Τα αδέρφια Ιωνά έχουν κάνει κάποια αξιόλογα πράγματα για την ελληνική πραγματικότητα, από τη δημιουργία του Velvet Magazine μέχρι εκθέσεις της τέχνης τους. Εδώ και πέντε χρόνια τους απασχολεί και η μουσική, την οποία αντιμετωπίζουν μάλιστα με αρκετά μεταμοντέρνο τρόπο.  Ο μεταμοντερνισμός επιφέρει αλλαγές στη δημιουργικότητα, στην αυθεντικότητα και στην επιτέλεση: η μουσική αποτελεί μέσο έκφρασης αλλά και επικοινωνίας. Και συνοδεύεται βέβαια από σημαντική αλλαγή τόσο των αισθητικών κριτηρίων, όσο και της έννοιας της ακρόασης. Έτσι και οι Callas προσωποποιούν την τέχνη τους με τα κοστούμια τους και με τον γενικότερο τρόπο που εμφανίζονται, ενώ με την punk/do-it-yourself αισθητική τους απαρνούνται κάθε διαχωρισμό της τέχνης σε «υψηλή» και «χαμηλή». Με τα σύντομα, χωρίς καμία δομική δυσκολία, κομμάτια τους, αλλά και με τα ελάχιστα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούν, υποστηρίζουν την ανάγκη τους για έκφραση. Μέχρι εδώ καλά. Πρακτικά οι Callas παρουσιάζουν ένα σύνολο καλλιτεχνικής δημιουργίας μέσω των πλαστικών αλλά και των ηχητικών τεχνών. Και δεν αντιλέγω ότι, ενταγμένη σε ένα μεταμοντέρνο πλαίσιο, η μουσική τους έχει νόημα. Αλλά εκτός αυτού η παρουσία τους φαντάζει πομπώδης και ανιαρή. Και το ερώτημα που προκύπτει άμεσα εδώ είναι γιατί να κάνουν έναν δεύτερο δίσκο στα ίδια βήματα με τον πρώτο; Όντως, το μουσικό υλικό του The Callas δεν έχει και μεγάλη διαφορά από την πρώτη τους κυκλοφορία. Βασίζεται σε τύμπανα και παραμορφωμένες κιθάρες, με την προσθήκη γυναικείων χορωδιακών φωνητικών, ενώ κινείται στα ίδια χιλιοπατημένα μονοπάτια του punk χωρίς να παραμένει πολύ κοντά στο DIY πνεύμα – καθώς η ηχογράφηση πραγματώθηκε σε ένα επαγγελματικό στούντιο. Ακούγοντας τον δίσκο έρχονται εύκολα στο μυαλό οι διεθνείς επιρροές των Callas, αλλά δεν φανερώνεται κάποιο σημείο πρωτοτυπίας.  Βρήκα λοιπόν ότι ο δεύτερος δίσκος των αδελφών Ιωνά ακούγεται δύσκολα, αν και πιστεύω ότι σε ένα συναυλιακό πλαίσιο το υλικό θα παρουσιάζει περισσότερο ενδιαφέρον. Σκέφτηκα μάλιστα ότι ίσως θα ήταν καλύτερα αν τον είχαν ηχογραφήσει ζωντανά σε κάποιο από τα πολυάριθμα live που έχουν δώσει. Το “Lipstick”, το οποίο είχε κυκλοφορήσει σε επτάιντσο βινύλιο, ο μετά-από-400-χρόνια-πάνκης Caravaggio (“Caravaggio Was A Punk Rocker”), και το “Fuck Your God” αποτελούν τις καλύτερες στιγμές του The Callas. Στιχουργικά όμως υπάρχουν ατελείωτες επαναλήψεις στο στυλ γραφής (π.χ. «Lipstick is your friend, lipstick is your lover man», «you have to worry about him, you have to worry about me», «who’s better than my god? He’s simple as your iPod, who’s better than your god…»). Στο “Tsunami Dance” πάλι αξίζει να αναγνωριστεί το επιτυχημένο brit στυλ παραμόρφωσης της κιθάρας. Από την άλλη, η συνεχής παραμόρφωση της φωνής γίνεται κουραστική και ηχεί ξεπερασμένη, κάνοντάς με να αναρωτηθώ τι άραγε προσπαθεί εδώ η μπάντα: να γεμίσει τον χώρο με ενισχυμένες συχνότητες ή να κρύψει τη greeklish προφορά της στα αγγλικά (βλ. «There’s a seat for all the desperates in the bus»); Στο δε “Hungry Dirty And Quite Sentimental”, η παρουσία του Boy δεν αποδεικνύεται αρκετή ώστε να υποστηρίξει το τραγούδι, παρά το γεγονός ότι προσθέτει μια ενδιαφέρουσα, παιχνιδιάρικη μελωδία στο πιάνο. Τέλος, η απλότητα της παραγωγής δεν βοηθά καθόλου τις μουσικές συνθέσεις, καθώς τις αφήνει τελείως ξεγυμνωμένες στο αυτί του ακροατή.  Το The Callas παρουσιάζει έτσι ελάχιστο ακουστικό ενδιαφέρον και αποδεικνύει νομίζω, για μια ακόμη φορά, πόσο σημαντικό έχει γίνει το οπτικό στοιχείο για την κατανόηση και αισθητική προσέγγιση της μουσικής. Σε μια συναυλία δηλαδή οι Callas έχουν πολύ περισσότερα να δώσουν σε σχέση με τις στουντιακές τους κυκλοφορίες – αν και ίσως δεν υπάρχει νόημα κυκλοφορίας του δίσκου τους σε μια δισκογραφική εταιρία, από τη στιγμή που στόχος τους είναι η αυτοέκφραση με αυτοσχέδιο χαρακτήρα. Κάτι το οποίο μπορεί να γίνει με την προώθηση της μουσικής τους χέρι με χέρι ή, πλέον, μέσω του διαδικτύου δωρεάν.  

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured