Όταν μου έδωσε ο αρχισυντάκτης το τελευταίο δισκογραφικό κατόρθωμα του David Thomas, το μάτι μου έπεσε κατευθείαν στον τίτλο, και ήρθαν στο μυαλό μου διάφορες σκέψεις για το τι θα συναντήσω. Ανοίγοντας με ταχύτητα αστραπή τα liner notes, οι προσδοκίες μου επαληθεύθηκαν και αντίκρυσα μετά χαράς ότι ο κύριος Thomas με την μπάντα του προέβησαν σε ένα εγχείρημα που ελάχιστοι τολμούν στη δισκογραφία. Να διασκευάσουν το Surf’s Up των Βrian Wilson/Van Dyke Parks. Δύσκολο, απρόσιτο, παρανοϊκό τραγούδι, που για να το διασκευάσεις πρέπει πρώτα να το κατανοήσεις. Από ότι καταλαβαίνετε, η περιέργεια μου ήταν σε υψηλά επίπεδα μέχρι το cd να μπει στο stereo μου.

Καταρχήν για όσους δεν το ξέρουν ή δεν το θυμούνται ο David Thomas δεν είναι κάποιος τυχαίος. Ηγούτο της θρυλικής avant-rock μπάντας Pere Ubu με την οποία άγγιξε μοναδικά καλλιτεχνικά επίπεδα. Ο ίδιος, συνεχώς κινητικός και δραστήριος δεν θεωρεί τον εαυτό του τελειωμένο και καλά κάνει. Με «Δύο Χλωμά Αγόρια» (τους Two Pale Boys) ηχογράφησε το δεύτερο του δίσκο κάτω από αυτό το όνομα και για ακόμα μία φορά θα μας βάλει σε μυστήρια trips με άξονα πάντα την μυστικιστική του φωνή. Όσο για τους Two Pale Boys, αυτοί είναι οι Keith Moline (guitar & electronics) και Andy Diagram (trumpet & electronics). Ο δεύτερος μάλιστα ήταν μέλος των James στις αρχές των 90’s και έκτοτε έχει ασχοληθεί και με άλλα εξίσου ενδιαφέροντα συγκροτήματα (Dislocation Dance, The Diagram Brothers και The Honkies). Ο Thomas εκτός του τραγουδιού, επιμελείται και του melodeon.

Το avant-rock βέβαια παρελθόν του Thomas δεν αφήνει και πολλά περιθώρια για τη ηχητική συμβατικότητα του Surf’s Up. O ήχος είναι πειραματικός, εξερευνητικός, μυστήριος αλλά χαρισματικός και ώρες ώρες ακατάληπτος. Το εξαιρετικό άνοιγμα με τίτλο Runaway είναι ακριβώς κάτι το οποίο επαληθεύει όλα τα παραπάνω. Το Surf’s Up , από την άλλη, ήταν και το πρώτο μου μέλημα ως ακροατή. Με μία εκτέλεση τραβηγμένη στα 8 λεπτά και 24 δεύτερα, όλη η παράνοια του LSD του 1967 κρατιέται ανέπαφη και – αν είναι δυνατόν – ενισχύεται. Η μελωδία είναι απλά θεϊκή (αυτό όμως το ξέραμε) ενώ η προσέγγιση είναι το λιγότερο ενδιαφέρουσα. Τα τελευταία 2 λεπτά είναι εφιαλτικά με ένα ψυχεδελικό πέπλο να καλύπτει φωνητικά, μελωδία και ουσία. Επιτηδευμένα ίσως όλα αυτά, αλλά δικαιολογούνται όταν ακουμπάς το χέρι σου σε μία τέτοια ιστορική σύνθεση. Η εκτέλεση δε του Thomas είναι επηρεασμένη από τα bootlegs του Smile (βλ. Time of the season) και όχι από την διπλοδουλεμένη εκτέλεση που μπήκε στο επίσημο ομώνυμο album των Beach Boys στα 1971.

Tα υπόλοιπα 7 τραγούδια του δίσκου, διακρίνονται σχεδόν όλα για την καλλιτεχνική διαφορετικότητα που θα βρείτε σε έναν δίσκο του 2001, αλλά δεν αποτελούν και κάτι το εξαιρετικό. Οι λάτρες του avant-garde ήχου, θα βρουν το δίσκο σαν όαση στη τρέχουσα δισκογραφία , αλλά όπως και να το κάνουμε Pere Ubu δεν είναι. Οι συγκινήσεις είναι σίγουρες, άλλά και η κούραση αναπόφευκτη. Η μοναξιά της τρομπέτας και της κιθάρας θα σας φανεί αρκετά ανιαρή. Από την άλλη είναι μία ειλικρινής δισκογραφική κατάθεση, που δεν θυσιάζει ούτε μία νοτά στο βωμό της εμπορικότητας και των χρημάτων. Η πεμπτουσία της τέχνης ? Πιθανόν.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured