυσικά πως το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται αποκλειστικά στους στίχους του κομματιού).

Δεν ξέρω αν η μπάντα σκέφτεται να κυκλοφορήσει και τέταρτο single από το δίσκο (μάλλον ναι, δίοτι και η εταιρίες λένε γύρω στα τέσσερα την φορα), αλλά αν γίνει αυτό τότε η ενδεδειγμένη λύση ακούει στο όνομα “Revolutionary Kind”. Υπέροχο μελωδικό κομμάτι με εξαιρετική παραγωγή , την οποία να σημειώσουμε εδώ την έχει κάνει μόνο το συγκρότημα όπως και στον πρώτο δίσκο.

Δύσκολα θα χαρακτήριζα τον δίσκο των Gomez ψυχεδελικό όπως βιάζονται να το κάνουν πολλοί, αλλά ότι διαθέτει μικρά στοιχεία είναι σίγουρο. Στο “Blue Moon Rising” για παράδειγμα , υπάρχουν αρκετά σημεία τα οποία κάποιος θα τα χαρακτήριζε ψυχεδελικά, τα οποία κυρίως προέρχονται από keyboards αλλά και από τις ανήσυχες κιθάρες του group. Το κομμάτι όμως αυτό προς το τέλος γίνεται καθαρό rock’n’roll με ένα συνεχές χτύπημα των drums και ακατάπαυστο γρατσούνισμα της κιθάρας.

Τα υπόλοιπα κομμάτια του δίσκου είναι και αυτά πάρα πολύ καλά, αλλά πιστεύω ότι τα αριστουργήματα του δίσκου τα έχουμε ήδη αναφέρει. Το “Liquid Skin” είναι σίγουρα ανάμεσα στους 10 δίσκους της χρονιάς, και οποίος δεν το αποκτήσει θα χάσει στιγμές πραγματικού σύγχρονου μουσικού ταλέντου το οποίο ντύνεται με μία από τις καλύτερες φωνές που ακούσαμε τελευταία. Και να φανταστείτε ότι τα παιδιά που αποτελούν το συγκρότημα είναι μόνο 20 με 21 χρονών. Πάρτε και εσείς λοιπόν μία γεύση από το μοναδικό “αμερικάνικο” Βρεττανικό group όταν κάνετε διαλείμματα από τους ήχους του Βeck. Μην προσπαθήσετε όμως να αποφασίσετε ποιος έιναι καλύτερος. Δεν έχει σημασία.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured