Όλα έχουν αρχή και τέλος... Τέλος βιολογικό και τέλος δημιουργικό που σπάνια συμπίπτουν... Συνήθως το ένα προλαβαίνει το άλλο... Οι μετεφηβικές μας ανησυχίες, οι απλές, ρομαντικές μας συλλήψεις, οι μελαγχολικές μας στιγμές, η κατάθλιψη ως δημιουργικό διάλειμμα ή ως προσωρινή, περήφανη στάση ζωής και απαρχή για οτιδήποτε νέο, παίζανε κάποτε με ένα στιχάκι, στριφογύριζαν, πυροδοτούνταν και ξέφευγαν από αυτό... Και οι Πυξ Λαξ φρόντιζαν κάποτε να βρίσκονται σ' αυτό το παιχνίδι, το νομιμοποίησαν και δημιούργησαν ένα αισθητικά αυτόνομο κόσμο, μουσικά και στιχουργικά...Ξεκίνησαν με ανώδυνες μελωδίες, δυτικές pop καταβολές και πολλά κλισέ, μουσικά από τα 80s, στιχουργικά από όλο το -περιορισμένο- φάσμα του ελληνικού ροκ λεξιλογίου... Συνέχισαν με τους "Ζόρικους Καιρούς", ένα album με όμορφες και απλές μελωδίες, πανέμορφη και περίτεχνη pop παραγωγή και ιδέες για τα χάλια της τότε ελληνικής δισκογραφίας, φαντασία και ένα συγκινητικό και άγριο συνάμα πείσμα τραγουδιών όπως το "Πούλα Με", αλλά και πιο ξεκάθαρες ενδείξεις των ανθρώπινων αδυναμιών τους. H συνέχεια άρχισε να τους βρίσκει περισσότερο στην έντεχνη πλευρά του ελληνικού τραγουδιού... Βάζοντας όμως τις δυτικές αναφορές τους, αλλά και τα τολμηρά μπλεξίματα με το εμπορικό, ίσως και καψούρικο τραγούδι, δημιούργησαν ένα ξεχωριστό υβρίδιο που επηρέασε ακόμα και προγενέστερους... Πιο λαϊκούς, όπως τον Νίκο Νομικό (στου οποίου το δίσκο τότε συμμετείχαν με ένα πανέμορφο τραγούδι, το "Θέλω τα μάτια της να τα ξεχάσω"), αλλά και πιο (δηλωμένους, τουλάχιστον) "ροκάδες", όπως τον Μαχαιρίτσα, που ακόμα συνεχίζει να κερδίζει πόντους αντιγράφοντας την πρώιμη συνταγή (αρχίζοντας από τον Τούρκο στο Παρίσι των Πυξ Λαξ και επαναλαμβανόμενος σε κάθε δίσκο). Κάθε δίσκος ήταν και μια δημιουργική έκπληξη. Ειδικά όταν στο φωνητικό παιχνίδι μπήκε η πρωτόλεια και αδούλευτη φωνή του Φίλιππου Πλιάτσικα η οποία όμως έδενε άριστα με τους θλιμμένους ηχητικούς πόρους και τις πιο σύνθετες στιχουργικές τους πλοκές που είχαν στο μεταξύ πάρει τη σκυτάλη από τις άμεσες αναφορές. Σιγά σιγά οι προσδοκίες τους ανέπνεαν όλο και λιγότερο, κάτι που είχε προφανώς να κάνει με τον ψυχισμό τους, ειδικά του Φίλιππου... Ενώ οι πρώτοι τους στίχοι είχαν ως μπούσουλα (κυρίως, γιατί οι διαφοροποιήσεις είναι φυσικό να υπάρχουν ακόμα και στο ίδιο μουσικό έργο, με τόσους συντελεστές) το πείσμα και την κρυφή ελπίδα, τώρα η θλίψη έμοιαζε περισσότερο με αναπόληση, παράδοση -η ελπίδα ήταν πλέον μοναξιά... Ενα μεγάλο μέρος του ελληνικού κοινού, που βάδιζε μαζί τους αυτό το δρόμο, έβρισκε μια γλυκόπικρη παρηγοριά και μπορούσε να κρατηθεί από στίχους που χτυπούσαν κατευθείαν στο ψαχνό, ακόμα κι όταν περιφέρονταν με την έντεχνη στρογγυλάδα τους αριστερά και δεξιά... Και η μουσική τους ακόμη, ακολουθούσε και πάλι το δυτικό δρόμο πιο ηλεκτρική, πιο bluesάτη, λιγότερο ελληνική, αλλά πάντα με πολύ προσεγμένη παραγωγή. Αποκορύφωμα αυτής της κοινής πορείας, που ήδη είχε αρχίσει να συμπαρασύρει και ένα νέο, μαζικό, αίμα ακροατών, ήταν η Στίλβη, ίσως το αποκορύφωμα της καλλιτεχνικής τους αναζήτησης και η τελευταία φορά ίσως που δεν πιέστηκαν για να δώσουν κάτι στη δισκογραφία... Ευχή και κατάρα, απόσταγμα και ζήτημα πλέον ανταλλαγών και ζυμώσεων όλων των μελών, τους οδήγησε στο να παραδεχτούν και οι ίδιοι ότι το σημείο αυτό ήταν οριακό και ότι πλέον μόνο αν είχαν να δώσουν κάτι θα ξαναδισκογραφούσαν... Ηδη όμως οι Πυξ Λαξ ήταν ένα μεγάλο group και δοκιμασμένη συνταγή για τις εταιρίες που έψαχναν απεγνωσμένα γκρουπάκια που θα την ακολουθούσαν... Πάρα πολλοί καλλιτέχνες (ακόμη και σήμερα, τρία χρόνια μετά) δανείζονται από τον ήχο αυτό (ίσως και τον προγενέστερο της Στίλβης για πιο "έντεχνες" αναφορές)... Το κοινό τους μετρούσε πλέον ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής εφηβείας που μπορούσε άνετα να χαθεί και να βρει σύντροφο για τις πρώτες απογοητεύσεις, κάτι που μέχρι τότε σχεδόν δεν τους αφορούσε... Τα πράγματα όμως άλλαξαν από τη στιγμή που αυτό άρχισε να τους αφορά... Να υπηρετούν εκείνοι το κοινό τους, κι όχι αυτό να τους ακολουθεί, όπως γινόταν μέχρι τότε. Εκεί τελείωσε ουσιαστικά και η καλλιτεχνική τους φύση, εφόσον άρχισαν να επιβάλλουν τη δραματικότητα, την απογοήτευση και την πλήξη της καθημερινότητάς τους με τρόπο στημένο και εν τέλει βάναυσο στο κοινό που απλώς θα ρουφούσε οτιδήποτε έπαιζε με όμορφες στιχοπλοκίες για ανεκπλήρωτες επιθυμίες, μαύρη διάθεση που δεν ήταν ανάγκη να πηγάζει από την ψυχή, αλλά από την ανάγκη... Ισως και απο κεκτημένη ταχύτητα... Το μουσικά και στιχουργικά αδιάφορο "Υπάρχουν Χρυσόψαρα Εδώ", οι συναυλίες με μεγάλα ακροατήρια και κοριτσάκια να κλαίνε, τα αποχαιρετιστήρια και τα come back λίγους μήνες μετά, προκαλούσαν και προκαλούν μόνο αδιαφορία... Μαζί με τους φανατικούς φίλους από τις μικρές κυρίως ηλικίες, απέκτησαν και πολλούς εχθρούς που άρχισαν να εκνευρίζονται βλέποντας την "πώληση" της θλίψης... Οι Ζόρικοι Καιροί, ο Ηλιος του Χειμώνα, οι Πρίγκηπες της Δυτικής Οχθης, ο Μπαμπούλας, η Στίλβη, εξαργυρώνονταν σε ζωντανές εμφανίσεις, από τις οποίες έλειπε πλέον η ζεστασιά και ο αφθορμητισμός... Άλλωστε και το δίπολο Μπάμπη Στόκα και Φίλιππου Πλιάτσικα, όσο δεμένο κι αν έμοιαζε στην αρχή, πλέον είχε αρχίσει να δημιουργεί τριγμούς... Ούτε και η ψυχολογική τους διάθεση συνέπιπτε με τις απαιτήσεις που συνέχιζαν να ακολουθούν... Προσωπικά εξέλαβα την διακοπή της συνεργασίας τους ως group, σαν μια καλή ευκαιρία για να δουν αν και τι έχουν παραπάνω να δώσουν, πέρα από το υφάκι και την αρνητική στάση απέναντι σε όλα τα media (που και οι ίδιοι χρησιμοποιούσαν, αποχαιρετώντας το κοινό και συνευρισκόμενοι μαζί του λίγο μετά), την άρνηση να δεχθούν την κριτική πέρα από τα όμορφα λόγια του κοινού που θέλει κάτι συγκεκριμένο και πλέον τους οδηγεί. Ηταν μια καλή ευκαιρία να καθίσουν, να ψαχτούν όπως παλιά, να φτιάξουν από την αρχή όμορφες μελωδίες και να τις ντύσουν με στίχους που τους αφορούν και όχι στίχους που τους αφορούσαν... Ακόμα και η αμεσότητα κάποιων παλαιότερων στίχων αρκούσε για να μας ξανακερδίσουν...Δυστυχώς, για κάποιο λόγο που άπαντες αγνοούμε (εκ του αποτελέσματος κρίνοντες), η επιστροφή τους στη δισκογραφία ήρθε σχετικά σύντομα, και τα αποχαιρετιστήρια live τώρα, κάποιους μήνες μετά, άρχισαν να μοιάζουν κι αυτά ως φθηνό κόλπο... Σύντομη λοιπόν η αποχή τους και πολύ το υλικό, σαν να χρειαζόταν να αποδείξουν κάτι, ότι είναι ακόμη ενεργοί. Πάνω από δύο ντουζίνες νέα κομμάτια, χωρίς όμως (πλην κάποιων εξαιρέσεων) λόγο ύπαρξης... Δεν το είχαν ανάγκη, πόσο μάλλον την ποσότητα, από τραγούδια που αναμασούν τη Στίλβη, χωρίς να μπορούν να βγάλουν κάτι νέο από αυτήν, από έναν ασαφή εως ανύπαρκτο στην ουσία του κοινωνικό -αλλά και ένα μη γόνιμο υπαρξιακό- προβληματισμό... Αξίζει ίσως να σταθεί κάποιος σε αξιόλογα κομμάτια, όπως τα Ενα παιδί που περπατάει με τα χέρια, Χαμένος Καιρός, Πυξίδα, Μόνο για κείνη μη μου λες, Ενας άνθρωπος που έγινε νησί, στο ‘Interlude’ των George Delarue/Hal Shaper σε ελληνικούς στίχους των Φίλιππου Πλιάτσικα και Γιάννη Παπαχρήστου (ίσως γιατί από μόνο του είναι ένα εκπληκτικό τραγούδι), αλλά και στην καλή παραγωγή... Αξίζει, όμως, και να σταθεί στην πολύ μικρή συμμετοχή του Μπάμπη Στόκα (που υπάρχει απλώς... για να υπάρχει, καθώς μόλις πρόσφατα κυκλοφόρησε τις δικές του συνθέσεις, solo) -ο Μάνος Ξυδούς και ο Φίλιππος Πλιάτσικας τραβούν το κουπί εδώ, απλώς παίζοντας τους ρόλους τους... Ακόμα και μετά από πολλές και επαναλαμβανόμενες ακροάσεις, δυσκολεύτηκα να βρω πραγματικά αληθινές καταθέσεις, κομμάτια που δεν χάνονται στην επανάληψη, στη φόρμα, στη μονοτονία, κομμάτια που να αφήνουν κάτι, μια ιδιαίτερη μυρωδιά, μια σπίθα που θα απέτρεπε το άδοξο ίσως κλείσιμο του κεφαλαίου Πυξ Λαξ... Μια αδιάλειπτη ροή από μη ξεχωριστές μελωδίες, γήινες ίσως και περισσότερο κιθαριστικές, μα όμοιες στις προθέσεις τους και εν τέλει στο άκουσμά τους. Δεν μπορεί κανείς να αποφύγει την αναδρομή σε όλη την προηγούμενη πορεία τους, ακούγοντας ένα ψεύτικο (αμ, ο τίτλος;) και μίζερο έργο στο οποίο η γνήσια καλλιτεχνία είναι απούσα και ο αφθορμητισμός ανύπαρκτος... Μην ξεχνάμε όμως... Οι παλιές αγάπες, ακόμα και οι μουσικές, πάνε στον παράδεισο...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured