Είχα την τύχη να δω για πρώτη φορά live τους Alice In Chains το 2006. Ήταν η εποχή που μόλις είχαν βρει τον τραγουδιστή/κιθαρίστα William DuVall (των Comes With A Fall), με τον οποίον και περιόδευαν για να τιμήσουν τη μνήμη του Layne Staley, που είχε πεθάνει από υπερβολική δόση το 2002. Ανακαλώντας στη μνήμη μου τη συναυλία, ο DuVall μου είχε φανεί «κάπως»· δεν ήμουν σίγουρος εάν θα μπορούσε να αντικαταστήσει επάξια τον Staley.

Αλλά ο Jerry Cantrell ήξερε καλύτερα από όλους μας.

Οι Alice In Chains πήραν λοιπόν τον χρόνο τους, μελέτησαν προσεκτικά το επόμενο βήμα και κατέθεσαν έπειτα το Black Gives Way Τo Blue –πολύ απλά, το καλύτερο ροκ άλμπουμ του 2009 (σημ. αρχισυντάκτη: γκούχου, γκούχου). Ο διάδοχός του The Devil Put Dinosaurs Here ήρθε το 2013 και δεν άρεσε και τόσο σε εμάς στο Avopolis (δείτε εδώ), αν και προσωπικά το θεωρώ μόλις ένα μικρό σκαλί λιγότερο καλό. Με αυτόν μάλιστα τον δίσκο ήρθε και η εδραίωση του DuVall στις συνειδήσεις των fans, καθώς έδειξε ότι μπορούσε πράγματι να συμμεριστεί το όραμα του Cantrell για το γκρουπ, μοιραζόμενος την Alice In Chains κληρονομιά με τους Mike Inez (μπάσο) & Sean Kinney (ντραμς).

Δεν αποτέλεσε λοιπόν έκπληξη ότι και το Rainier Fog θα δουλευόταν με παραγωγό τον Nick Raskulinecz, με τον οποίον ηχογραφήθηκαν και τα δύο προαναφερόμενα άλμπουμ. Αντίθετα, μεγάλο ενδιαφέρον προκάλεσε το ότι ένα από τα τέσσερα στούντιο που χρησιμοποίησε το γκρουπ ήταν το Studio X στο Σιάτλ, όπου είχαν κάνει τον τελευταίο τους δίσκο με τον Layne Staley, το Alice In Chains του 1995 –εκεί, επίσης, ανάμεσα σε δεκάδες σπουδαία άλμπουμ, φτιάχτηκε και η τελευταία δουλειά των Soundgarden, το King Animal του 2012.

Όλο το Rainier Fog «ποτίζεται» θαρρείς από την αύρα του Σιάτλ. Ακόμα και ο τίτλος κάνει μια ξεκάθαρη αναφορά στο ενεργό ηφαίστειο Mount Rainier, με το ομότιτλο κομμάτι να μιλά για τη μουσική κληρονομιά της πόλης. Τραγούδια επίσης όπως το "Never Fade" ή το “Rainier Fog” είναι για όλους τους Layne Staley, Mike Starr και Chris Cornell που δεν βρίσκονται πια στη ζωή. Βρισκόμενος στο Studio X, ο Jerry Cantrell ίσως έκλεινε τα μάτια και σκεφτόταν τους φίλους του καθήμενους σε μια γωνία να πίνουν, να πιάνουν την κιθάρα και να συνθέτουν. Ανοίγοντας κατόπιν τα μάτια, κι ευρισκόμενος ξανά στην πραγματικότητα, χτυπάει η πόρτα και δέχεται επίσκεψη από μία από τις αδελφές του Cornell, που ήθελε να του δώσει μια ακουστική κιθάρα του μακαρίτη. Η οποία, για την ιστορία, χρησιμοποιήθηκε τελικά στην ηχογράφηση.

Επιπρόσθετα, στο άλμπουμ βρίσκεται ένας ακόμα παλιός γνώριμος του Cantrell. Δεν είναι άλλος από τον πρώην κιθαρίστα των Queensrÿche, Chris DeGarmo, ο οποίος έπαιξε ακουστική κιθάρα στο "Drone". Καθώς φαίνεται, στον Cantrell δεν έβγαινε με τίποτα το συγκεκριμένο σημείο, οπότε χρειάστηκε τη βοήθεια του παλιού του συνεργάτη –οι δυο τους περιόδευσαν μαζί όταν οι Alice In Chains είχαν μπει στον πάγο λόγω των προβλημάτων του Staley, με τον Cantrell να βγάζει το προσωπικό άλμπουμ Boggy Depot (1998).

O Jerry Cantrell, τώρα, μπορεί να μην μνημονεύεται ως «guitar god», όμως έχει χαρακτηριστικό ήχο στην κιθάρα: με το πρώτο ριφ μπορείς να καταλάβεις ότι είναι εκείνος. Κάπως έτσι, ακούγοντας το «βαρύ» ριφ του “The One You Know” –με το οποίο κι ανοίγει το Rainier Fog– ξέρεις ότι βρίσκεσαι σε άλμπουμ των Alice In Chains. Κι αυτή είναι ίσως η καλύτερη απάντηση σε όσους ακόμα γκρινιάζουν που συνέχισαν μετά τον θάνατο του Staley.

O Cantrell το έγραψε έχοντας στο μυαλό του το “Fame” του Dave Bowie· και, όπως μπορείτε να δείτε και στο βιντεοκλίπ στο τέλος του κειμένου, μοιράζεται τα φωνητικά με τον DuVall. Το “So Far Under” είναι το πρώτο τραγούδι που έγραψε εξ ολοκλήρου ο DuVall, ο οποίος παίζει μάλιστα και το σόλο. Ακούγοντάς το διαπιστώνεις ότι είναι 100% Alice In Chains, είτε χάρη στους προσωπικούς στίχους («So far under/Too much pain to tell»), είτε λόγω δομής, αφού θα μπορούσε να προέρχεται από οποιοδήποτε παλιότερο άλμπουμ του γκρουπ. Ομοίως και το 3ο single “Never Fade”, το πιο ανεβαστικό τραγούδι εδώ, που είναι ταυτόχρονα και αρκετά συναισθηματικό, καθώς (όπως προείπαμε) είναι αφιερωμένο σε όλους τους «απόντες φίλους».

Πέρα από τα 3 singles, το άλμπουμ περιέχει συνολικά 10 τραγούδια· και, αναλόγως τη διάθεσή σου, θα βρεις στα υπόλοιπα αρκετές ενδιαφέρουσες στιγμές, είτε σε μελωδίες, είτε σε μερικά σόλο. Ωστόσο δεν μπορείς να πεις ότι κάποια από αυτά ξεχωρίζουν. Δεν είναι σε καμία περίπτωση «κακά» τραγούδια, απλά στην πρώτη ακρόαση δεν θα σου αρέσουν –και δεν ξέρω πόσες ευκαιρίες θα δώσει κανείς. Επειδή όμως είναι οι Alice In Chains, μας φυλάγανε το καλύτερο για το τέλος. Λέγεται "All I Am" και είναι ένα 7άλεπτο, αργό, καταθλιπτικό κομμάτι, στο οποίο ο Cantrell αποτυπώνει όλη την καταχνιά που είχε στα σώψυχά του. Τοποθετώντας το στο φινάλε του Rainier Fog, δείχνει σαν να ολοκληρώνει την επίσκεψή του στο Studio Χ· σχεδόν τον φαντάζεσαι κατόπιν να περπατάει μέσα στην ομίχλη του Σιάτλ, βλέποντας στο τέλος της το φως.

Με το Rainier Fog, οι Alice In Chains φθάνουν τις 6 κυκλοφορίες –πλέον έχουν 3 με τον DuVall, δίπλα στις 3 με τον Staley. Το φετινό μάλιστα άλμπουμ τους χάρισε τη μεγαλύτερή τους επιτυχία στη Βρετανία (νούμερο 9), ενώ στην Αμερική τα πήγαν απλά λίγο χειρότερα σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, καταλαμβάνοντας την 12η θέση στο εθνικό top-200 (αν και κατέκτησαν πρωτιά στα Rock Albums του Billboard). Για μία ακόμη φορά, επίσης, προτάθηκαν για Grammy, έχοντας ως κύριους ανταγωνιστές τους Ghost. Αυτά ως προς τους αριθμούς.

Ως προς την ουσία, νομίζω ότι το Rainier Fog αποκρυπτογραφεί όσα ήθελε να εκφράσει ο Jerry Cantrell. Κυριαρχεί η μουντή ατμόσφαιρα, δεν υπάρχει μεγάλο hit και, εάν το συγκρίνεις με τα 2 αμέσως προηγούμενα άλμπουμ, ίσως βρεις ότι είναι αυτό που σου αρέσει λιγότερο. Δεν θα απογοητεύσει ωστόσο τους οπαδούς, αν και δεν θα κερδίσει κανέναν καινούριο. Εάν μάλιστα δεν είχε το “All I Am”, η βαθμολογία θα ήταν χαμηλότερη.

Έλα όμως που, όπως είπαμε, στο τέλος της ομίχλης βλέπεις το φως! Ραντεβού λοιπόν στην πρώτη τους συναυλία στην Ελλάδα, τη Δευτέρα 24 Ιουνίου 2019, στην Πλατεία Νερού…

{youtube}352RBWh6ViU{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured