Δύο πράγματα τράβηξαν αρχικά την προσοχή μου, στη δεύτερη κυκλοφορία των Γερμανών Grendel's Sÿster, την ύπαρξη των οποίων έμαθα μέσα από τα social media της τρομερής Sarah Ann των Smoulder: το πολύχρωμο, μυρωδάτο, προ-ραφαηλιτικό εξώφυλλο (πρόκειται για τον πίνακα «Τα Ρόδα του Ηλιογάβαλου», του Lawrence Alma-Tadema), και ο μεγάλος αριθμός κομματιών (16) σε μια κυκλοφορία που πλασάρεται ως EP (και δεν ανήκει στο χώρο του grind).

Βέβαια, στη δεύτερη περίπτωση τα φαινόμενα απατούν: τα κομμάτια είναι 8, με το καθένα να υπάρχει σε δύο εκδοχές, μία με αγγλικούς στίχους και μία με γερμανικούς. Αυτό ανακίνησε μνήμες από τα δίγλωσσα booklets των παλιών Enslaved, αλλά και από τους πρόσφατους Enforcer, ο τελευταίος δίσκος των οποίων υπάρχει τόσο στα αγγλικά, όσο και στα ισπανικά. Πρόκειται για μια αρκετά ενδιαφέρουσα άσκηση επί της προσωπικότητας των γλωσσών. Στα αυτιά μου, οι γερμανικές εκδοχές ακούγονται πιο υποβλητικές και εξωτικές, αν και χάνουν σε δυνατότητα ταύτισης λόγω έλλειψης κατανόησης.

Οι Grendel's Sÿster ανήκουν σε μια συγκεκριμένη γωνιά του επικού, παραδοσιακού ήχου: σε μια αλυσίδα που βουτάει λαίμαργα στη λαϊκή παράδοση και περιλαμβάνει τους Jethro Tull, τους Wishbone Ash, τους Lord Weird Slough Feg και τους Wytch Hazel. Το συγκρότημα αντλεί επίσης αισθητικά από τον ρομαντισμό‧ αντί όμως να δομεί με βάση τη βλοσυρή σοβαρότητα και την υποβλητική μελαγχολία (όπως θα ήταν το αναμενόμενο), επικεντρώνεται στην ανοιξιάτικη ανεμελιά της υπαίθρου, στην ευφορική πλευρά της λαϊκής τέχνης, στις πολύχρωμες εποχιακές τελετουργίες. Άλλωστε, 2 από τα 8 κομμάτια του Myrtle Wreath (“Little Wildling Bird” και “Count Αnd Nun”) είναι επιμεταλλωμένες διασκευές παραδοσιακών τραγουδιών –κάτι που φαίνεται στον θρασύ, χαρούμενο χαρακτήρα τους.

Μουσικά έχουμε έναν κατ' ουσία επικό ήχο με ασαφή όρια ανάμεσα στο hard rock, στο folk των 1960s/1970s και στο ζωηρό doom. Υπάρχουν επικοί καλπασμοί και καλοδιάθετες στιγμές ανάτασης, περιπετειώδη θέματα που ανθίζουν αγκαθωτές κορυφές (εδώ φαίνεται η επιρροή των Slough Feg) κι ένα ανατριχιαστικό πολυφωνικό κλείσιμο με το “Cairns”. Τα φωνητικά της Caro κερδίζουν τις εντυπώσεις με τον χαρακτήρα τους: οξεία, γεμάτα γρέζι, σε σημεία άγαρμπα, παθιασμένα, με κορώνες μεγαλείου. Αποδεικνύουν για πολλοστή φορά ότι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του επικού ήχου για το έτος 2019 είναι τα γυναικεία φωνητικά –η μπάντα πλασάρεται επάξια πλάι στους Smoulder, Iron Griffin, Chevalier και Mystik.

Στιχουργικά τα θέματα μοιράζονται μεταξύ της ινδοευρωπαϊκής παράδοσης, της σαμανικής τροφοσυλλεκτικής προϊστορίας και των παραδοσιακών λαϊκών ιστοριών, με λίγο από Τόλκιν. Το στήσιμο θυμίζει κέλτικη ποίηση, όπως αυτή παρουσιάστηκε μέσω του Robert Graves και όπως την έχουμε συναντήσει στους Absu –με κοφτές, αυτόνομες φράσεις και έμφαση στις μεταμορφώσεις και στη μυθική, ρευστή υπόσταση της φύσης.

Μιας και το συγκρότημα αναφέρει τους Atlantean Kodex ως βασική επιρροή, μπορώ να πω ότι υπάρχουν ομοιότητες όσον αφορά τη λυρικότητα, καθώς και τη μυθιστορική θεματική. Εν αντιθέσει όμως με το συμπαγές όραμα των Βαυαρών, το οποίο προδίδει τις νεωτερικές τους αφετηρίες, εδώ υπάρχει ένα μωσαϊκό από θραυσματικές σκηνές της υπαίθρου, της προϊστορίας, της παράδοσης και των παραμυθιών. Αν δηλαδή οι Atlantean Kodex είναι δεμένοι στο βέλος της ιστορίας, οι Grendel's Sÿster ξεφεύγουν από αυτό, απορρίπτοντας τα μεγαλεπήβολα πλάνα.

Με αυτόν τον τρόπο δημιουργούν μια φρέσκια δουλειά γεμάτη με χρώματα, που αποδεικνύει ότι ο επικός ήχος δεν χρειάζεται να είναι βλοσυρός και άκαμπτος για να κερδίσει. Κάπως έτσι, το Myrtle Wreath καταλήγει να θυμίζει τη φετινή ταινία Midsommar του Ari Aster: χρώμα και παράδοση συμπλέκονται με παθιασμένη διάθεση ευφορίας, σε μια εναντίωση προς τη χριστιανική αυστηρότητα, αντηχώντας αυθεντικά στο συλλογικό ασυνείδητο.

ακούστε το ΕΡ μέσω BandCamp, εδώ

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured