Με το Ultrapop οι Armed εξασκούνται για μια ακόμα φορά στην τέχνη της εξαπάτησης, απογειώνοντας την πάγια τακτική τους να αποπροσανατολίζουν (με την καλή έννοια) τον ακροατή τους σε τέτοιο βαθμό που ό,τι και να του πεις ότι συμβαίνει σε αυτόν τον δίσκο, θα το πιστέψει.

Η ίντριγκα βεβαίως ξεκινάει από το ίδιο το μυστήριο της κολεκτίβας από το Ντιτρόιτ που από τις απαρχές της ελίσσεται μεταξύ ψευδωνύμων, παραπλανητικών φωτογραφικών, περίτεχνα κολπατζίδικων συνεντεύξεων (εικονικών και μη) προκειμένου να διατηρήσει την ανωνυμία της ακριβούς σύνθεσής της και των credits του καλλιτεχνικού της αποτελέσματος. Σε αυτή την κυκλοφορία οι Armed «αποκαλύπτουν» για πρώτη φορά το line up της μπάντας σε πραγματικό χρόνο, με τα οκτώ μέλη της να πρωταγωνιστούν στο βίντεο κλιπ του lead single “All Futures” με χαοτικές κραυγές, χιπστεροsurf ενδυματική αισθητική, σιδερένια μπράτσα καλιφορνέζικου γυμναστηρίου στα ντραμς και υψηλές τάσεις καταστροφικής ενέργειας φουτουριστικού μανιφέστου. Ή έτσι (θέλουν να) νομίζουν.

Σχεδόν τίποτα στο Ultrapop δεν είναι αυτό που φαίνεται. Το όνομα και πράγμα ultrapop εξώφυλλο παραπέμπει κάθε ανυποψίαστο ακροατή σε κάποια νέα σούπερ hot glamourous hip hop κυκλοφορία, και όχι στην avant-garde μεν, πάντοτε hardcore δε μουσική των Armed. Όποιος, πάντως, περιμένει το όμορφο μεταλλικό χάος του Only Love θα τρίβει τα μάτια του ή μάλλον τ’ αυτιά του ακούγοντας ξανά και ξανά το Ultrapop και προσπαθώντας να χωνέψει το έλα να δεις που γίνεται εκεί μέσα.

Το εναρκτήριο ομώνυμο κομμάτι απελευθερώνει τις ομώνυμες του δίσκου διαθέσεις, γαζώνοντας με τον χαρακτηριστικό θόρυβο της μπάντας τον κενό ονειρικό χώρο μεταξύ Flaming Lips και Tame Impala. Ένα απροσδόκητο garage groove απογειώνει τoν ορυμαγδό του “A Life So Wonderful” με το οξύμωρο γλυκό να δένει με τη χαρακτηριστική κιθάρα του Chris Slorach των METZ. Αν υπήρχε metal indie pop θα ηχούσε σαν το “Interation”, το storyline του οποίου ξεδιπλώνει το μεγαλείο του πλήρως σε συνδυασμό με το βίντεο κλιπ του κομματιού με πρωταγωνιστή–έκπληξη τον David Hayter. Ενώ το πλούσιο, σίγουρο noise – punk του “Real Folk Blues” αποκαθιστά τις ισορροπίες των εκπλήξεων, ανταμείβοντας τους πιο «παραδοσιακούς» οπαδούς της μπάντας, λίγο πριν το μπαράζ συνεχιστεί με το οριακά χορευτικό highlight “Bad Selection” και τη συνδρομή του Mark Lanegan στους τίτλους τέλους του “The Music Becomes A Skull”.

Ό, τι και να ειπωθεί όμως για μεμονωμένα κομμάτια του Ultrapop, θα ωχριά μπροστά στην εκπληκτική ποικιλία ήχων και απόηχων, ιδεών και επιρροών, υφολογικών λεπτομερειών, απροσδόκητων μελωδικών γραμμών και ανεξάντλητων εφέ θορύβου που έχει να προσφέρει ο δίσκος από την πρώτη κιόλας ακρόαση –για να μη μιλήσουμε για τις επόμενες.

Το Ultrapop λούζει το σκληρό ήχο με μια σύγχρονη πειραματική φινέτσα, συστήνοντάς μια αναπάντεχη εκδοχή του σε ένα κοινό που υπό κανονικές συνθήκες θα τον απεχθανόταν, βγάζοντας τη γλώσσα σε κάθε πιθανό στερεότυπο που μπορεί να συνοδεύει μια hardcore μπάντα. Σε όποιον βαθμό κι αν σταματήσει το βαρόμετρο της αρεσκείας του κάθε ακροατή, ένα είναι το σίγουρο: με το Ultrapop δεν πρόκειται να βαρεθεί στιγμή.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured