Κάπου είχα διαβάσει ότι το Always Forever, ντεμπούτο των Bare Infinity στη δισκογραφία, επρόκειτο να κυκλοφορήσει το 2006 – τρία δηλαδή χρόνια μετά τη σύσταση της μπάντας. Τελικά βγήκε φέτος. Δεν γνωρίζω την αιτία της καθυστέρησης, ακούγοντάς το πάντως δεν μπόρεσα να μη σκεφτώ ότι το συγκρότημα δεν αξιοποίησε αυτό το χρονικό περιθώριο.  Να εξηγηθώ βέβαια, για να μην παρεξηγηθώ. Το Always Forever αποτελεί μια προσεγμένη δουλειά: ξέρει πού θέλει να σταθεί, αξιοποιεί έξυπνα τις διεθνείς επιρροές του, έχει πέσει αρκετή φροντίδα σε ό,τι αφορά στην παραγωγή, στον ήχο, στα παιξίματα και στα σχετικά. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι οι Bare Infinity εργάστηκαν αρκετά για αυτόν τον δίσκο και, ως εκ τούτου, δεν το βρίσκω τυχαίο που η μπάντα περιοδεύει με σχετική επιτυχία στη Φινλανδία. Δούλεψαν όμως προς τα πού; Το τελικό αποτέλεσμα δεν τους προσφέρει νομίζω καμία αισθητική δικαίωση. Πρόκειται για μία – ακόμα – μπάντα μεταλλικών αναφορών με γυναικεία φωνητικά, αρκετά έξυπνη μεν ώστε να μη μπορείς να την κατηγορήσεις ως απευθείας κόπια κάποιας από τις επιτυχημένες ξένες μπάντες του είδους, η οποία αποτυγχάνει όμως να σε πείσει ότι διαθέτει κάποια πρόταση. Ή κάτι έστω να προσφέρει στον χώρο όπου διάλεξε να κινηθεί.  Η μουσική των Bare Infinity εστιάζει στο συμφωνικό και στο πομπώδες, αλλά με τρόπο αγοραίο και ευπρόβλεπτο, όπως πιστοποιεί η ρουτινιάρικη χρήση των πλήκτρων και η επιλεκτική – μα πεπατημένη – χρήση brutal φωνητικών δίπλα στα καθαρά (“Always Forever pt. II”, “The Crying Shore”). Αυτό το αγοραίο και ευπρόβλεπτο προβάλλεται άλλωστε και στο σαχλό artwork του Always Forever, όπως και στις φωτογραφίες της μπάντας, που είναι επιεικώς ποζεράδικες. Ταυτόχρονα, υπάρχει και μια διάχυτη ψευδορομαντική διάθεση, όπως τη μαρτυρούν κυρίως οι στίχοι (κακοί, ως επί το πλείστον) και τα φωνητικά της Angel. Από την άποψη αυτής της διττής κατεύθυνσης, οι Bare Infinity παρουσιάζονται έτσι ως κάτι σαν την ελληνική απάντηση σε μπάντες σαν τους Within Temptation και τους Nightwish – ή έστω σαν μια ελληνική απόπειρα να διεκδικηθεί ένα κομμάτι της σχετικής πίτας (πίτα λίαν προσοδοφόρα). Με τη διαφορά όμως ότι η Angel με τα μονότονα και όχι σπουδαία, από ερμηνευτικής άποψης, φωνητικά απέχει παρασάγγας από τη Sharon den Adel. Και ότι, όπως και να το κάνουμε, οι μουσικοί που συγκροτούν τους Bare Infinity δεν είναι της ίδιας κλάσης με π.χ. τον Tuomas Holopainen.  Βέβαια η ουσία του πράγματος βρίσκεται αλλού και όχι σε τέτοιες εύκολες συγκρίσεις: σε ένα είδος όπου, αν όχι η κορυφή τουλάχιστον ένα σημαντικό κομμάτι του ορίζοντα, ορίζεται βάσει των Nightwish και των Within Temptation, μια νέα ελληνική μπάντα – εάν υποθέσουμε ότι θέλει να σταθεί με καλλιτεχνικές και όχι μόνο με εμπορικές αξιώσεις – θα πρέπει να έχει κάτι να προτείνει. Το Always Forever όμως δεν περιέχει πρόταση. Από την αρχή ως το τέλος του είναι ένας δίσκος ο οποίος αρκείται στην ευκολία και στην ανακύκλωση επιτυχημένων, κατά την τελευταία δεκαετία, κλισέ.    

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured