Όταν πήρα στα χέρια μου το συγκεκριμένο δίσκο με τον τίτλο Parfait D’ Amour από την αγνώστου λοιπών στοιχείων Hélène, περίμενα να ακούσω κάτι φρέσκο, νεανικό και με pop διάθεση. Αλλά δυστυχώς διαψεύστηκα πανηγυρικά και - για να παραφράσω τον σοφό λαό - η κακή μέρα από την αρχή φαινόταν... Και η αρχή ήταν το βιβλιαράκι με τους στίχους, που το άνοιξα με το που έβαλα το cd να παίζει. Κατά τη γνώμη μου, όταν οδηγείσαι στη λύση της παραγωγής με μικρό budget - είτε από ανάγκη, είτε από επιλογή - οφείλεις, στο τυπικό έστω σκέλος, να είσαι άψογος. Και δυστυχώς η παραγωγή του Parfait D’ Amour κάθε άλλο παρά άψογη ήταν. Ανεξάρτητα από το αν θα πετύχεις το στόχο σου καλλιτεχνικά, το να κάνεις μια σωστή επιμέλεια κειμένου, ώστε να μην παρουσιάζεις ένα ακαλαίσθητο συνοδευτικό έντυπο με αμέτρητα - και τραγικά - ορθογραφικά λάθη είναι κάτι πολύ εύκολο. Το να αποτυγχάνεις στα απολύτως βασικά, δείχνει ότι πρώτος εσύ δεν παίρνεις στα σοβαρά τη δουλειά σου, οπότε δύσκολο να σε πάρει και ο άλλος στα σοβαρά. Το δε κείμενο του Νίκου Κούνδουρου στο οπισθόφυλλο, τελείως άσχετο με το περιεχόμενο του δίσκου. Ας περάσουμε όμως και στα ενδότερα... Από το άκουσμα του πρώτου τραγουδιού η αμηχανία και η απογοήτευση συναγωνίζονταν στο πια θα κυριαρχούσε. Στιχουργικά ο δίσκος κινείται στη γνωστή αφελή καψουροσυνταγή των μπουζουκοσουξέ. Για παράδειγμα το στιχουργικό παραλήρημα στο “Πυρπολεί Το Φιλί”: «Όλο λες ότι θα ρθεις μια βραδιά να μου δοθείς κι όλο πάλι σου περνάει/Όσο είσαι μακριά πνίγομαι στα δάκρυα, κάθε στιγμή πονάει» μαζί και το μεγαλειώδες ρεφρέν «Πυρπολεί, πυρπολεί, αχ το δικό σου το φιλί/Μα εγώ που ’χω καιρό να το δεχτώ, σώμα έχω σβηστό». Ανέμπνευστοι και εντελώς επιφανειακοί στίχοι, που πολλές φορές κινούνται και σε μονοπάτια σύγχυσης όπως μαρτυρούν οι στίχοι του εναρκτήριου κομματιού “Συγκατοίκηση”: «To γέλιο φως ηλεκτρικό, ανάβει σβήνει μ’ εντολή/Τόσο φορτίο αρνητικό πώς να το σέρνει η ψυχή/Το γέλιο φως αρνητικό ανάβει σβήνει μ’ εντολή/Μέσα στα μάτια η μοναξιά και η σιωπή εκδίκηση/Στο δάκρυ η παρηγοριά, σκληρή η συγκατοίκηση».Aλλά και σε ό,τι αφορά τη μουσική και ερμηνευτική πλευρά του δίσκου τα πράγματα κινήθηκαν σε πολύ χαμηλά ποιοτικώς επίπεδα. Η μελωδική φυσιογνωμία του δίσκου μου θύμισε σαν στιλ -και μόνο- το συγκρότημα των Μπλε. Με το μουσικό παιχνίδι να ξεφεύγει προς τα τσιφτετελομονοπάτια του γαλλόφωνου «Ton Amour» ή την α-λα-Γιοκαρίνης μελωδία στο bonus track “Οι Μεγάλοι”, που το ερμηνεύουν χορωδιακά με παρεΐστικο στιλ η Hélène και οι φίλοι της. Μόνη δυνατή και ενδιαφέρουσα στιγμή του album το “Je T’ Aime”, κι αυτό κυρίως λόγω του ερμηνευτικού πάθους της Hélène. Δυστυχώς, συνολικά, ο δίσκος αυτός αφορά αποκλειστικά την ίδια την ερμηνεύτρια και τους φίλους της. Πολύ δύσκολα θα συγκινήσει, σε οποιοδήποτε επίπεδο, κάποιον άλλο.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured