Στον indie κιθαριστικό χώρο, τις υψηλές προσδοκίες διαδέχονται συνήθως οι μεγάλες απογοητεύσεις. Πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε γίνει μάρτυρες «big new hope» ντεμπούτων, που μοίρασαν φρούδες ελπίδες και τώρα (για να το θέσω λαϊκά) δεν τους θυμάται ούτε η μάνα τους;

Κάτι τέτοιο, όμως, δεν ισχύει για την αυστραλιανή πεντάδα με το αντι-εμπορικό όνομα Rolling Blackouts Coastal Fever. Μετά το παρθενικό EP Talk Tight (2016), η εμβληματική Sub Pop έσπευσε να τους εντάξει στο ρόστερ της κι εκείνοι απέδειξαν με το περσινό, εντυπωσιακό ΕΡ The French Press ότι είναι ικανοί για πολύ μεγάλα πράγματα.

Τα προγνωστικά, πάντως, δεν επιβεβαιώνονται με το πρώτο τους πλήρες άλμπουμ. Παρόλα αυτά, το γκρουπ διαχειρίζεται με σοβαρότητα, ωριμότητα και επαγγελματισμό την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί υπέρ του. Το Hope Downs –τίτλος που προέρχεται από ένα απομονωμένο μεταλλωρυχείο στην έρημο, εκεί «Down Under»– είναι έργο μίας μπάντας που φαίνεται να διαθέτει το μέταλλο (pun, ξεκάθαρα intented) για κάτι σπουδαιότερο, αλλά για την ώρα βολεύεται στο να επεκτείνει μεθοδικά τις αρετές που επέδειξε στα δύο προηγούμενα δείγματα γραφής της.

Ανάμεσα ωστόσο στις περιπετειώδεις, jungly κιθάρες, στις γλυκόπικρες, μελωδίες και στις punkish εξάρσεις, δεν συναντάμε τα τυπικά στιχουργικά μοτίβα που κυριαρχούν στο ελιτίστικο, αυτο-αναφορικό indie. Αντίθετα, το άλμπουμ κρύβει έναν μεταφορικό, to the point, κοινωνικοπολιτικό σχολιασμό, πάνω στις βαθιές αντιφάσεις των καιρών μας και σε ζητήματα όπως το προσφυγικό ή το Δυτικό προνόμιο.

Τέτοιες λοιπόν θεματικές προσθέτουν νόημα σε μερικές από τις μουσικά πιο έξοχες στιγμές του Hope Downs: στη φρενήρη κατάληξη του “An Air Conditioned Man”, στις τσιτωμένες κιθάρες του “Talking Straight”, στην twee ανεμελιά του “Cappucino City” και στη motorik μέθη του “Exclusive Grave” θέτονται σοβαρά ερωτήματα, τα οποία δεν συνάδουν πάντα με την εύφορη φύση των τραγουδιών. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως ο Joe White –ένας από τους τρεις συνθέτες του γκρουπ– σχολίασε για το άλμπουμ πως, αν το κοινό δεν δώσει πολλή σημασία στους στίχους, θα μείνει με χαρούμενα συναισθήματα· διαφορετικά θα πρέπει να ψάξει για κάποιο θραύσμα ελπίδας μετά το τέλος της ακρόασης.

Ένα σοβαρό σημείο κριτικού σχολιασμού, αφορά την 1980s νοσταλγία που χαρακτηρίζει τον ήχο των Rolling Blackouts Coastal Fever. Είναι αλήθεια, δηλαδή, ότι τα φαντάσματα των Feelies, των συγκροτημάτων της Postcard Records, της σκηνής του Dunedin και φυσικά των θρυλικών συμπατριωτών τους The Go-Betweens, καραδοκούν απειλητικά και στοιχειώνουν σε τέτοιο βαθμό τη μουσική, ώστε κάνουν τη συζήτηση περί ρετρό και αναχρονιστικής αντίληψης να μη μοιάζει εκτός τόπου και χρόνου. Ωστόσο, σε κομμάτια όπως το “Mainland” και το “Hammer” οι Αυστραλοί αποδεικνύουν ότι έχουν φιλοτεχνήσει λεπτομερώς τον δικό τους ήχο, ο οποίος συγκεντρώνει επαρκή στοιχεία για να τους προσδώσει ταυτότητα, διαφοροποιώντας τους τόσο από τις επιρροές τους, όσο και από τις σημερινές, φθηνές απομιμήσεις αυτών.  

Στα 35 λεπτά διάρκειάς του, το Hope Downs αναδεικνύεται σε μία από τις πιο εθιστικές και ξεχωριστές indie κυκλοφορίες της χρονιάς. Ακόμη και αν ισορροπεί οριακά ανάμεσα στη vintage αισθητική και στη σύγχρονη ματιά, διαθέτει ποιοτικά χαρακτηριστικά που αγνοούνται στο indie του 2018. Η επόμενη δουλειά των Rolling Blackouts Coastal Fever θα ξεκαθαρίσει το τοπίο για το αν έχουν τις ικανότητες να πρωταγωνιστήσουν στον χώρο. Μέχρι τότε, έχουμε ένα αρκετά πειστικό διαπιστευτήριο των δυνατοτήτων τους.
 
{youtube}Zj5tH-6vNKY{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured