Η ευρεία διάδοση της μουσικής τεχνολογίας τα τελευταία χρόνια διαμορφώνει πλέον και τη δημιουργικότητα των καλλιτεχνών. Ο ρόλος ιδιαίτερα του δημιουργού έχει εμπλουτιστεί με πολλές ιδιότητες, καθώς ένας π.χ. συνθέτης μπορεί να είναι ταυτόχρονα και εκτελεστής πολλών μουσικών οργάνων, ενορχηστρωτής, μηχανικός ήχου, ιδιοκτήτης δισκογραφικής εταιρίας, παραγωγός και πολλά άλλα. Από την άποψη αυτή, ο δημιουργός των 00s κατέχει μεγάλη εξουσία στα χέρια του και μπορεί να διαχειριστεί το πόνημά του εξ’ ολοκλήρου.  Jay Ohn. Μια όψη της μουσικής ταυτότητας του Γιάννη Τσιακόπουλου, παραγωγού, μουσικού, συνθέτη, στιχουργού, μηχανικού ήχου, αλλά και ιδιοκτήτη δισκογραφικής εταιρίας (Trailblazer Records). Ως μουσικός έχει υπηρετήσει σε διάφορα σχήματα (For What Is Worth, Thought Converter), αλλά το Walking Between Worlds είναι η πρώτη του δουλειά ως Jay Ohn. Κάνει τα πάντα στο μουσικό κομμάτι, εκτός από το να παίζει τα τύμπανα και να τραγουδά – στα οποία αφήνει αντίστοιχα τον Κώστα Πέτρου και τη Νάνσυ Συμεωνίδου. Η απόδοσή τους είναι εξαιρετικά καλή, αν και θα ήταν ενδιαφέρον να δοκίμαζε ο Jay Ohn περισσότερο το φωνητικό εύρος της τραγουδίστριας, ώστε να μην μένει σταθερή μόνο στο ρετζίστρο, όπου εκφράζεται καλύτερα.  Η επιλογή επτά κομματιών είναι επίσης καθόλα επιτυχής. Γιατί μέσα στα 35 λεπτά η low-tempo μουσική του Jay Ohn περνά από το dub (εμφανές από τις αρμονικές ακολουθίες στην κιθάρα), προσδίδοντας σε αυτό αρκετά ενδιαφέροντα σκοτεινά χαρακτηριστικά, ενώ σε σημεία αγγίζει το reggae (άρσεις στην κιθάρα στο “Find It” και τα ρυθμικά μοτίβα των τυμπάνων στο “A Fragile Child”). Βέβαια δεν λείπουν τα εντονότερα rock στοιχεία (στο “In The Presence Of Fire” π.χ. ή στο “The Shadows”). Τα φωνητικά υποστηρίζουν πολύ καλά το στιχουργικό και μελωδικό υλικό και σε αρκετά σημεία ανεβάζουν τα κομμάτια (για παράδειγμα το “Shadows” γίνεται αρκετά bitchy/δυνατό). Από τα καλύτερα κομμάτια του δίσκου είναι επίσης το “Wish”, που τέρπει το...ακουστικό τύμπανο, αλλά και το προαναφερόμενο “In The Presence Of Fire”, παρόλο που το synth string ακούγεται πολύ ψεύτικο και αταίριαστο (αυτά μάλλον είναι τα κατάλοιπα των electro προτιμήσεων του Jay Ohn…). Ιδιαίτερα στο “Shadows” φαίνεται εντονότερα η αδυναμία εκπλήρωσης όλων των ρόλων από ένα άτομο. Ενώ δηλαδή οι κιθάρες, τα τύμπανα και τα φωνητικά είναι εξαιρετικά, τα ψηφιακά όργανα ρίχνουν την ποιότητα που θα έπρεπε να έχει ένας τέτοιος δίσκος.  Στο σύνολό του το Walking Between Worlds παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον, αν και έχει κάποια μελανά σημεία σε θέματα επιλογής μουσικών οργάνων από τον υπολογιστή. Ο Jay Ohn είναι εξαιρετικός κιθαρίστας, γνωρίζει πολύ καλά τη δουλειά της μίξης, ξέρει τι θέλει και καταφέρνει να το περάσει στη μουσική του. Οι συνθέσεις καταφέρνουν να κρατήσουν το αρχικό ενδιαφέρον του ακροατή, αλλά δεν ξέρω κατά πόσον κάποιος θα επέλεγε να ακούσει τον δίσκο πέραν των πρώτων ακροάσεων – καθώς δεν πρόκειται για είδος που στηρίζεται μόνο στην μουσικοσυνθετική ευστροφία. Σε κάθε περίπτωση, το Walking Between Worlds ακούγεται ευχάριστα – και βλέπεται εξίσου: το καταπληκτικό artwork επιμελείται ο γνωστός από το sci-fi, σκοτεινό γραφιστικό στύλ, Michał Karcz. Αναμένουμε τα επόμενα δισκογραφικά βήματα του Jay Ohn, με περισσότερη προσοχή στην επιλογή ηλεκτρονικών ήχων.  

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured