Αναμφίβολα, οι μέρες που διανύουμε μοιάζουν πηγμένες στην αβεβαιότητα και στην ανησυχία για το Αύριο. Με λίστες ταινιών-δίσκων-βιβλίων να ξεπετάγονται με επιθετικούς τίτλους καθώς σκρολάρεις και με κείμενα που θέλουν μεν να πιάσουν την επικαιρότητα, μα καταντούν κλισέ τις λέξεις «δυστοπία» και «καραντίνα», όντας επιπλέον πασπαλισμένα με μια αφελή και εύκολη αισιοδοξία (ή τρομοκρατία).

Η μουσική βιομηχανία δεν έχει μείνει φυσικά ατάραχη, καθώς συναυλίες μα και κυκλοφορίες δίσκων ακυρώνονται η μία μετά την άλλη. Ανάμεσα στις ζωντανές εμφανίσεις που αναβλήθηκαν ήταν και εκείνη του The Boy στο Temple, ο οποίος αξιοποίησε ωστόσο την όλη συγκυρία βγάζοντας νέο δίσκο, με τραγούδια ηχογραφημένα μόλις την προηγούμενη εβδομάδα –εκτός από το “Αγαπημένο Μας Μέρος Στη Γη”, το οποίο ήταν ήδη γραμμένο για την ταινία Όταν Γελάω Κλείνουν Τα Μάτια Μου του Ντάνιελ Μπόλντα (2019).

Δεν είναι λίγοι όσοι θέλησαν να γράψουν τραγούδια ή να κάνουν live streaming τις τελευταίες μέρες. Αλλά πόσο εύκολο είναι να αντιληφθείς πραγματικά τον τωρινό παλμό και να μην αφιερωθείς απλά σε μιαν εκτόνωση; Να μην αναπαράγεις δηλαδή με κάποιον τρόπο τα όσα μπορεί να έχουν ειπωθεί ξανά και ξανά στα social media, θέλοντας να μη φανείς ανεπίκαιρος;

Ο Αλέξανδρος Βούλγαρης μοιάζει να αντιμετωπίζει αυτά τα ερωτήματα με τον ολόδικό του τρόπο και με μια γνωστή συνταγή: στραμμένος στον επίγειο φόβο, δημιουργεί με τους στίχους του ένα καταφύγιο, στο οποίο κυριαρχεί κατά κύριο λόγο το Εμείς. Με έντονο τον ήχο του πιάνου σε παραλογές, να σου τσιγκλά κάθε τόσο τη σπονδυλική στήλη· και με τον Γιώτη Παρασκευαΐδη στην κιθάρα να αποδίδει τα πάντα σαν σε μινόρε κινηματογραφικής μελωδίας.

Έτσι, ενώ οι απαγορεύσεις και η εμμονική παράκληση της απόστασης έχει γίνει καθημερινότητα, εκείνος παραδίδεται πεισματικά στο κοντά, στο άγγιγμα σαν δικαίωμα και αφοσίωση (“Είναι Σαν Να Υπάρχει”). Σκιαγραφώντας συναισθήματα περιμετρικά των τετραγώνων του διαμερίσματος: από την οικειοποίηση μιας τηλεοπτικής εκπομπής (Μaster Chef), η οποία λειτουργεί σαν αποκούμπι για τις ώρες του εγκλεισμού φαντάζοντας ως κάτι το ζωντανό (“Πάνω Που Το Τέλος Έμοιαζε Κοντινό”), μέχρι το απόλυτο χάος του φόβου και του θανάτου. Ως άλλη zombie Αποκάλυψη που ξεχύνεται με στριγκλιές στους δρόμους, ενόσω μέσα στο σπίτι οι ήρωες χορεύουν σαν σε νουάρ ταινία το "Media Luz" του Λουκιανού Κηλαηδόνη (“Θα 'Ναι Όλα ΟΚ”). Είναι φορές μάλιστα που αισθάνεσαι να εναντιώνεται ακόμη και στον Τόμας Στερνς Έλιοτ, παραφράζοντάς τον για το τέλος (ή μη) αυτού του κόσμου (“Το Κορίτσι, Το Αγόρι Και Η Γάτα”).

Εκεί που άλλοτε η σουρεαλιστική ματιά του The Boy ήταν κατηγορούμενη για επιτήδευση, βρίσκεται τώρα να δομείται μέσα σε μια ποιητικότητα, η οποία την αφήνει να κυλά φυσικά (“Μέσα Στο Σπίτι”). Άλλοτε με απαγγελτικό τρόπο, με μπάσο, δυσοίωνο γρέζι (“Μου Αρέσει Που Είμαστε Μόνοι Μας”) κι άλλοτε με ομιχλώδεις και σαρκαστικούς στίχους, να τονίζουν την αντίθεση μέσα στη μελωδικότητα. Η φωνή του, επίσης –την οποία κατά καιρούς μπορεί να αποδέχθηκες έτσι ως είναι ή να σου χτύπησε τα μελίγγια ο εκνευρισμός στην έκθεσή της– μοιάζει εδώ να ισορροπεί σε ακριβείς τόνους, θυμίζοντας ενίοτε σε χροιά τον Στάθη Δρογώση.

Η τρυφερότητα και η μελαγχολία βρίσκονται σε πρώτο πλάνο στην Αντιλόπη, με τον The Boy να μην αφήνεται όμως σε καμία περίπτωση στην απελπισία. Κάθε άλλο, έχει να σου δώσει μιαν ελπίδα ακόμα και μπροστά σε ανεπιστρεπτί καταστάσεις, που καθρεφτίζουν και την ελληνική πραγματικότητα στα νοσοκομεία τη δεδομένη στιγμή ("Βγες Στο Μπαλκόνι"). Δεν δείχνει λοιπόν πρόθεση για ψέματα και για ωραιοποίηση των πραγμάτων.

Δεν είναι ίσως τυχαίο το γεγονός ότι το άλμπουμ κλείνει με αναφορά στην ταινία του Βίκτορ Ερίθε Το Πνεύμα Του Μελισσιού (1973). Ένα φιλμ όπου το πνεύμα της αθωότητας και της φαντασίας αντιστέκεται στην πραγματικότητα και στον εγκλωβισμό σε αυτήν. Δίνοντας μιαν άλλη οπτική και όραση μες το σκοτάδι, η οποία σου επιτρέπει και την επιβίωση, αλλά και την ελευθερία.

Σε κάθε περίπτωση, δίσκοι σαν την Αντιλόπη φέρνουν πάντα στο προσκήνιο το ζήτημα του ελληνικού στίχου. Που, όχι πολύ παλιότερα, υπήρξε πεδίο λογομαχιών για το indie και εναλλακτικό κοινό, με πολλούς να έχουν τη διάθεση να ακούσουν κι άλλους να βγάζουν φλύκταινες. Για την ώρα, πάντως, ο The Boy συνεχίζει να αριθμείται στους ελάχιστους αυτού του χώρου που μπορούν και να χρησιμοποιήσουν την ελληνική γλώσσα και να μπουν ουσιαστικά στα νοήματά της, διαγράφοντας στο βάθος των δημιουργιών τους το εγχώριο τώρα.

{youtube}KlITEXKUoxQ{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured