Ξέρω ότι πολλοί συνάδελφοι τρέφουν μια μόνιμη καχυποψία για καλλιτέχνες οι οποίοι έχουν καριέρα της τάξης κάποιων δεκαετιών και συνεχίζουν να υφίστανται δισκογραφικά. Είτε γιατί έχουν πέσει στη γνωστή παγίδα ότι μόνο το φρέσκο πράγμα αξίζει προσοχής, είτε γιατί αναρωτιούνται –όχι αδικαιολόγητα– αν συγκροτήματα όπως π.χ. οι Pavlov’s Dog έχουν λόγο ύπαρξης ή απλά ανακυκλώνουν περασμένες προ πολλού δόξες, περιφέροντας ένα «brand name».

Εντούτοις, είναι αληθινά προκρούστεια η αντίληψη ότι άπαξ και υπερβείς τον τέταρτο στούντιο δίσκο και τα δέκα χρόνια ύπαρξης, γνωρίζοντας στο μεταξύ και εμπορική επιτυχία, γίνεσαι «δεινόσαυρος». Ολάκεροι μουσικοί χώροι –όπως λ.χ. η τζαζ, τα μπλουζ παλιότερα, ο κλασικός κόσμος ή η world παραγωγή– αποδεικνύουν διαρκώς ότι όσο ο νέος είναι (ή μοιάζει) ωραίος, άλλο τόσο κι ο παλιός (μπορεί να) είναι αλλιώς. Στον ποπ/ροκ κόσμο, ωστόσο, η μυθολογία της νεότητας παραμένει πανίσχυρη. Και δίσκοι έτσι όπως το The Adventures Of Echo & Boo And Assorted Small Tails των Pavlov’s Dog σνομπάρονται πριν καλά-καλά ακουστούν –και μόνο επειδή υπάρχουν.

Όσο πάντως κι αν ηχεί «κάπως» σε ορισμένα αυτιά, το νέο άλμπουμ των Pavlov’s Dog –20 ολόκληρα χρόνια μετά το τελευταίο τους– είναι καλό. Τον εννοώ κυριολεκτικά και με ακρίβεια αυτόν τον χαρακτηρισμό: δεν είναι σπουδαίο, ούτε απαραίτητο, αλλά δεν είναι ούτε κομψί-κομψά ή βαρετό. Το τωρινό line-up των Αμερικανών κρατά τα 7 άτομα της αυθεντικής σύνθεσης, από τα μέλη όμως που ηχογράφησαν το Pampered Menial έχει μείνει μονάχα ο ιδρυτής Mike Saffron και η φωνή-έμβλημα των Αμερικανών, ο David Surkamp (άλλωστε ο Sigfried Carver, που έπαιζε τότε το αλλόκοτο βιτάρ, έχει πεθάνει και το άλμπουμ αφιερώνεται στη μνήμη του). Αποδεικνύονται εντούτοις κάτι παραπάνω από αρκετοί, ιδίως ο Surkamp: τα 12 από τα 13 νέα τραγούδια του ανήκουν, η δε φωνή του βρίσκεται σε πολύ καλή κατάσταση, διατηρώντας τόσο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, όσο και την εκφραστικότητά της. Αποτελεί έναν από τους παράγοντες επιτυχίας της δισκογραφικής επιστροφής των Pavlov’s Dog.

Κατά τα άλλα, το σεπτέτο κινείται μάλλον συντηρητικά. Διατηρεί την ηχητική φόρμα που συνδέθηκε με το όνομα Pavlov’s Dog και δεν αποπειράται στιγμή να την ανατρέψει, να τη μεταβάλλει, να την πάει αλλού. Δεν είναι ντε και καλά ζητούμενο κάτι τέτοιο, όμως, ας ξεφύγουμε επιτέλους από αυτόν τον καταναλωτισμό της πρωτοπορίας. Ηλεκτρικές και ακουστικές κιθάρες δίνουν τον τόνο μαζί με το πιάνο και τα βιολιά, ενώ οι ενορχηστρώσεις κινούνται στο μεσοδιάστημα ενός ιδιότυπου prog rock, το οποίο αναζητά γέφυρες με τη folk pop. Πράγματα που θα μετρούνταν στα συν οποιασδήποτε νέας μπάντας από τον Καναδά ή από τις αγγλικές εξοχές και το ξέρετε. Παρά πάντως το ότι δεν κρύβει εκπλήξεις, η τραγουδοποιία του Surkamp δεν έχει χάσει τη ρομαντική της διάσταση/διάθεση και είναι έτσι σε θέση να παραδώσει αξιοπρόσεχτα τραγούδια όπως το “Angeline”, το “We All Die Alone” και το “I Don’t Do So Good Without You”, διατηρώντας και στο υπόλοιπο άλμπουμ ένα μίνιμουμ ενδιαφέροντος, ακόμα και στις λιγότερο πετυχημένες στιγμές, όπως λ.χ. στην φλύαρη τετραμερή σουίτα “The Death Of North American Industry”.

Δεν θα αλλάξουν λοιπόν τη ζωή κανενός οι Pavlov’s Dog του 2010, αλλά με το The Adventures Of Echo & Boo And Assorted Small Tails αποδεικνύουν ότι κάτι έχουν ακόμα να πουν, δεν περιφέρουν ένα όνομα ξοφλημένο. Και να με συγχωρεί ο Άγγελος (Γεωργιόπουλος), αλλά δεν έχουν περισσότερα να μας πουν φέτος οι Interpol από ότι ο Surkamp με την παρέα του...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured