Χωρίς ποτέ να υπάρξει λαμπρή και πρωτοκλασάτη ερμηνεύτρια, η Ρένα Στάμου καθιερώθηκε ως μια από τις πιο αξιόλογες δεύτερες φωνές του μεταπολεμικού λαϊκού τραγουδιού και ευτύχησε να συνεργαστεί με μεγάλες μορφές του τελευταίου, υπηρετώντας στο πάλκο από το 1948. Η επιστροφή της στο δισκογραφικό προσκήνιο μετά από πολλά χρόνια απουσίας δεν μπορεί λοιπόν παρά να είναι καλοδεχούμενη, αναρωτιέμαι όμως αν πραγματικά χρειαζόταν να συνοδεύεται από υπερβολικούς - με βάση το βιογραφικό της - χαρακτηρισμούς σαν το «γυναίκα-μύθος του ρεμπέτικου» ή βαρύγδουπες δηλώσεις του στυλ «Αν και θεωρώ ότι είμαι από τις ελάχιστες που δικαιούνται να αυτοχαρακτηρίζονται ρεμπέτισσες δεν το τολμώ, γιατί ενώ μεγάλωσα μες το ρεμπέτικο σέβομαι την ιστορία αυτών που δίδαξαν και με δίδαξαν». Το album δεν είναι δίχως τις αδυναμίες του και εύκολα μπορεί κανείς να γκρινιάξει είτε για τον παλιομοδίτικο αέρα της ηχογράφησης, είτε για την αναγκαιότητα να ξανακούσουμε από τη Ρένα Στάμου (και δη στην ηλικία των 75 ετών) τραγούδια σαν τα “Το ‘Ξερα Πως Θα Μου Φύγεις” ή “Κάνε Μου Το Κέφι”, τα οποία έχουν μείνει με τις φωνές του Στέλιου Καζαντζίδη και του Πάνου Γαβαλά αντίστοιχα. Παρ’ όλα αυτά, όποιος αποφασίσει να εμμείνει σε τέτοιες παρατηρήσεις θα έχει μάλλον χάσει το νόημα. Γιατί μπορεί οι γερασμένες αυτές επανεκτελέσεις να μη μπορούν να αντικαταστήσουν τις πρώτες ηχογραφήσεις, κάτι τέτοιο όμως δεν ήταν ποτέ στόχος τους. Η Ρένα Στάμου τις χρησιμοποιεί για να δώσει ένα αξιοπρεπέστατο παρόν και τις ερμηνεύει αφοπλιστικά (“Απόψε Μ’ Εγκατέλειψες”, “Έφυγες Κάποιο Δειλινό”, “Μεσ’ Στη Χασάπικη Αγορά”), με συγκίνηση και με συνείδηση του χρόνου που έχει κυλήσει αφήνοντας τα ίχνη του στη φωνή της. Και βγαίνει νικήτρια, όχι μόνο γιατί είναι σε καλύτερη φόρμα από όσο θα περίμενε κανείς, αλλά κυρίως γιατί κατορθώνει - με τη βοήθεια βέβαια μιας καλοδιαβασμένης ορχήστρας - να μας δώσει ένα όχι σπουδαίο μεν, μερακλίδικο δε σύνολο τραγουδιών.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured