Αν και ποτέ δεν βρίσκεται στο προσκήνιο της (όποιας) μουσικής επικαιρότητας, το καλά ριζωμένο στον τόπο μας χορωδιακό τραγούδι εξακολουθεί να επιβιώνει με διάφορους τρόπους. Παλιότερα, μάλιστα, επί άνθισης της εγχώριας δισκογραφίας, μπορούσες να βρεις πληθώρα σχετικών εκδόσεων: εκκλησιαστικές χορωδίες σαν αυτήν των Βατοπαιδινών Πατέρων του Αγίου Όρους που άφησαν μια εκλεκτή μεν, λειψή δε σειρά αφιερωμένη στη Μεγάλη Εβδομάδα (1998/2000), χορωδίες φορέων τύπου Εμπορική Τράπεζα (1981) ή Υπουργείο Οικονομικών (1984), χορωδίες ιδρυμάτων σαν τη Σχολή Χιλλ (1971), χορωδίες χαμένες στην πολιτική μνήμη όπως εκείνη του 54ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ (1982), επώνυμες χορωδίες σαν της Τερψιχόρης Παπαστεφάνου –που έγινε γνωστή από τις συνεργασίες με τον Μίκη Θεοδωράκη– ή τοπικές χορωδίες με σημαντική ιστορία, σαν τον Ορφέα της Καλαμάτας (1967/1974) και τον Αρίωνα της Καρδίτσας (1968, 1980).

Τα τελευταία ωστόσο χρόνια, η καθίζηση της δισκογραφίας περιόρισε δραστικά αυτές τις εκδόσεις, αφήνοντας έναν μικρό χώρο για ορισμένες παιδικές χορωδίες που είχαν καταφέρει να εντυπωθούν στη συλλογική μουσικόφιλη μνήμη μέσω συνεργασιών με ηχηρά ονόματα. Δεν είναι τυχαίο, δηλαδή, ότι για να κυκλοφορήσει το παρόν (πρώτο) άλμπουμ της Παιδικής Χορωδίας «Δημητριάς» χρειάστηκε να υπάρξει το ΕΣΠΑ 2014/2020, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, αλλά και το προσωπικό ενδιαφέρον του Μητροπολίτη Δημητριάδος Ιγνάτιου. Δεδομένων πάντως όλων αυτών, η έκδοση κρίνεται φτωχή: το εξώφυλλο δείχνει πρόχειρο, φιλοξενούνται διεκπεραιωτικού τύπου σημειώματα ενώ λείπουν τα μικρά ονόματα των μουσικών, δεν αναγράφονται οι μονοφωνάρηδες και απουσιάζει και ο πιο ξεχωριστός οργανοπαίχτης του εγχειρήματος, ο πατέρας Ιωάννης Καμακάς (αρμόνιο).

Η συγκεκριμένη χορωδία αποτελείται από παιδιά τεσσάρων διαφορετικών σχολείων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με επίκεντρο το 10ο Δημοτικό Σχολείο Νέας Ιωνίας Βόλου. Το μεγάλο όμως ενδιαφέρον βρίσκεται στη σύσταση, καθώς στα πλαίσιά της συναντάμε και παιδιά με Ρομά καταγωγή. Είναι ένα εγχείρημα που αξίζει τον έπαινό μας, γιατί είναι πάντα στο συνυπάρχειν όπου γίνεται η πιο βαθιά και ουσιαστική δουλειά κόντρα στα στερεότυπα και τους διαχωρισμούς –από μακριά και στη θεωρία, όλα είναι εύκολα και (κυρίως) ανέξοδα.

Το μεγάλο μουσικό ενδιαφέρον του παρόντος CD, τώρα, είναι ότι τα παιδιά συμπράττουν με επαγγελματίες μουσικούς. Ανάμεσά τους, την πρωτοκαθεδρία έχει βεβαίως ο Βαγγέλης Μπαντελάς, κινητήρια δύναμη πίσω από τη χορωδία (έχει την εκπαιδευτική και καλλιτεχνική της διεύθυνση), μα και πολύτιμο κλαρίνο της όλης υπόθεσης –τον είχαμε ξανασυναντήσει και σε παλιότερη κριτική, ως συνεπιμελητή του εξαιρετικού δίσκου Η Τσιάι 'Σι Λουλουντί... Τραγούδια Και Σκοποί Των Ελλήνων Ρομά Από Τους Σοφάδες Καρδίτσας (δείτε την κριτική εδώ). Ένα τραγούδι από αυτά, το "Λουλουντί", βρήκε τον δρόμο του και στο παρόν άλμπουμ και είναι κατά τη γνώμη μου η καλύτερή του στιγμή.

Το αποτέλεσμα «ακούγεται» και μάλιστα με τρόπο ηχηρό. Σπάνια δηλαδή θα συναντήσετε τέτοια παιξίματα σε δίσκο παιδικής χορωδίας· πολλά πράγματα συχνά απλοποιούνται σε αυτές τις εκδόσεις, καταλήγοντας στοιχειώδη ή υπέρ το δέον διακριτικά. Εδώ, αντιθέτως, οι επαγγελματίες μουσικοί αποτυπώνονται ως συμπρωταγωνιστές και υπάρχουν έτσι στιγμές όπου αληθώς ευφραίνεσαι ακούγοντας λ.χ. το κανονάκι του Γιώργου Διαμαντόπουλου ή το πώς «κεντάει» το βιολί του Γιάννη Σκαμπαρδώνη. Μόνη αστοχία στον συγκεκριμένο τομέα, οι ροκ απόπειρες στην ενορχήστρωση του παραδοσιακού άσματος "Κέρνα Μας Κόρη": η επιδιωκόμενη απόχρωση αποδείχθηκε νομίζω δειλή και  «κλειδωμένη» σε ένα ηλεκτρικό μοτίβο έκφρασης πεπερασμένο.

Στον ερμηνευτικό όμως τομέα, θα τα χαλάσουμε. Πρώτα-πρώτα, λόγω της έντονης παρουσίας του Βαλεντίνου Μπαντή, ο οποίος είναι ευδιάκριτος μονοφωνάρης σε αρκετές περιπτώσεις (π.χ. στο "Ανεστάκι" ή στο "Για Πού Το 'Βαλες Καρδιά Μου"). Είναι ασφαλώς κατανοητό –και θεμιτό, αν θέλετε– ότι ένας τραγουδιστής που βγήκε από τα σπλάχνα της χορωδίας και πέρασε στο «επόμενο στάδιο» θα έπρεπε να έχει παρουσία από τη στιγμή που υπήρξε μια δισκογραφική έκδοση (και από τη στιγμή που εξακολουθεί να συμμετέχει). Όμως το γεγονός ότι βρίσκεται (όπως πολύ σωστά επισημαίνει το συνοδευτικό δελτίο Τύπου του Κωστή Δρυγιανάκη) «έξω από τα όρια της Χορωδίας, τόσο ηλικιακά, όσο και δεξιοτεχνικά», ακούγεται με έναν όχι ωραίο τρόπο.

Και ίσως να ακούγεται έτσι, επειδή κατά τα λοιπά τα παιδιά της χορωδίας βρίσκονται σε αρκετά αρχάριο επίπεδο –κάτι που επίσης ακούγεται. Εδώ, βέβαια, έχουμε μια καίρια παρέμβαση εκ μέρους Δρυγιανάκη, ο οποίος δανείζεται μια έκφραση του Φώντα Τρούσα και μιλάει υπέρ αυτής της έκδηλης απουσίας τεχνικής αρτιότητας με όρους «μουσικού εκδημοκρατισμού». Πρόκειται για ενδιαφέρον επιχείρημα, το οποίο κορυφώνει τη συλλογιστική του με τη φράση «εδώ συμμετέχουν όλοι, ο καθένας με τις δυνατότητές του» και με την παραπομπή σε υπαρκτά αισθητικά πρότυπα της διεθνούς εμπειρίας.

Εκτός από ενδιαφέρον, το επιχείρημα είναι και ισχυρό: δεν μπόρεσα λ.χ. να μην ανακαλέσω στη μνήμη μου πόσο έχω βαρεθεί κατά καιρούς με ηχογραφήσεις εγχώριων παιδικών χορωδιών αρκετά διαφημισμένων, όπου τεχνικά όλα είναι τόσο σωστά, ώστε καταλήγουν στρογγυλώς αποστειρωμένα, με έναν ωδειακά άψογο τρόπο. Δεν γίνεται παρά ταύτα να αγνοήσω το γεγονός ότι συχνά αυτό που άκουσα στο ...Άντε Να Λύσουμε..., επίσης δεν μου άρεσε –με πιο κραυγαλέα περίπτωση το "Ederlezi". Και θα προσθέσω ότι εδώ και δύο περίπου δεκαετίες η Δυτική ειδικά ποπ/ροκ δισκογραφία (όπως και τα εγχώρια παρακλάδια της) έχει βιώσει τόσο εκδημοκρατισμό, ώστε ξεχειλίζει πια από χλιαρές φωνές και από ερμηνείες που «κουνάνε», οι οποίες βρίσκουν ανοχή (συχνά και στήριξη από τον Τύπο) απλά επειδή έτσι αιτείται το zeitgeist μιας Ψηφιακής Εποχής, όπου όλοι τραγουδούν «με τις δυνατότητές τους», συνθέτουν και στιχουργούν «με τις δυνατότητές τους», γίνονται δημοσιογράφοι και κριτικοί «με τις δυνατότητές τους» και πάει λέγοντας. Απέναντι λοιπόν σε τόσο ...εκδημοκρατισμό, ας μου επιτραπεί να ταχθώ υπέρ του ψηλότερου πήχη απαιτήσεων, βάσει του οποίου τα παιδιά της χορωδίας θα έπρεπε νομίζω να φτάσουν σε ένα άλλο επίπεδο πριν ξανοιχτούν στη δισκογραφία.

Η κρίση, πάντως, δεν αφορά τον ενθουσιασμό της παιδικής χορωδίας «Δημητριάς», ο οποίος προσφέρει ένα ικανό αντίβαρο κόντρα στα παραπάνω. Και μία καλή κουβέντα αξίζει επίσης να ειπωθεί για το ότι τα παιδιά έβαλαν στο CD και ένα τραγούδι που αγαπούσαν τα ίδια και δεν έχει το δεδομένο «στάτους» των άλλων επιλογών: το "Αν Είσαι Ένα Αστέρι", επιτυχία του Νίκου Βέρτη της τρέχουσας δεκαετίας (2011). Ίσως βέβαια η επιλογή να μπορούσε να είναι και ...τολμηρότερη, ακολουθώντας το γενικότερο πνεύμα της χορωδίας ενάντια στους διαχωρισμούς –το λέω γιατί το συγκεκριμένο τραγούδι του Βέρτη εύκολα, με μικρές ενορχηστρωτικές αλλαγές, θα μπορούσε να λογιστεί και για έντεχνο. Αλλά καθώς ακόμα προσπαθούμε να εξηγήσουμε αυτονόητα πράγματα σε μερικά αυτιά, όπως λ.χ. ότι ο Στράτος Διονυσίου αποτελεί κεφάλαιο για το λαϊκό τραγούδι και όχι όνειδος, θα πάρω τον Βέρτη των παιδιών με χαρά.

Το CD διατίθεται δωρεάν από το γραφείο του καθηγητή Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Χρήστο Γκόβαρη. Πληροφορίες στο τηλέφωνο της γραμματείας 24210 74981, κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Πέμπτη από τις 09.00-14.00.

{youtube}_DhRoxD3hIA{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured