Τέσσερα χρόνια σιωπής πέρασαν από το ομώνυμο ντεμπούτο των Ζημιάα στην Olon Music, ένα album που είχε τότε στρέψει κάμποσα βλέμματα πάνω στο αθηναϊκό κουϊντέτο. Η σιωπή αυτή έσπασε τον Ιούλιο που μας πέρασε, όταν η μπάντα, με νέα σύνθεση, επέστρεψε με πολυεθνικό συμβόλαιο και την παρούσα δουλειά, όπου τη διεύθυνση παραγωγής υπογράφει ο Χρήστος Δάντης. Και πρέπει να το πω, άσχετα με τη γνώμη που μπορεί να έχω για το album τους, ότι μου προξένησε μεγάλη εντύπωση που δεν έχουν ακουστεί περισσότερο οι Ζημιάα, με δεδομένο τον μηχανισμό προώθησης τον οποίο διαθέτει η εταιρεία τους.Στο Ένα Αστέρι οι Ζημιάα έχουν μετασχηματιστεί σε κουαρτέτο και το συγκρότημα εμφανίζεται ως μια αυστηρώς ανδρική υπόθεση, καθώς δεν μετέχουν πια σε αυτό ούτε η τραγουδίστρια Φωτεινή Ζαφειρίου, αλλά ούτε και οι Ειρήνη Κοτζάκη (πλήκτρα) και Φέντια Μποζεντόμωφ (μπάσο). Από την αρχική σύνθεση έχουν πλέον μείνει μόνο ο drummer Γιάννης Βεναρδής (γνωστός από τη θητεία του σε μπάντες όπως οι Λευκή Συμφωνία ή οι Γενιά Του Χάους) και ο κιθαρίστας - και «εγκέφαλος» ουσιαστικά των Ζημιάα (αφού υπογράφει τη μουσική και τους στίχους) - Νίκος Φανουράκης, ο οποίος, αν δεν κάνω τόσο λάθος, επωμίζεται εδώ και τα φωνητικά. Στο myspace της βέβαια η μπάντα εμφανίζεται και πάλι ως κουϊντέτο, με τον Μάριο Πολίτη να έχει αναλάβει τα φωνητικά. Στο Ένα Αστέρι πάντως είναι εμφανώς κουαρτέτο και το όνομα του Πολίτη απουσιάζει από το συνοδευτικό βιβλιαράκι. Ως έναν βαθμό, η παραπάνω αλλαγή σύνθεσης έχει επηρεάσει την ποιοτική στάθμη της κατάθεσης των Ζημιάα. Γιατί, ό,τι και να κάνουν στη σύνθεση και στους στίχους, αναλαμβάνει τελικά να το διεκπεραιώσει μια φωνή εμφανώς ακατάλληλη - τόσο τεχνικά, όσο και εκφραστικά. Με πενιχρές δυνατότητες, επίπεδη, άχρωμη και αδύναμη για το όποιο παιχνίδισμα ή για την όποια απόδοση συναισθηματικών χρωμάτων (πλην μιας γενικής μελαγχολίας), η φωνή των Ζημιάα το μόνο που καταφέρνει είναι να κουράσει και να χαντακώσει κάθε καλό στοιχείο στις συνθέσεις τους, κάνοντας το κάθε τραγούδι να μοιάζει υπερβολικά με τα υπόλοιπα (“Ένα Αστέρι”, “Αν Ξημερώσει”, “Για Να Μην Υποφέρω”). Όμως, και οι τελευταίες δεν είναι άμοιρες ευθυνών για το τελικό, μέτριο, αποτέλεσμα. Γιατί, ενώ οι Ζημιάα κατακτούν με άνεση μια αξιοπρεπή βάση και ποτέ δεν καταντούν ανόητοι ή προσβλητικοί, δεν κατορθώνουν να υψώσουν τίποτα το κατά τη γνώμη μου αξιοσημείωτο πάνω σε αυτή τη βάση - με μοναδική εξαίρεση το “Θα Σε Αγγίξω”, το γιορτινό, ανοιξιάτικο vibe του οποίου θα έπρεπε να το έχει ήδη καταστήσει μεγάλο ραδιοφωνικό και τηλεοπτικό hit (καθότι έχει γυριστεί και video-clip του) σε έναν πιο έντιμο μουσικό κόσμο. Οι Ζημιάα φλερτάρουν επίμονα με τον ελληνόφωνο mainstream pop/rock ήχο, παρά όμως κάποιες πολύ καλές ιδέες στα πλήκτρα και στις κιθάρες, το φλερτ αυτό επιμένει σε πράγματα υπερβολικά δεδομένα - πόσα π.χ. από τα όσα ακούμε εδώ δεν έχει υπηρετήσει με πολύ πιο εμπνευσμένους τρόπους ο Νίκος Πορτοκάλογλου; Και η στρογγυλοποιημένη όμως παραγωγή δεν βοηθά ιδιαίτερα στο να φτιαχτεί αυτό το κάτι πιο προσωπικό που θα έπρεπε να έχει μια ελληνόφωνη rock μπάντα των ’00s. Οι κιθάρες του Φανουράκη αρκετά συχνά έχουν να επιδείξουν μια αξιοσημείωτη ταυτότητα, που κατά στιγμές θυμίζει Διάφανα Κρίνα (διόλου τυχαίο λοιπόν το ότι συμμετέχει και ο Νίκος Μπάρδης των τελευταίων στο Ένα Αστέρι). Αντί όμως να χτιστεί το album πάνω σε αυτή την ταυτότητα, χτίζεται τελικά πάνω στα δεδομένα. Τη χαριστική όμως βολή στο πεδίο της δημιουργίας τη δίνουν, νομίζω, οι στίχοι. Ακόμα και αν είσαι υπερβολικά ελαστικός ως ακροατής και κριτής και μπορέσεις να παρακάμψεις τα φωνητικά, εστιάζοντας μόνο στις καλές ιδέες των μελωδιών, οι στίχοι θα σου τα χαλάσουν, τελικά, όλα. Απλοϊκότητες, αναμασήματα και ερωτόλογα κουρασμένα, μαζί με έναν διάχυτο συναισθηματισμό ανάκατο με μελαγχολική διάθεση που το μόνο που σου βγάζει τελικά είναι μια κακώς νοούμενη «ροκο-εντεχνίλα», συνθέτουν το πορτραίτο του λόγου του album. Τέλος, στο Ένα Αστέρι τραγουδάει και ένα τραγούδι ο Χρήστος Δάντης (“Τόση Αγάπη”), ένας αναμφίβολα χαρισματικός ερμηνευτής, όταν το θέλει, ο οποίος με έχει πολλές φορές αναγκάσει να του βγάλω το καπέλο και πολλές επίσης να τον φασκελώσω εξοργισμένος. Εδώ ο Χρήστος Δάντης πέρασε και δεν άγγιξε - διάλεξε τη σίγουρη οδό της λίγο τσιτωμένης κιθάρας και της λίγο επιπλέον κορώνας. Γνώμη μου είναι ότι θα είχε λάμψει περισσότερο τραγουδώντας κάποια άλλη επιλογή, ίσως το “Μέσα Στην Καρδιά Μου” ή το “Καλοκαίρι”.  

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured