Οκτώβριος του '12 και οι Godspeed You! Black Emperor επιστρέφουν δισκογραφικά έπειτα από δεκαετή παύση εργασιών. Πιάνουν κομμάτια που έπαιζαν στις συναυλίες τους στις αρχές των '00s, δοκιμάζουν να δουν αν τους χωράει πια η εποχή. Το τεστ ήταν πετυχημένο, αν και μερικώς: με το Allelujah! Don’t Bend! Ascend! (δες εδώ) δεν βρέθηκαν στην αιχμή των πραγμάτων, ούτε προχώρησαν σημαντικά τη μουσική τους σκέψη· δεν βρέθηκαν όμως και εκτός πραγματικότητας, καθώς οι χαρακτηριστικές τους φόρμες διέθεταν ακόμα μια κάποια ορμή, αλλά και τη δυνατότητα να κουμπώσουν με το γενικότερο γίγνεσθαι. 

Κάποιες διαφοροποιήσεις, πάντως, υπήρχαν. Η πιο σκληρή αισθητική στις ροκ απολήξεις τους, ας πούμε, και η πιο αυτονομημένη διαχείριση στα λεγόμενα drones τους. Σίγουρα δεν αρκούσαν για να τους προσφέρουν νέα ταυτότητα (ή μια επιπλέον διάσταση στην υπάρχουσα), έδειξαν όμως πως υπάρχει μια κίνηση, πως –ακόμα κι αν επί της ουσίας το προκείμενο παρέμενε το ίδιο– αναζητούνταν νέες δυνατότητες στη μεθοδολογία. Ορισμένες φορές δεν χρειάζονται και πολλά παραπάνω. 

Στο Asunder, Sweet And Other Distress συνεχίζεται λοιπόν εκείνος ο δρόμος και αναπτύσσονται ορισμένες από τις πιθανότητές του. Με τη σκλήρυνση του ήχου, για παράδειγμα, οι Godspeed φτάνουν μέχρι τις παρυφές του sludge (στο πρώτο μισό του εξαιρετικού “Peasantry or Light! Inside of Light!”), προτού οι υπόλοιπες καταβολές τους φέρουν σε πιο γνωστά μονοπάτια. Και φαίνεται ότι το πράγμα μπορεί να λειτουργήσει: αυτή η διαφοροποίηση μεταφέρει μια νέα δόνηση, μολονότι καταλαβαίνεις ότι η μουσική σκέψη των Godspeed απέχει αρκετά απ’ το να χαρακτηριστεί ριζοσπαστική. 

Σημασία επίσης έχει και η διαφορετική διαχείριση των «drones». Ως τέτοια, εννοούμε τα ήρεμα σημεία των Godspeed, που μέχρι πρότινος αποτελούσαν μέρος των «κανονικών» κομματιών –σημεία που υπήρχαν (ως επί των πλείστων) για να οδηγήσουν σε κάποιο ξέσπασμα. Αυτή η ξεκάθαρη χρηστικότητα, ωστόσο, δεν τα απέτρεπε απ’ το να είναι λεπτομερή, πολλές μάλιστα φορές τα έκανε σχεδόν ισάξια σε βαρύτητα με τα επικά πυκνώματα των Καναδών. Τώρα λοιπόν τα drones αποτελούν τα ίδια «κομμάτι»: αποκομμένα από το ένα άκρο του δίπολου ηρεμία/ξέσπασμα, καλούνται να δράσουν αυτόνομα, να αναπτύξουν δηλαδή μια δική τους συμπεριφορική, να μην περιμένουν κάτι άλλο για να πραγματωθούν. 

Και αυτονομούνται επαρκώς. Παραμένουν αρκετά λεπτομερή και βρίσκουν –πλέον στο εσωτερικό τους– τον τρόπο να γεννούν, να μεταφέρουν και να λύουν την ένταση. Μόνο που δεν επιδιώκουν να αποκτήσουν ξεχωριστό ρόλο και αρκούνται στο να μεταφέρουν τη δυναμική και τη δραματουργία των Godspeed σε ένα διαφορετικό περιβάλλον. Δεν είναι λίγο κάτι τέτοιο, δεδομένου ότι χρειάζεται μία αφαιρετική σκέψη, χρειάζεται να υπονοούνται περισσότερα απ’ όσα λέγονται. Και μολονότι οι εσωτερικές σχέσεις των βόμβων που συμπράττουν σε τέτοια drones (στα κομμάτια “Lambs’ Breath” και “Asunder, Sweet”) είναι αρκετά δουλεμένες, αισθάνεσαι ότι τους λείπει η επιπλέον ώθηση, ώστε να φανταστούν τον εαυτό τους ως κάτι διαφορετικό και –το δυνατόν– αυτοτελές. 

Και στις δύο περιπτώσεις, λοιπόν, οι GY!BE κάνουν περίπου το ίδιο πράγμα: φωτίζουν μεν ένα νέο μονοπάτι, φαίνονται διατεθειμένοι να ψάξουν για καινούρια νοήματα, υποκύπτουν όμως στην έλξη που τους προκαλεί ο παλιός, καλός τους εαυτός. Τυπικότερο παράδειγμα αυτής της έλξης (ή της ασφάλειας που παρέχει το οικείο) είναι το δεύτερο μισό του “Piss Crowns Are Trebled” –ίσως η μόνη κάπως αδιάφορη στιγμή σε ένα γενικά δυναμικό σύνολο. Με άλλα λόγια, αν το Asunder, Sweet And Other Distress ήταν λιγότερο Godspeed και αφηνόταν περισσότερο στις προοπτικές που ανοίγονται μπροστά του, ίσως να σηματοδοτούσε την υπέρβαση. Τώρα, αποτελεί «απλώς» μια καλή προσθήκη στη δισκογραφία της κολεκτίβας απ’ το Μόντρεαλ. 

{youtube}Ys8sfKzm8Yw{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured