Μονόκερως

Οι Μονόκερως περιγράφουν τον εαυτό τους ως μία παρέα –καταξιωμένων- μουσικών με διάθεση για παιχνίδι και ονειροπόληση, και πράγματι, το ντεμπούτο άλμπουμ τους που κυκλοφορεί από την Veego Records μοιάζει να είναι ακριβώς αυτό. Μία σειρά από κομμάτια που γράφτηκαν με πολύ μεράκι, παικτική αρτιότητα και σχετική χαλαρότητα στο ύφος, παρά το γεγονός ότι ο δίσκος αυτός αυτοπροσδιορίζεται και κατατάσσεται σχετικά εύκολα στην κατηγορία της ονειρικής ποπ.

Η μπάντα αποτελείται από τους Νίκο Κόλλια (μουσική και μπάσο), Σεραφείμ Γιαννακόπουλο (τύμπανα), Κωστή Χριστοδούλου (πιάνο και synths), και Δημήτρη Σιάμπο (κιθάρες), με επιπλέον συμμετοχές από τους Χριστίνα Χριστοδούλου, Ειρήνη Αραμπατζή, Moa Bones, Ελένη Αράπογλου, Κώστα Σιδηροκαστρίτη, Sophie Lies και Φώτη Σιώτα. Τους στίχους αναλαμβάνουν Νίκος Βεργέτης και Σεραφείμ Γιαννακόπουλος, κι εδώ επιλέγουν ελληνικά, σε μια σχεδόν 00ς προσέγγιση.

Η ατμόσφαιρα των τραγουδιών είναι ιδιαιτέρως αναστοχαστική και μελαγχολική και τα φωνητικά ψιθυριστά, σαν να γράφτηκαν για να μείνουν μεταξύ εραστών. Το κομμάτι "Φεύγεις" που ανοίγει τον δίσκο χρησιμοποιεί πλούσιες εικόνες για να διαπραγματευτεί την απώλεια και τον κύκλο της πτώσης και της ανάτασης.  Tο "Μωβ" ακολουθεί εκφράζει με ποιητικό, σχεδόν μυθικό τρόπο, τη συναισθηματική εξάρτηση. Η επιθυμία για ένωση είναι σχεδόν καταστροφική («να γίνουν οι φλέβες μας μωβ»), αλλά ταυτόχρονα ο έρωτας συγκρούεται με την ατομικότητα  Στα "Σβήνουν οι μνήμες" και "Ρίχνω πληγές" διακρίνεται μία προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια αλλά και με τον ίδιο του τον χρόνο — πάντα «ήρθαν όλα αργά».  Στα "Μια μέρα" και "Μ.Ε.Θ.", ψιθυρίζεται μια συγκρατημένη ελπίδα σαν αναγέννηση μέσα από τη στάχτη. Στο "Θα ‘ρθουν καλύτερες στιγμές" η επιθυμία περνά από το φαντασιακό στην πράξη, διατηρώντας όμως την λεπτότητα που διακατέχει ηχητικά όλο το άλμπουμ, παρά την αναφορά σε σπίρτο, βενζίνη και φωτιά.  Το "Περπατώντας" του κλεισίματος είναι ιδιαίτερα τρυφερό, με το τραύμα να σωματοποιείται έντονα, πράγμα που έρχεται σε αντίθεση με την ακουστική προσέγγιση που ακολουθεί.

Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, το δυνατό στοιχείο του δίσκου αυτού είναι τα ποικίλα επίπεδα των συνθέσεων. Μέσα από αυτά αναδεικνύεται η εμπειρία αλλά και το υπόβαθρο των μουσικών, που καταφέρνουν να διεκδικήσουν πολλαπλές ακροάσεις με κάθε μια από αυτές να γίνεται μία μικρή αποκάλυψη των jazz ηχοχρωμάτων, των ροκ υφών, καθώς και όλων των πειραματισμών.

Πέρα από την παραγωγή και τις συνθέσεις, εκείνο που κάνει τον Μονόκερω να ξεχωρίζει πραγματικά είναι η βαθιά, πολυεπίπεδη χρήση του σώματος ως μεταφορά. Το σώμα εμφανίζεται ξανά και ξανά στους στίχους («ρίχνω πληγές πάνω στα αλάτια μου», «είμαι μια πληγή», «κείτομαι νεκρός»), οι οποίοι δεν μένουν στην επιφάνεια αλλά διαπερνούν το δέρμα και μετατρέπουν την ψυχική οδύνη σε σωματικό βίωμα.

Αν διαβάσουμε το άλμπουμ σαν ένα προσωπικό ημερολόγιο ή ακόμα και ως μια μορφή θεραπευτικής γραφής, αποκαλύπτεται ένας εσωτερικός κόσμος που φλέγεται από συναισθήματα. Κάπου εκεί υπάρχει ένας άνθρωπος βαθιά ευαίσθητος, ίσως με τραύματα ανοιχτά. Κουβαλά την ένταση του έρωτα, το πένθος της απώλειας, τη σωματική κόπωση του χρόνου και των αλλεπάλληλων προσπαθειών. Και όμως, μέσα σε αυτή τη σκοτεινιά δεν υπάρχει παραίτηση αλλά υπάρχει επεξεργασία, ποίηση, μια σχεδόν πεισματική ανάγκη να μετατραπεί το βάρος σε τραγούδι.

Ίσως τελικά, αυτό που κάνει το δίσκο αυτό να διαφέρει δεν είναι το πόσο "ονειρικός" είναι ο ήχος του, αλλά το πώς χειρίζεται τα σκοτεινά, δηλαδή με στοργή, χωρίς μελοδραματισμό, με μια υπαρξιακή ειλικρίνεια που συγκινεί χωρίς να φωνάζει. Συνολικά, το Μονόκερως φαίνεται να είναι ένας προσεγμένος dream pop / ατμοσφαιρικός δίσκος που περισσότερο παρατηρεί παρά βυθίζεται σε ψυχοσυναισθηματικά τοπία. Οπωσδήποτε, ακούγεται ευχάριστα,  λαμβάνοντας τη δική του διακριτική αλλά επάξια θέση μεταξύ των λοιπών εγχώριων κυκλοφοριών της χρονιάς.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured