Gina Birch

Είναι γνωστό ότι οι Raincoats υπήρξαν ένα πρωτοποριακό post-punk female group, που ενέπνευσε συγκροτήματα όπως οι Nirvana, οι Sonic Youth και τα διάφορα Riot Grrrls. Μετά από ην πρώτη διάλυση των Raincoats το 1984, η μπασίστρια Gina Birch συνεργάστηκε για ένα διάστημα με τον Mayo Thompson και το πειραματικό σύνολο των Red Crayola στη Γερμανία. Κατόπιν σχημάτισε τους βραχύβιους Dorothy, με την επίσης πρώην Raincoat, Vicky Aspinal. Εν συνεχεία η Birch γράφτηκε στο Βασιλικό Κολλέγιο Καλών Τεχνών, όπου σπούδασε σκηνοθεσία κινηματογράφου και έκανε την παραγωγή αρκετών δραματικών ταινιών. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι Raincoats επανασυνδέθηκαν για να σαπορτάρουν σε περιοδεία τους Nirvana και ηχογράφησαν ένα άλμπουμ στην DGC Records. Την ίδια περίπου περίοδο Birch έκανε την παραγωγή αρκετών μουσικών βίντεο (Libertines, Daisy Chainsaw, Palma Violets). Σκηνοθέτησε επίσης το "Crystal" των New Order με τον καλλιτέχνη Simon Tyszko. Το 1998 εξέδωσε το άλμπουμ Slow Dirty Tears με το σχήμα των Hangovers. Παρότι έδινε σταθερά ζωντανές εμφανίσεις, έπρεπε να περάσουν πάνω από είκοσι χρόνια μέχρι να φτάσουμε στο πρώτο της σόλο άλμπουμ, το I Play My Bass Loud (Φεβρουάριος 2023).

Το δεύτερό της στούντιο άλμπουμ με τον τίτλο Trouble κυκλοφόρησε πριν από λίγες μέρες μέσω της Third Man Records του Jack White. Παράλληλα, πρόσφατα εκδόθηκε και η βιογραφία των Raincoats, από την φεμινίστρια μουσικοκριτικό Audrey Golden, με τον τίτλο Shouting Out Loud: Lives of the Raincoats (Da Capo Press) – βλ. παρακάτω. Η ίδια συγγραφέας έχει κυκλοφορήσει και τη σπουδαία μελέτη I Thought I Heard You Speak: Women at Factory Records (2023).  

Το εναρκτήριο κομμάτι του Trouble, "I Thought I'd Live Forever", είναι ένα ζωηρό trip-hop που φλερτάρει με τον ήχο των Massive Attack. Γεμάτο με echo φωνητικά και μελαγχολικά κινηματογραφικά στοιχεία που ρέουν σε ένα funky beat, διαθέτει ένα εκρηκτικό ρεφρέν. Το "Happiness (Is A Weird Bastard)" καθοδηγείται από το βροντερό μπάσο της Birch και παραπέμπει στο dub-punk των Raincoats. Το πρώτο single "Causing Trouble Again" είναι στον ρυθμό μια παραλλαγή του "She's Lost Control" των Joy Division, θυμωμένος, φουτουριστικός ύμνος, με την Birch να μνημονεύει στους στίχους μια σειρά από φεμινιστικά icons, από την Joni Mitchell στην Simone De Beauvoir, από την Patti Smith στην Charlotte Rampling και από την Angela Davis στην Nina Simone.

Το "Cello Song" είναι ό,τι υποδηλώνει ο τίτλος του, ο ήχος του τσέλου και η βαριά φωνή της Birch δημιουργούν μια κάπως βαριά και μελαγχολική κεντροευρωπαϊκή ατμόσφαιρα παρακμής, που παραπέμπει στο ύφος της Nico – όπως και οι στίχοι: «Playing Russian Roulette with six bullets in the chamber». Στο "Keep To The Left" είναι trap, που ακολουθεί, κινείται σε ηχοτόπια ambient και αφαιρετικού techno.

Το "Doom Monger" είναι ένα από τα κορυφαία του δίσκου. Εισάγεται με παραμορφωμένα φωνητικά και περίεργα εφέ και με βάση το dub, η Birch φτιάχνει ένα υπέροχο και απαλό funky κομμάτι. Το "Don't Fight Your Friends" ακούγεται εκκεντρικό, θορυβώδες και κάπως δυσοίωνο, σαν να πειραματίζεται η Kim Gordon με το πιο ξερό drum ‘n’ bass. Το "Nothing Will Ever Change That" ανακατεύει pop πινελιές στην dark funk παλέτα, ενώ το "Hey Hey" αφήνεται να παρασυρθεί σε ανατολίτικά ηλεκτρονικά vibes.  trip hop και ανατολίτικες δονήσεις που λαμπυρίζουν και λάμπουν. Ανησυχητικές και ανατριχιαστικές ατμοσφαιρικές δονήσεις.

Το "Sleep" είναι ένα παράξενο, διαστρεβλωμένο trip hop, που μιλάει για την αϋπνία και τον έρωτα, χτισμένο γύρω από το μπάσο της Gina. Πολύπλοκο στη δομή του, αργόσυρτο και αφηγηματικό, το "Train Platform" που κλείνει το σετ ηχεί σκοτεινό και απόκοσμο, σαν να ακούς τους Floyd του Dark Side Of the Moon με τη συνοδεία καλεσμένων MC’s στο στούντιο – προς το μέσο όμως του τραγουδιού, το drum machine επιταχύνει, όμοια με το τρένο στη γραμμή του τίτλου.

Το Trouble είναι απρόβλεπτο και περιπετειώδες. Πέρα από το "I Thought I'd Live Forever" και το "Causing Trouble Again", δεν έχει άλλα προφανή κομμάτια. Στο σύνολό του χρειάζεται ακροάσεις. Όσο όμως περισσότερο το ακούς, τόσο πιο συχνά θέλεις να επιστρέψεις.

Shouting Out Loud: Lives of the Raincoats

Η Ana da Silva και η Gina Birch συναντήθηκαν στη Σχολή Καλών Τεχνών Hornsley στο Λονδίνο το 1977, καθώς η πόλη εισερχόταν σε μια περίοδο δημιουργικού αναβρασμού. Λίγο αργότερα γνωρίστηκαν με την βιολονίστα Vicky Aspinall. Εμπνευσμένες από μπάντες όπως οι Slits, σχημάτισαν ένα γκρουπ που αξιοποίησε την ενέργεια του punk για να σκαρώσει έναν μερικές φορές ανορθόδοξο ήχο. Το συγκρότημα ξεκίνησε να παίζει σε καταλήψεις στο Λονδίνο πριν συγκεντρώσει ένα αφοσιωμένο κοινό. Μετά από τρία άλμπουμ. The Raincoats (1979), Odyshape (1981), Moving (1984), το γκρουπ διαλύθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όμως το όνομά του είχε ήδη αποκτήσεις θρυλικές διαστάσεις στο underground.

Το Shouting Out Loud της Audrey Golden αποτελεί την πρώτη βιογραφία των Raincoats. Ο τίτλος του βιβλίου προέρχεται από το ομώνυμο τραγούδι από τον δεύτερο δίσκο τους. Η συγγραφέας αναδεικνύει την καταγωγή του συγκροτήματος από τις φοιτητικές καταλήψεις, την επιρροή τους στους Nirvana τους Sonic Youth, Bikini Killi, Elastica, και σε άλλα συγκροτήματα.

Οι Raincoats συνέχισαν να δημιουργούν αυτό που η Vivien Goldman αποκάλεσε «μια νέα κληρονομιά του πανκ» και αναμφισβήτητα έγιναν το πιο πρωτοποριακό και απαιτητικό γυναικείο συγκρότημα της post-punk εποχής, ενώ παράλληλα ενέπνευσαν ένα νέο κύμα DIY και queercore καλλιτεχνών. Στη νέα χιλιετία, συνέχισαν να παίζουν ως εγκαίνια για φεμινιστικές εκθέσεις τέχνης στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (MoMA) της Νέας Υόρκης και στην Tate Britain, καθώς και σε μεγάλα φεστιβάλ, και πειραματίστηκαν με την αναδυόμενη τεχνολογία μουσικής DIY. Στον 21ο αιώνα, οι The Raincoats ενέπνευσαν με μοναδικό τρόπο τους Bikini Kill να επανενωθούν μετά από μια 20ετή παύση.

Με αποκλειστικές συνεντεύξεις και ολοκαίνουργιες φωτογραφίες από τα αρχεία των Raincoats, καθώς και αναπαραγόμενα εφήμερα έγγραφα (φυλλάδια, συμβόλαια, αποκόμματα εισιτηρίων, έργα τέχνης κ.λπ.), το Shouting Out Loud δείχνει πώς αυτή η πρωτοποριακή ομάδα γυναικών άνοιξε το δρόμο για όσες ακολούθησαν τα βήματά τους. Επιπλέον, το βιβλίο περιλαμβάνει συνεντεύξεις με μέλη των Sonic Youth, Hole, Bikini Kill, Sleater-Kinney, Big Joanie, Liz Phair και πολλών άλλων.

Το βιβλίο της Audrey Golden εστιάζει στις προκλήσεις της διαπραγμάτευσης του σεξισμού από ένα αμιγώς γυναικείο συγκρότημα, με τα μέλη να συζητούν αν οι στίχοι τους έπρεπε να είναι υπερβολικά πολιτικοί για να μεταφέρουν ένα πραγματικά διαθεματικό, φεμινιστικό μήνυμα. Οι συζητήσεις αυτές τοποθετούνται σε ένα πλαίσιο με βάση τις ευρύτερες πολιτισμικές αλλαγές της περιόδου. Η Golden τις περιγράφει με ζωντάνια και αμεσότητα. Το βιβλίο της είναι μια ένθερμη ωδή στις πρωτοπόρους της post-punk.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured