Αν και πριν από περίπου 20 χρόνια ο Bob Mould δήλωνε ότι είχε κλείσει τους λογαριασμούς του με τον κιθαριστικό ήχο, σήμερα ακούγεται πιο ταγμένος από ποτέ στο δυνατό rock 'n' roll, γι' αυτό και τόσο γοητευτικός.

Άλλωστε κουβαλάει εδώ και χρόνια ένα επίπεδο αισθητικής στην πλάτη του, τίμιο και σταθερό. Ακόμη δηλαδή και μετά από 13 προσωπικά άλμπουμ, δεν λέει να αφήσει τα γκάζια και να περάσει στη «βολική» φάση του έμπειρου τροβαδούρου, που διασκευάζει κλασικά αγαπημένα. Επιμένει αντιθέτως να παίζει δυνατό, ηλιόλουστο ροκ, με τις κιθάρες να τσιτώνουν, με τα κρουστά να παφλάζουν στα αυτιά σου και το μπάσο να αναμοχλεύει τα έγκατά του.

Η ειδοποιός διαφορά των πρόσφατων δίσκων του Bob Mould –από το Silver Age (2012) μέχρι το φετινό Sunshine Rock– σε σχέση με τη δουλειά του επί Hüsker Dü (αλλά και με τους Sugar, οι οποίοι ακολούθησαν), είναι η συναισθηματική ειλικρίνεια που έχει αποκτήσει η μουσική του. Τα τραγούδια του επικοινωνούν σε ενεστώτα χρόνο και ξεδιπλώνουν την ψυχολογική του διάθεση· φαίνεται μάλιστα ότι έχει ανάγκη αυτή τη σχέση αμεσότητας με τους ακροατές του.

Σε κομμάτια έτσι όπως το "Lost Faith" και το "Thirty Dozen Roses", αναλογίζεται τις προσωπικές, χαμένες μάχες του. Στο “Camp Sunshine" εκφράζει ευγνωμοσύνη στη μούσα του, που του επιτρέπει ακόμη να την υπηρετεί. Στο "Sunny Love Song" βγάζει τον ξένοιαστο Καλιφορνέζο από μέσα του, ενώ στο “I Fought” σε κάνει να χτυπιέσαι απολαυστικά. Η πολυμελής ορχήστρα απορροφάται ήπια από τα βασικά συστατικά (κιθάρα-μπάσο-ντραμς) και δεν παίρνει ποτέ το πάνω χέρι χωρίς να συντρέχει λόγος. Προσέξτε πόσο όμορφα ακούγονται τα έγχορδα στο "Final Years" και πόσο ωραία δίνουν συναισθηματικό βάθος στις μελωδίες, δίχως να καπελώνουν το αποτέλεσμα. Είναι όμως οι κιθάρες αυτές που επιμένουν μανιασμένα να μας ξεσηκώσουν στην ενορχήστρωση, καθώς βρίσκονται σε υπερδιέγερση.

Ο αγέραστος Bob Mould «καίει» τα ηχεία σε όλη τη διάρκεια του Sunshine Rock με τραγούδια αιχμηρά, τα οποία παράγουν κοχλάζουσα αδρεναλίνη. Προδίδεται μόνο όταν προσπαθεί να είναι φιλικός σε νεαρότερα ακροατήρια. Πραγματικά, πολλά από τα κομμάτια του νέου δίσκου θα μπορούσαν να ακούγονται στους τίτλους τέλους επεισοδίων οποιασδήποτε «έξυπνης» τηλεοπτικής σειράς με ατίθασους νέους των αμερικάνικων προαστίων. Διαθέτει όμως αξιοθαύμαστη αυτοπεποίθηση στο μικρόφωνο και παίζει σαν να λέει «δώστε μου μια κιθάρα και έναν ενισχυτή και μπορώ να κατακτήσω όποιο κοινό μου φέρετε μπροστά μου».

Μιλάμε λοιπόν για τον απόλυτα σκελετικό ροκ ήχο, χωρίς τη βοήθεια των μελωδικών τονισμών των πλήκτρων. Οργανικός, αναλογικός, εκκωφαντικός ήχος, που καλεί τον ακροατή να αγκαλιαστεί με τη στιβαρή, macho rhythm section, η οποία ακούγεται ωστόσο απαλλαγμένη από περιττές τοξικότητες.

{youtube}k5F-aj171QM{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured