Σε αυτούς τους σκοτεινούς καιρούς που διανύουμε, στους οποίους η λέξη Έλληνας έχει γίνει στο εξωτερικό συνώνυμο με χαρακτηρισμούς όπως «απατεώνας», «τεμπελχανάς» και «κηφήνας», είναι καλό να συναντάμε περιπτώσεις σαν τον Σεραφείμ Τσοτσώνη. Ανθρώπους δηλαδή οι οποίοι διαθέτουν το ταλέντο αλλά και τη θέληση για σκληρή δουλειά ώστε να διαπρέψουν σε οποιονδήποτε τομέα έχουν επιλέξει να δράσουν, όπως εν προκειμένω στη μουσική και δη την ηλεκτρονική.

Beautiful People λοιπόν και τρίτο (αισίως) άλμπουμ για τον συντοπίτη μας, ο οποίος καταφέρνει εδώ να σχηματίσει ένα παζλ 14 τραγουδιών, όλα στιβαρά ως συνθέσεις, με ενιαία μουσική αισθητική και με υψηλό επίπεδο έμπνευσης ως προς τη γραφή. Το ύφος, ως επί το πλείστον, είναι μελαγχολικό με τη διάθεση να κυμαίνεται (στην πλειονότητα των στιγμών) ανάμεσα σε συναισθήματα χαμένων συντρόφων, ανθρώπινης απώλειας, κοινωνικών και προσωπικών προβληματισμών. Ναι, ο κόσμος του Beautiful People δεν είναι ευδιάθετος, χαρωπός και κεφάτος: είναι μουντός, συννεφιασμένος και μουδιασμένος. Πλην όμως είναι πανέμορφος, ευφάνταστος και συναισθηματικά ακραίος, σπρώχνωντας έτσι και τις αισθήσεις του ακροατή στα όρια.

Η βάση εδώ ηχητικά είναι το deep house, το downtempo καθώς και τα μελωδικά φωνητικά –τόσο αιθέρια, ώστε θα τα χαρακτηρίζαμε αραχνοΰφαντα. Αυτοί οι τρεις βασικοί άξονες οδηγούν το όχημα του Σεραφείμ Τσοτσώνη στο Beautiful People και το κάνουν με αξιοσημείωτη επιμονή και αποτελεσματικότητα. Όχι πως δεν υπάρχουν βέβαια και αποκλίσεις από το τρίπτυχο. Στο “Memorial”, για παράδειγμα, με τα μελωδικά κιθαριστικά του σόλο και τα ναρκοληπτικά τύμπανα, βλέπεις να ζωντανεύουν μπροστά σου οι Pink Floyd σε μια μοντέρνα εκδοχή τους, δημιουργώντας ένα κομμάτι αξιοζήλευτο για όλους τους δημιουργούς ηλεκτρονικής μουσικής. Στο “Catch The Cloud” πάλι ο ήχος προσεγγίζει το techno, με τον επαναληπτικό ρυθμό και τα λουπαρισμένα ηλεκτρονικά του μπλιμπλίκια να θυμίζουν τις συνθέσεις του Paul Kalkbrenner.

Τα παραπάνω βέβαια δεν σημαίνουν πως, όταν ο δίσκος παραμένει εντός της «ζώνης άνεσής» του, δεν αποδίδει εξίσου αξιοσημείωτα αποτελέσματα. Το “My Own Sea” αποτελεί ένα κομμάτι που με το α-λα-Peter Hook μπάσο του και τα θελκτικά γυναικεία του φωνητικά προκαλεί το ραδιόφωνο να του αντισταθεί (μάταια). Το “Whistles In My Head” προσφέρει το ηλεκτρονικό ισοδύναμο μιας γαλήνιας καλοκαιρινής θάλασσας, με τα σφυρίγματα τα οποία εισβάλουν στο τοπίο να προσομοιάζουν στο δροσερό αεράκι που σπάει τη ζέστη της εποχής. Το “I Feel Home” πάλι θα ήθελαν πολύ να το είχαν για το επόμενο άλμπουμ τους οι Moderat, ενώ το “Omnipresent” θα χωρούσε κάλλιστα σε έναν από τους ομορφότερους (φετινής κοπής) δίσκους ηλεκτρονικής μουσικής, το Parabolas του John Tejada. Το “Phantoms” από την άλλη δεν θα μου φαινόταν καθόλου παράταιρο στο Amnesiac των Radiohead, έτσι όπως οι διακριτικές κιθαριστικές πινελιές του γεμίζουν το υπόλοιπο ατμοσφαιρικό σκηνικό που στήνουν τα εύθραυστα φωνητικά και οι σαγηνευτικές μπασογραμμές.

Επιστρέφοντας στην αρχή του κειμένου, ο Σεραφείμ Τσοτσώνης είναι ένας δημιουργός ο οποίος μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση, όχι ως προσωπικότητα –καθώς δεν τον γνωρίζω τον άνθρωπο– μα με τη στάση ζωής και την αντιμετώπισή του προς αυτό που έχει διαλέξει να κάνει. Έχεις αποφασίσει να είσαι δημιουργός ηλεκτρονικής μουσικής; Τότε φρόντισε να γίνεις ένας από τους καλύτερους εκεί έξω. Ένας από αυτούς έχει λοιπόν γίνει και ο Τσοτσώνης και με το Beautiful People, αυτή τη μαγευτική διαδρομή στη χώρα της ευαίσθητης τραγουδοποιίας και της ονειρικής electronica, κατάφερε φέτος να κυκλοφορήσει έναν από τους καλύτερους δίσκους για το είδος, ανεξαρτήτως εθνικής προέλευσης.

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured