Όταν δεν λιώνει τα πετάλια και δεν γκαζώνει τις κιθάρες, ο κύριος Vagina Lips a.k.a Τζίμης Πολιούδης, ηχογραφεί ως Mazoha. Και ως Mazoha, τραγουδάει στα ελληνικά, χαρίζει ρόλο πρωταγωνιστή στα synths, αφήνει στις κιθάρες να κάνουν τη «βρώμικη» δουλειά και σκαρφίζεται ηλεκτρονικούς ύμνους, προορισμένους να παίζουν πίσω από μεθυσμένες εξομολογήσεις και εσωτερικές αναζητήσεις. Κατά τ' άλλα, η βιωματική του γραφή –ανεξαρτήτως γλώσσας– παραμένει αιματώδης και τσιτωμένη, ιοντισμένη με φορτία που ζέχνουν αστική καύλα, υπαρξιακή αγωνία, προσωρινή ελευθερία και μπόλικα προσωπικά αδιέξοδα.

Στην τρίτη του κατάθεση υπό το ελληνόφωνό του project, ο Πολιούδης ποντάρει ό,τι έχει –και δεν έχει– σε αυτήν τη μαγική χημεία ανάμεσα στη στιχουργική αμεσότητα και στη συνθετική απλότητα, που αξίζει για όλες εκείνες τις (διόλου λιγοστές) στιγμές στις οποίες θα πιάσει τόπο και θα ακουστεί ηχηρά ο κρότος της τέλειας συναισθηματικής έκρηξης στους δρόμους και στα διαμερίσματα της ζωής μας. Μπορεί τα 9 τραγούδια του Μπάσταρδο να ακούγονται ημιτελή ή και προχειροδουλεμένα σε ορισμένες περιπτώσεις, πάντως ο εγχώριος μουσικός αποδεικνύει εδώ ότι η ατέλεια που τα χαρακτηρίζει, είναι συνειδητή.

Δεν πολυαναλύει δηλαδή την εξέλιξη των συνθέσεών του, ώστε να ανοίξει δρόμο στην ουσία του πράγματος· η οποία βρίσκεται κάπου εκεί που οι συνειρμικές αλήθειες συναντούν τη μελωδική νηφαλιότητα. Ένας τόπος ασφαλής, όπου ο ακροατής νιώθει βολικά να είναι η εκδοχή του εαυτού που προτιμάει εκείνη τη στιγμή. Ακόμη και αν δεν είναι πάντα αληθινή. Όπως άλλωστε και ο ίδιος ο Πολιούδης, ο οποίος στα μισά τραγούδια κρύβεται πίσω από μία άγουρη, μετά-εφηβική εκτόνωση της οργής του, ενώ στα υπόλοιπα αφήνει χώρο στα λεπτά του αισθήματα, ώστε να φουντώσουν γενναία.

Οπωσδήποτε, στην πρώτη συστάδα ανήκει το “Είμαι Ο Σκλάβος Μου”: ένα synth-punk παραλήρημα ενδοσκόπησης, με τους στίχους «είμαι ο σκλάβος μου, είμαι ελεύθερος μα το αίμα δεν κυλάει άλλο στις φλέβες μου, είμαι το λάθος μου το τελευταίο μου, είμαι ακόμη εδώ μα θέλω να μία αλλού» να συμπυκνώνουν μια ψυχοσύνθεση με συλλογικά χαρακτηριστικά ανάμεσα σε μια συγκεκριμένη γενιά. Αλλού σκοτώνει τους δαίμονές του μέσα από μία trance ευφορία ("Λίπασμα"), μηδενίζει τις σκέψεις του με ατόφια, χειμαρρώδη rave ορμή ("Χωρίς Αύριο") και βρίσκει παρηγοριά στην πιθανότητα των άλλων ("Ποπ 81"). Στις πιο ποιητικές του στιγμές, πάλι, (“Κυριακή Ξημερώματα”, “Σταγόνα”), μεσουρανεί ανάμεσα στην κατά Στέρεο Νόβα ανατομία της αστικής μελαγχολίας και στην καταραμένη ματιά των νεορομαντικών, για να βρει το νόημα στιγμιαία και μετά να το ξαναχάσει λυτρωτικά, μέχρι το καινούριο επόμενο.

Εγώ, πάντως, επιστρέφω συνεχώς στα πρώτα λεπτά του δίσκου, όσο απολαυστικό κι αν αποδεικνύεται το υπόλοιπο ταξίδι. Το "Ρημάζω" είναι άλλωστε το τέλειο electro-pop single· με zeros, electroclash αισθητική, θυμίζει Ladytron και οφείλει να χώνεται σε κάθε σωστό, αυτοσχέδιο πάρτι, συνδέοντας κόσμο. Κυρίως, όμως, μέσα από αυτό γιορτάζεται, εκστατικά και καθόλου σαρκαστικά, η παρακμή και το μαράζωμα. Όχι μόνο του ίδιου του Πολιούδη, αλλά και μίας ομάδας ανθρώπων που πάνω-κάτω κουβαλάει τα ίδια τραύματα, ζει με παρόμοιο τρόπο σε παρόμοιες πόλεις, δαγκώνει με πάθος τη ζωή και αφήνει το ίχνος της στις καθοριστικές της στιγμές, αλλά έχει ξεχάσει το πιο σημαντικό: να αισθάνεται όπως κάποτε.

Και στο Μπάσταρδο τα αδιέξοδα αυτά όχι μόνο δεν συγκαλύπτονται, αλλά γίνονται οι προβολείς που έρχονται να φωτίσουν και να εξηγήσουν το μεγάλο μπέρδεμα των καιρών μας.

{youtube}h-dL8788ha4{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured