Τον Moby μέχρι το 1999 όφειλες να τον αντιμετωπίζεις ως τραγουδοποιό. Είτε έκανε techno παραγωγές, είτε πειραματιζόταν με το υλικό του σημαντικού Animal Rights διατηρούσε καθαρές, διάφανες γραμμές που τον ένωναν με την ποπ τραγουδοποιία. Όλα αυτά τελειοποιήθηκαν με την κυκλοφορία του Play, το οποίο περιείχε σε σωστές δόσεις όλη τη δημιουργική πορεία του και με την προσθήκη μικρών ενέσεων gospel και soul κατάφερε –σχεδόν κυριολεκτικά– να μπει σε όσα σπίτια έχουν ένα υποτυπώδες μέσο αναπαραγωγής μουσικής και ταυτόχρονα να γίνει σημείο αναφοράς πιο απαιτητικού κοινού. Έκτοτε, αποτυγχάνει συστηματικά ακόμα και στις απέλπιδες προσπάθειες να φτιάξει πιστές ρέπλικες της ίδιας του της μουσικής. Αν εγείρονται ερωτηματικά, κάτι τέτοιο είναι χειρότερο από το να προσπαθείς να αντιγράψεις κάτι ξένο.

Ο Moby προσπάθησε να πλασάρει το Wait For Me ως μια προσωπική του αναγέννηση, βασισμένη στην ελευθερία έκφρασης και σε μια δημιουργικότητα η οποία δεν διεκδικεί σώνει και καλά εμπορική απήχηση. Μου κάνει εντύπωση που ακόμα και εντός Avopolis έπεισε εν μέρει –όπως μπορείτε να δείτε ανατρέχοντας στην κριτική του δίσκου. Είναι όμως ηλίου φαεινότερο, όχι μόνο γιατί ξεπούλησε και έκαψε μια για πάντα ολόκληρο το υλικό του Play μετατρέποντας το σε ένοχη απόλαυση για όλους μας, πως ο Moby φτιάχνει ανειλικρινείς δίσκους, ψάχνοντας εύκολες λύσεις. Και όλη η αφήγηση που μιλάει για μελαγχολικά τραγούδια, εσωστρέφεια και περισυλλογή δεν υπάρχει στο Wait For Me. Το marketing κάνει θαύματα και έρχεται η παρούσα κυκλοφορία ως άλλο ένα κατά βάση εμπορικό τρικ. Είναι πλέον καθιερωμένο από τον Moby να κυκλοφορεί αργότερα τον δίσκο του πειραγμένο από διάφορους μουσικούς και αυτό επαναλαμβάνεται κι εδώ.

Είναι αλήθεια πως δεν δείχνω καμία ιδιαίτερη προτίμηση στους remix δίσκους, αν και τους καταναλώνω με βουλιμία. Όχι για να ανανεώνεται το ενδιαφέρον μου σε ολόκληρους δίσκους αλλά κυρίως σε μεμονωμένα τραγούδια. Είτε γιατί με κάποια απ’ αυτά είχα σχέση αγάπης, είτε γιατί συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκει το σύνολο της περσινής δουλειά του Moby που εδώ πειράζεται από αρκετά δυνατά χαρτιά της σύγχρονης dance σκηνής. Όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιους δίσκους, έτσι κι εδώ το αποτέλεσμα δεν εξαρτάται αποκλειστικά από το ταλέντο του εκάστοτε remixer, μα και από το πρωτογενές υλικό. Έτσι, το εξ’ αρχής καλό ομώνυμο τραγούδι του δίσκου μεταμορφώνεται σε dancefloor killer από τον Kalkbrenner χωρίς ο σουπερστάρ DJ να χρειαστεί να κάνει τίποτα παραπάνω από το να μιμηθεί το δικό του “Gebrunn Gebrunn”. Και το ίδιο καλά τα καταφέρνει στο ίδιο κομμάτι ο Laidback Luke, αλλά και ο Carl Cox στο “Walk With Me” χωρίς να χρειαστεί να ιδρώσουν τη φανέλα. Αντίστοιχα, όσο κι αν προσπάθησε ο Gui Boratto, δεν κατάφερε να σώσει το “Pale Horses”, ενώ οριακά αποτυγχάνει ο Popof ρεμιξάροντας το χειρότερο τραγούδι του δίσκου, το “Study War”. Το λιγοστό ταλέντο των Maps, Mixhell, Savage Skulls και Tiesto φέρνει μέτρια αποτελέσματα ενώ είναι απορίας άξιο πώς ο Yuksek δεν μπορεί να μετατρέψει το “Mistakes” σε επικό χιτ, αφού έχει όλα τα New Order στοιχεία για κάτι τέτοιο.

Μιξαρισμένο από τον ίδιο τον Moby, το δεύτερο CD του Wait For Me: Remixes! περιέχει τα περισσότερα από τα προαναφερθέντα remixes, μαζί με κάποια άλλα που δεν υπάρχουν στο πρώτο δισκάκι. Περιττό να πω ότι δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος ύπαρξης μιξαρισμένων τραγουδιών που μόλις έχεις ακούσει. Εκτός πια αν και ο Moby δεν σου είναι ποτέ αρκετός. Συνολικά, αν πάρεις τα σωστά μεμονωμένα κομμάτια που θα βρεις εδώ, μπορείς να υποστηρίξεις μέχρι ενός σημείου τη χρηστικότητα αυτής της κυκλοφορίας. Πάντως, για να κερδίσει πίσω ο ίδιος ο Moby την αξιοπιστία του ως μουσικός, θα χρειαστούν πολλά περισσότερα.

Υ.Γ.: Ως έξτρα παρατήρηση μιας και το θυμήθηκα με αφορμή αυτήν την κριτική, ο μοναδικός τουλάχιστον ουσιώδης remix δίσκος που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο πρώτος των Tortoise, ο οποίος είχε την τύχη να πειραχτεί από μουσικούς που τους καταλαβαίναν (αν έχετε αντίστοιχες προτάσεις στείλτε μας ένα mail).

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured