Πίσω από το όνομα Magnitophono, κρύβεται η Ελένη Αδαμοπούλου και τούτο αποτελεί το ένα από τα δύο προσωπικά της project –Manekinekod είναι το άλλο. Τα δύο project, εκτός του ότι κυκλοφορούν αμφότερα σε μικρά ανεξάρτητα label της αλλοδαπής (το μεν Manekinekod στη βερολινέζικη Brigade Music, το δε Magnitophono στη σκοτσέζικη Bearsuit), ξεκινάνε από την ίδια μουσική αφετηρία, ξετυλίγοντας όμως δύο αρκετά διαφορετικές πτυχές του μουσικού ταλέντου της δημιουργού. Ως Manekinekod, η Αδαμοπούλου καταλήγει με μία κάπως πιο σκοτεινή, πιο βαθιά electronica (η οποία, μάλιστα, της χάρισε κι ένα peak στο taper νούμερο 25 του Wire –τεύχος Απριλίου), ενώ το Magnitophono βρίσκεται εμφανώς κοντύτερα στην ποπ, μία όμως μελωδική και αρκετά διακριτική και συνεσταλμένη ηλεκτρονική ποπ.
 
Στο Magnet (το δεύτερο, αν δεν κάνω λάθος, EP που κυκλοφορεί ως Magnitophono), η Αδαμοπούλου μας δίνει ένα χαρακτηριστικό δείγμα τούτης της διακριτικότητας με την οποία αντιλαμβάνεται την ποπ. Λαμβάνει άμεσες επιρροές από σχήματα όπως οι Mum ή οι Isan (διόλου τυχαία και οι δύο έχουν –σε κάποιο στάδιο της πορείας τους– συνεργαστεί με τη βερολινέζικη Morr Music), για να δημιουργήσει ευγενείς μελωδίες, γλυκά ηχητικά γαργαλητά (όπως λ.χ. στο εναρκτήριο “Pet”) και εύθραυστους ρυθμούς, μετατρέποντας τα όποια φαντάσματα συναντά ως Manekinekod, σε ζωηρά ξωτικά.

Από τις πέντε συνθέσεις του Magnet, μάλλον ξεχωρίζουν το “Little Boy Blue” –μοναδική στο EP σύνθεση όπου τα ηλεκτρονικά κρουστά και το beat φέρνουν τη ρυθμικότητα στο επίκεντρο, όπου (κατά κάποιον τρόπο) επικαιροποιείται η προ πενταετίας (περίπου) αισθητική της Morr περί αυτής της γλυκιάς, ηλεκτρονικής ποπ, καθώς και το “Ninjeto”, στο οποίο κυριαρχεί ένα όμορφο παιχνίδι ανάμεσα σε ψηφιακούς ήχους και στο ιαπωνικής (κατά πάσα πιθανότητα) προελεύσεως έγχορδο. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει και το γλυκό και ονειρώδες “Down To Earth”.

Κι αυτή είναι η λέξη κλειδί στην αποτίμηση του Magnet: «Ενδιαφέρον». Η οπτική της Αδαμοπούλου αποπνέει ειλικρίνεια και ευγένεια προθέσεων, το αποτέλεσμα όμως (όσο φροντισμένο κι αν είναι) δεν νομίζω πως διαθέτει τη δύναμη για να συνεπάρει. Καταφέρνει ας πούμε στο “Down To Earth” να φέρει την παγωμένη αύρα της ισλανδικής ακινησίας στα μέτρα της δικής μας θερινής ραστώνης –εκεί όπου το μυαλό πλάθει γαλήνιες εικόνες ανάμεσα στο καλοκαιρινό ξύπνιο και στον γλυκό, ηλιόλουστο ύπνο– όμως και πάλι, αν θέλεις ένα soundtrack να συνοδεύει την ευωδιαστή σιωπή του καλοκαιριού, τα τζιτζίκια προσφέρουν καλύτερο. Πέρα από την πλάκα, το Magnet μοιάζει να βρίσκει τον τρόπο να αφηγηθεί αυτό που θέλει, μοιάζει σαν ένα όμορφο (και σύντομο) παραμύθι, χωλαίνει όμως ως μουσική πρόταση.

Και δεν είναι μόνον ότι ανασύρει από το θυμικό τις επιρροές του και το γεγονός ότι παρόμοιες ιστορίες έχουν εξιστορηθεί καλύτερα στο παρελθόν. Είναι κι αυτή η αίσθηση που αποκομίζεις, ότι κινείται κάπως επιφανειακά: σαν η όλη προσπάθεια να αποτελεί μία είδους άσκηση πάνω σε είδη, τεχνοτροπίες και δομές. Βρίσκει πάντως τον τρόπο να γείρει τις κεραίες σου προς το μέρος του Μαγνητόφωνου, αναμένοντας έναν (ίσως πιο πλήρη) ολοκληρωμένο δίσκο…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured