Δεύτερο album μετά το προπέρσινο Στη Χώρα Του Ποτέ για τον Νίκο Μίχα, το οποίο όχι μόνο κάποια βελτίωση δεν παρουσιάζει, μα κατρακυλάει και σε, συγκριτικά, ακόμα μεγαλύτερες προχειρότητες και ευκολίες, οι οποίες και κουρελιάζουν τη rock ταυτότητα που διεκδικεί και υποτίθεται πως εκπροσωπεί ο νεαρός τραγουδιστής. Και ας λέει το - ανεκδιήγητο, με βάση τα όσα άκουσα - δελτίο τύπου για πιο rock διαθέσεις και πιο ώριμους στίχους. Αναρωτιέμαι, αυτοί που τα γράφουνε κάτι τέτοια δελτία, ακούνε αλήθεια τους δίσκους, ή γράφουν έτσι στα κουτουρού; Τα τραγούδια του Τρέχει Τίποτα;, για να δανειστώ μια ατάκα από το Full Metal Jacket του Stanley Kubrick, «talk the talk, but don’t walk the walk»: ποζάρουν για rock, χρησιμοποιούν τη φόρμα του και τη συναισθηματική του ενέργεια, αυτοαναιρούνται όμως ως περιεχόμενο και ως προσέγγιση, αφήνοντάς σε να αναρωτιέσαι σε τι είδους κοινό απευθύνονται. Τι είδους rock εκπροσωπούν οι μπαρόκ υστερίες του “Καραμπόλα”; Γιατί παρακαλώ να διασκευαστεί το “When I’m Gone” των 3 Doors Down; Αυτό είναι το ξένο rock που θα έπρεπε να ακούμε και να διαδίδουμε με ελληνόφωνες διασκευές; Πώς γίνεται αλήθεια να δεχτεί κανείς ως rock τραγούδια σαν τη ραδιοφωνική επιτυχία “Μπουρδέλο” ή σαν το “Τρέχει Τίποτα;”, όταν με μικρές μονάχα αλλαγές θα μπορούσαν κάλλιστα να σταδιοδρομήσουν στην πίστα ως λαϊκοπόπ σουξέ της πυρκαγιάς; Ακόμα και ο πνευματώδης Λάκης Λαζόπουλος απέχει μακριά από τον συνήθως καλό στιχουργικό του εαυτό στο τραγούδι που συνεισφέρει, το κακό “Παιδιά Των Λουλουδιών”. Δεν ξέρω επίσης αν φταίει η δική μου φαντασιοπληξία, που εύκολα φαντάζομαι την Άννα Βίσση να τραγουδάει το “Αν Θα Φύγεις” (με μια πιο περιπετειώδη βέβαια ενορχήστρωση) και το “Μια Ανάσα” (με αυτήν ακριβώς την ενορχήστρωση). Είμαι σίγουρος πως θα τα έλεγε και τα δύο περίφημα και ίσως κι εγώ να μην τα άκουγα με τόση ενόχληση - καθώς η Άννα Βίσση δεν παριστάνει πλέον πως έχει κάποια σχέση με τη rock κουλτούρα. Ο Νίκος Μίχας όμως υποτίθεται πως έχει - και εκεί ακριβώς εστιάζεται το δικό μου πρόβλημα με τα τραγούδια τα οποία ακούω εδώ. Φωνητικά επικρατεί δε μια μανιέρα της συναισθηματικής υπερβολής, πολύ κραυγή, πολύ σπαραγμός, πολύ χτύπημα και θυμός - και όλα αυτά γιατί; Δεν βρήκα να υποστηρίζονται τέτοια συναισθήματα από το στιχουργικό περιεχόμενο, το οποίο καταγίνεται με συνηθισμένα φαινόμενα στα πλαίσια των ερωτικών σχέσεων που όλοι, λιγότερο ή περισσότερο, συνάπτουμε στα νεανικά μας χρόνια. Αλίμονο αν όσοι βιώνουμε τέτοια πράγματα καταλήγουμε να τσιρίζουμε ότι μοιάζουμε με...σκορπιούς στην έρημο (“Μη Με Δοκιμάζεις”) και αλίμονο αν όσοι θέλουμε κάποιον/κάποια κάνουμε όσα περιγράφονται στο “Μπουρδέλο”. Το πιο ωραίο τραγούδι της δουλειάς, και γελάστε αν θέλετε, είναι το “Δικός Σου Για Πάντα”. Ναι, το πιο γνωστό ως «πιες σ’ ό,τι είχαμε ζήσει μέχρι χτες» κτλ. του Μιχάλη Ρακιντζή, το οποίο και διασκευάζει ο Μίχας. Είναι το μόνο τραγούδι εδώ μέσα που ακτινοβολεί γνησιότητα, που έχει κάτι το πηγαίο και τίμιο, αντί να μυρίζει συνταγολόγια για pop-rock τραγούδια αποδεκτά για τα playlist των εγχώριων ραδιοφωνικών σταθμών. Ακόμα και αυτό όμως ο Μίχας το καταστρέφει με την ερμηνεία του, τραγουδώντας το ξεψυχισμένα και μη δίνοντας την αναγκαία συναισθηματική φόρτιση στα κατάλληλα σημεία. Μια πρόχειρη σύγκριση με το αυθεντικό, δείχνει ακριβώς τι λείπει από την ερμηνεία του Μίχα. Προσφέροντας μία ακόμα απόδειξη για το γιατί στο album αυτό, σε πλήρη αντίθεση με τον τίτλο, δεν τρέχει στην πραγματικότητα τίποτα…

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured